Σε όσ@ δεν πολυσυμπαθούν τον Jared Leto – και ξέρω πως είστε πολλ@ – θα ήθελα να πω, “Δεν ξέρει ο Αρονόφσκι και ξέρετε εσείς;”, αλλά εδώ κάνουμε σοβαρή δημοσιογραφία και δεν θα κρίνω τα γούστα σας. Πέρα από τα αστεία, ο Jared Leto, βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός που αναλαμβάνει σχεδόν εμμονικά challenging ρόλους, τραγουδιστής μιας εξαιρετικά επιτυχημένης μπάντας, των 30 seconds to Mars, σκηνοθέτης και κολλητός / alter ego / μούσα / καμβάς του Alessandro Michele, creative director του Οίκου Gucci είναι μια περίπτωση καλλιτέχνη που παρά τις δεδομένες επιτυχίες του, κρίνεται αδιαλείπτως σκληρά.  

Με αφορμή το νέο του ρόλο ως Paolo Gucci, σχεδιαστή μόδας, αντιπρόεδρο, διευθύνων σύμβουλο του Οίκου και ξάδερφο του Maurizio Gucci, στην πολυαναμενόμενη ταινία του Ridley Scott “House of Gucci” κοιτάμε πίσω στην καριέρα, αλλά και την προσωπική ζωή του τόσο αφοσιωμένου στην τέχνη του Jared και αναζητούμε τους λόγους που στο Google υπάρχει αναζήτηση “Why people hate Jared Leto”. 

Jared Leto – The origins

Ο Jared γεννιέται το 1971 στη Λουιζιάνα, γιος της Constance που μεγαλώνει εκείνον και τον αδερφό του Shannon για αρκετό καιρό ως single mom. Οι γονείς του χωρίζουν όταν ήταν ακόμη πολύ μικρός και στο 8 του χρόνια, ο πατέρας του, που έχει παντρευτεί ξανά και έχει αποκτήσει με τη νέα του σύντροφο δύο γιούς, αυτοκτονεί. Μάλιστα το Leto, είναι το επώνυμο του πατριού του. Αλλάζει πόλεις συχνά καθώς η μητέρα του, που έχει ενταχθεί στο κίνημα των hippies, μένει με τους γονείς της και ο πατέρας της ως στρατιωτικός παίρνει συχνές μεταθέσεις. Μεγαλωμένος ανάμεσα σε καλλιτέχνες, μουσικούς, ποιητές και ηθοποιούς, γίνεται δέκτης ετερόκλητων ερεθισμάτων τα οποία για αρχή δεν γνωρίζει πού θα τον οδηγήσουν. Παραμένει απλώς ανοιχτός και αφήνει τις αναφορές αυτές να τον σχηματίσουν. 

Μαζί με τον αδερφό του ξεκινούν να παίζουν μουσική και το πρώτο όργανο που μαθαίνει ο Jared είναι πιάνο. Αφότου τελειώνει το σχολείο θα φοιτήσει στην σχολή Καλών Τεχνών του πανεπιστημίου της Φιλαδέλφεια όπου ενδιαφέρεται για τη γλυπτική, σύντομα όμως θα τον κερδίσει η σκηνοθεσία. Σπουδάζει visual arts στην Νέα Υόρκη και προσπαθεί να καθιερωθεί ως σκηνοθέτης πρωταγωνιστώντας ο ίδιος στις μικρού μήκους που γυρίζει. Το ‘92 μετακομίζει στο Λος Άντζελες αναζητώντας το break through στην σκηνοθετική του καριέρα, αναλαμβάνοντας παράλληλα μικρούς ρόλους για να βγάζει τα προς το ζην. Καταλήγει να πρωταγωνιστεί στο εφηβικό δράμα “My So-Called Life” του δικτύου ABC και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. 

