Είναι πλέον λίγο παραπάνω από δύο μήνες, από όταν η Σοφία Μπεκατώρου κατήγγειλε τη σεξουαλική κακοποίηση που είχε βιώσει σε νεαρή ηλικία από τον Αριστοτέλη Αδαμόπουλο και από όταν, λίγες μέρες αργότερα, η Ζέτα Δούκα μίλησε για την επαγγελματική λεκτική και ψυχολογική βία, που είχε δεχτεί από τον Γιώργο Κιμούλη. Με αφορμή το τελευταίο, τότε μίλησε και η Κατερίνα Λέχου, στο Πρωινό και στη Φαίη Σκορδά, για την ίδια βία που είχε δεχτεί πριν χρόνια από τον σκηνοθέτη και ηθοποιό, τόσο σε επαγγελματικό επίπεδο, όσο και σε προσωπικό.
Τώρα η ηθοποιός αναφέρθηκε ξανά στο θέμα με μία συνέντευξή της στο περιοδικό Down Town και με μία στην εκπομπή Dot. Από τη μία, αναφέρθηκε στο γιατί αποφάσισε να μιλήσει και στο πώς αισθανόταν όταν το έκανε. Από την άλλη, απάντησε κατά έναν τρόπο στα “Γιατί τώρα;”, που έχουν πολυακουστεί -δυστυχώς- τους τελευταίους μήνες.
Η απόφαση να μιλήσει και τα συναισθήματα που την περιέβαλαν
Μιλώντας στη δημοσιογράφο του περιοδικού, Βένια Καραγιάννη, εξήγησε πως, όταν η Ζέτα Δούκα μίλησε, η ίδια προβληματίστηκε αρκετά για το τι πρέπει να κάνει. Τελικά αποφάσισε ότι πρέπει να μοιραστεί και το δικό της βίωμα, έτσι ώστε να βοηθήσει την όλη ιστορία να προχωρήσει ακόμα περισσότερο. Πρώτα το συζήτησε μόνο με τον σύντροφό της, όχι για να πάρει έγκριση, αλλά για να νιώσει ότι κάποιος είναι εκεί να της σταθεί. “Ξαφνικά ένιωσα πως γίνεται κάτι που έχει μια μορφή αλυσίδας και πρέπει να είμαι ένας κρίκος αυτής για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Έτσι ξεκίνησε αυτή η αλυσίδα, η οποία δεν ξέρεις πού θα πάει, είναι μια αλλαγή εποχής”.
Μάλιστα, έχει ενδιαφέρον πώς περιγράφει τα συναισθήματά της στη διάρκεια της συνέντευξής της με τη Φαίη Σκορδά. Αισθανόταν φόβο και πνίξιμο, με τον ίδιο τρόπο που τα ένιωθε όταν βίωνε την ψυχολογική βία. Αυτή η δήλωση της ηθοποιού “κουμπώνει” απόλυτα με τις περιγραφές που συναντιούνται σχεδόν σε όλα τα θύματα της όποιας βίας, όταν καλούνται να αναβιώσουν με κάποιον τρόπο την εμπειρία που τα τραυμάτισε. Έχει, όμως, ενδιαφέρον και το γεγονός ότι ξεκαθαρίζει πως, παρά το τι ένιωσε εκείνη την στιγμή, η εμπειρία της δεν την στοιχειώνει, ούτε κουβαλάει μέσα της θυμό. Συγκεκριμένα ανέφερε: “Θυμάμαι πως εκτός από το αίσθημα του φόβου που είχα όταν διηγήθηκα την ιστορία, ξαφνικά ένιωσα το ίδιο πνίξιμο. Όμως πια έχω κάνει τη διαδρομή μου, αυτά που πρέπει για τον εαυτό μου και δεν έχω θυμό”.
“Γιατί τώρα;”
Είναι μία ερώτηση που δυστυχώς ακούμε κάθε φορά που κάποιος καταγγέλλει κακοποίηση και δεν το κάνει την ίδια μέρα που την δέχτηκε. Είναι μία ερώτηση που μόνο κακό κάνει, καθώς προσπαθεί να ρίξει ευθύνες στα θύματα και να αμφισβητήσει την αλήθειά τους. Και με αυτόν τον τρόπο, συχνά αυτή η ερώτηση είναι και ο λόγος που κάποιοι φοβούνται να το κάνουν. Γιατί να απαντήσουμε, λοιπόν, σε αυτή την ερώτηση; Όχι γιατί τα θύματα χρωστάνε κάποια απάντηση, αλλά διότι ίσως έτσι κάποιοι σταματήσουν να την κάνουν.
Στη συνέντευξή της στο Down Town, η Κατερίνα Λέχου απάντησε στο “Γιατί τώρα;” όσο πιο επιστημονικά πιθανώς γινόταν, για να γίνει κατανοητή: “Το έχουν απαντήσει οι επιστήμονες πριν από εμάς. Όταν ζεις κάτι τραυματικό γίνεται απώθηση στον εγκέφαλο για να επιβιώσεις, αλλά υπάρχει και καθορίζει τις συμπεριφορές σου. Κάποια στιγμή θα βγει στην επιφάνεια και πρέπει να το διαχειριστείς. Όσο πιο κακοποιητική είναι η συμπεριφορά τόσο πιο πολύ χρόνο μπορεί να πάρει ή μπορεί να σβηστεί και συνολικά από τη μνήμη σου”.
Λίγες μέρες αργότερα, όμως, έδωσε στην εκπομπή Dot. και στη Νάνσυ Ζαμπέτογλου και στον Θανάση Αναγνωστόπουλο μία άλλη απάντηση, με την ίδια βάση, αλλά κάπως πιο προσωπική. “Όταν ξέρεις ότι αυτό είναι μία πρακτική χρόνων και γίνεται σε τόσους χώρους, το δέχεσαι χωρίς να βάζεις τα όρια σου. Δεν καταλάβαινα ότι αυτό που γίνεται είναι παραβατικό, δεν είναι το σωστό. Νιώθεις μέσα σου ότι κάτι συμβαίνει λάθος, αλλά δεν ξέρεις τι είναι αυτό που είναι λάθος ακριβώς. Πρέπει να μπει, πρέπει να θεσμοθετηθεί, πρέπει να γραφτεί, πρέπει να εμπεδωθεί, πρέπει να το χωνέψουμε. Θέλουμε χρόνο γι’ αυτό.
Τώρα το κατάλαβα. Σε συνειδητοποίηση ήρθα όταν είδα τη Σοφία Μπεκατώρου, είδα όλη αυτή την ιστορία. Μιλάω με τη Ζέτα, ξέρω ότι αυτό είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο και συνειδητοποιώ ότι αυτό δεν πρέπει να είναι κανονικό. Δεν είναι τόσο εύκολο να το συνειδητοποιήσεις.
Εγώ είμαι πολύ βαθιά ενοχική. Θεωρείς ότι εσύ είσαι αδύναμος, ότι εσύ δεν έβαλες όρια. Προφανώς είμαι συνένοχος σε κάτι κακό που συμβαίνει, αλλά δεν ξέρεις πού και πόσο και τι να κάνεις, πώς θα μπορούσες να το έχεις χειριστεί διαφορετικά”.