Προτού ακόμη βιώσει την αναγνώριση του ταλέντου του και καθιερωθεί ως method actor με την ερμηνεία του στο “Requiem For A Dream” του Darren Aronofsky, για το οποίο έχασε 13 κιλά, έζησε στο δρόμο και απείχε από το σεξ δύο μήνες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο ρόλο του τοξικοεξαρτημένου Harry, ο Jared είχε δώσει ήδη δείγματα της απρόσκοπτης αφοσίωσης στους ρόλους που καλείται να ερμηνεύσει. Το 1997 πρωταγωνίστησε στη βιογραφική ταινία “Prefontaine” στην οποία υποδύθηκε τον δρομέα Steve Prefontaine. Για την προετοιμασία του ρόλου, ο Leto προπονούταν για έξι εβδομάδες και συνάντησε μέλη της οικογένειας και φίλους του δρομέα. Υιοθέτησε ακόμη και τη φωνή του αθλητή καθώς και το στιλ τρεξίματός του. Η ερμηνεία του έλαβε θετικές κριτικές και θεωρείται, όχι άδικα, αυτή που τον έκανε να τραβήξει την προσοχή του Hollywood πάνω του. 

Εμφανίζεται μεταξύ άλλων στα “Fight Club”, “Girl, Interrupted”, “American Psycho”, “Alexander” και καμία ερμηνεία του δεν περνά απαρατήρητη ακόμα κι αν η ταινία στην οποία συμμετέχει λαμβάνει αμφίβολες κριτικές. Παράλληλα οργανώνει μεθοδικά τα βήματά του στη μουσική και με τους 30 seconds to Mars, φράντζα και eyeliner γνωρίζει την απόλυτη αποθέωση το 2005 με το  άλμπουμ “A Beautiful Life” το οποίο αν πείτε πως δεν είχατε φορτωμένο στο mp3 σας θα λέτε ψέματα και το ξέρετε. Σκηνοθετεί τα βίντεο κλιπ του συγκροτήματος – στην ουσία πρόκειται για μικρού μήκους ταινίες – με ψευδώνυμα, μαζεύοντας το ένα βραβείο μετά το άλλο. Πώς γίνεται λοιπόν με τόση επιτυχία και αποδοχή ο Jared Leto να καταλήγει ένας από τους πιο αντιπαθείς καλλιτέχνες της μουσικής αλλά κινηματογραφικής βιομηχανίας; 

Ποιος τα βάζει με τους fans των Beatles (δηλαδή όλο τον πλανήτη); 

Ενδεχομένως η αρχή να έγινε όταν ο Jared Leto υποδύθηκε τον Mark David Chapman, φανατικό οπαδό των Beatles και δολοφόνο του John Lennon. Προετοιμάστηκε για το ρόλο βασισμένος σε συνεντεύξεις του Chapman και τις μαρτυρίες ένας βιβλιοθηκάριου που γνώρισε όταν επισκέφτηκε τη γενέτειρα του Chapman αναζητώντας περισσότερες λεπτομέρειες για τον χαρακτήρα. Αυτό που πλέον δεν κάνει εντύπωση για τον Leto, αλλά τότε συνεπήρε τους κριτικούς, παρόλο που η ταινία στο σύνολό της τους δίχασε, είναι το γεγονός ότι πήρε 30 κιλά για να προσεγγίσει τη σωματική διάπλαση του δολοφόνου. Η απότομη αύξηση βάρους του προκάλεσε ουρική αρθρίτιδα και το σώμα του υπέστη τέτοιο σοκ που μετακινούνταν με αναπηρικό αμαξίδιο. 

Παρά την επίπονη διαδικασία στην οποία επέβαλε το σώμα του στην προσπάθειά του να προσεγγίσει το ρόλο του όσο το δυνατόν αρτιότερα, δεν είναι απλό να ενσαρκώνεις έναν από τους πιο μισητούς ανθρώπους στον κόσμο, εκείνον που στέρησε από τη μουσική, αλλά και την ανθρωπότητα έναν από τους πιο ταλαντούχους, ιδιοφυείς και ευγενείς ανθρώπους που έχουν περάσει από αυτόν τον πλανήτη, τον John Lennon (και, όπως μάλλον θα επιβεβαιώνε η Κρίστυ Περρή, δεν τα βάζεις με τους fans των Beatles γενικότερα). Η ταύτιση ηθοποιών με τον χαρακτήρα που ερμηνεύουν δεν είναι σπάνια και μάλιστα εκλαμβάνεται ως επιτυχία. Αν σιχάθηκες τον Jared Leto ως Chapman, τότε σίγουρα έκανε τη δουλειά του σωστά. Παρόλα αυτά ξέρουμε πολύ καλά ότι, πως αν το ευρύ κοινό εκφράσει την αντιπάθειά του για έναν χαρακτήρα, ίσως να μην είναι πολύ εύκολο για τον ηθοποιό να αποβάλει το στίγμα. Περνά στο συλλογικό θυμικό ως “κακός” ή έστω “αντιπαθής”, κάτι το οποίο φυσικά είναι άδικο για τον πραγματικό άνθρωπο πίσω από τον ηθοποιό, παρόλα αυτά αναμενόμενο και πράγματι η δύναμη του κοινού δεν πρέπει να υποτιμάται ποτέ.  

Όσκαρ Αντιπαράθεσης

Ο επόμενος challenging ρόλος του Jared Leto, για τον οποίο αποκτά και Όσκαρ Β’ Ανδρικού είναι αυτός της trans, οροθετικής γυναίκας Rayon στην ταινία “Dallas Buyers Club” του Jean-Marc Vallée, το 2013, ο οποίος αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης μέχρι σήμερα και είναι ίσως ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ο ηθοποιός έχει καταλήξει να είναι αντιπαθής. Για να την υποδυθεί, έχασε 18 κιλά, έκανε αποτρίχωση στο σώμα του, και φορούσε τα ρούχα της εντός και εκτός σετ. Παράλληλα φρόντισε να γνωρίσει και συνομιλήσει με πολλές trans γυναίκες και συγγενείς και φίλους ανθρώπων που πέθαναν από AIDS. “Ήμουν σε ένα πολύ αδύναμο, πολύ ευάλωτο μέρος. Αλλάζει τον τρόπο που περπατάς, τον τρόπο που μιλάς, τον τρόπο που κινείσαι”, αναφέρει σε συνέντευξή του σχετικά με την άρνησή του να βγει από τον χαρακτήρα μέχρι και το τέλος των γυρισμάτων, “Ένιωσα ότι ήταν καθήκον μου να κάνω ό,τι μπορούσα για να προσθέσω όσο το δυνατόν περισσότερη αλήθεια στον ρόλο”, καταλήγει. 

Παρόλα αυτά, πολύ περισσότερο σήμερα, απ’ ό,τι το 2013 που κυκλοφόρησε η ταινία, συζητείται έντονα το αν έπρεπε να επιλεχθεί ο Jared Leto για αυτόν τον ρόλο κι όχι μία trans γυναίκα ηθοποιός. Η εκπροσώπηση και η ορατότητα της trans κοινότητας στην pop κουλτούρα και συγκεκριμένα στο σινεμά έχει αλλάξει ραγδαία τα τελευταία χρόνια, με αποκορύφωμα τη σειρά του Netflix “Pose”. Παρόλα αυτά, η συζήτηση για το αν οι ηθοποιοί “έχουν δικαίωμα” να υποδύονται μειονότητες που για χρόνια είτε ήταν βυθισμένες στο σκοτάδι, είτε απεικονίζονταν στον κινηματογράφο απόλυτα στερεοτυπικά, για να προκαλέσουν το γέλιο ή την “συμπάθεια” ως άνθρωποι του περιθωρίου μαίνεται ακόμα και δεν είναι καθόλου σίγουρο το αν έχει απάντηση. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι ο Jared Leto ερμήνευσε το ρόλο μιας trans γυναίκας, η οποία μάλιστα νοσεί από AIDS και είναι εθισμένη σε ουσίες, με απόλυτο σεβασμό στην κοινότητα, αλλά και στον ίδιο το ρόλο, δίχως υποκριτικές υπερβολές που θα μπορούσαν πολύ εύκολα να τον μετατρέψουν σε καρικατούρα. Οι γραμμές ήταν ιδιαίτερα λεπτές και ο Jared περπάτησε πάνω τους με χάρη και ακρίβεια ακροβάτη.  

Είναι πραγματικά τα παπούτσια του Ledger, για να κρίνουμε αν ο Leto χωράει σε αυτά;

Αναλαμβάνοντας να ερμηνεύσει τον χαρακτήρα του Joker του σύμπαντος της DC στην ταινία “The Suicide Squad” του 2016, ρόλο που είχε ταυτιστεί απόλυτα με τον Heath Ledger, o Jared μάλλον κάρφωσε και το τελευταίο καρφί στην ταμπέλα που γράφει αντιπαθής για το mainstream κοινό, ωστόσο ο ίδιος φαίνεται να ενδιαφέρεται μονάχα για το να προκαλεί υποκριτικά τον ίδιο του τον εαυτό και να τον ξεπερνά, για αυτό και επιλέγει προσεκτικά τους ρόλους του με κριτήριο να τον πηγαίνουν, κατά την προσωπική του άποψη, μπροστά. Όπως δηλώνει σε πρόσφατη συνέντευξή του, θεωρεί χρέος του να αφιερώσει όλη του την ύπαρξη σε ένα ρόλο. “Είναι ακριβώς αυτό που με ενδιαφέρει”, λέει, αναφέροντας ηθοποιούς που “δεν φοβούνται να ματώσουν”, όπως ο Peter Sellers και ο Daniel Day-Lewis. “Όταν αναλαμβάνεις μια τέτοιου είδους δέσμευση, κάτι συμβαίνει. Αναγκάζεσαι να σκάψεις ακόμα πιο βαθιά, να εργαστείς ακόμα πιο σκληρά, να ανακαλύψεις κάτι πιο ικανοποιητικό και πιο πλούσιο”. 

Σχετικά με τον Joker, δεν ήταν μόνο το μένος ενός τόσο παθιασμένου κοινού όπως είναι αυτό των ταινιών της DC ή άλλων σύμπαντων, το οποίο έχει συνδέσει άρρηκτα το ρόλο με έναν ηθοποιό που έδωσε την ερμηνεία της ζωής του κι έπειτα χάθηκε τόσο άδικα, αλλά και ένα αστείο που έκανε σχετικά με κάποια “δωράκια” που έστελνε ο Jared στους συμπρωταγωνιστές του στην εν λόγω ταινία, όπως ο Will Smith και η Margot Robbie, το οποίο τον έβαλε και πάλι στο στόχαστρο. Συγκεκριμένα, ο Leto ανέφερε ότι έστειλε χρησιμοποιημένα προφυλακτικά, πρωκτικές χάντρες, σφαίρες και νεκρά ζώα σε άλλα μέλη του καστ, για να προσθέσει μια αίσθηση χάους – υπενθυμίζουμε εδώ ότι πρόκειται για χαρακτηριστικό του Joker ο οποίος όταν πρωτοσυστήθηκε στα κόμικ της DC, παρουσιάστηκε ως ένας ψυχοπαθής εγκληματίας με σαδιστική αίσθηση του χιούμορ, μετατράπηκε σε έναν ανόητο φαρσέρ στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ως αποτέλεσμα λογοκρισίας και επέστρεψε στις πιο σκοτεινές του ρίζες στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Όπως και να ‘χει, αυτή η ιστορία έγινε viral και η συμπεριφορά του θεωρήθηκε προσβλητική παρόλο που κανένας από τους συναδέλφους του δεν δήλωσε πως ένιωσε άβολα με αυτά τα “δώρα”, αν πραγματικά τους παραδόθηκαν. Ο ίδιος ο Jared Leto πάντως σε συνέντευξή του 2017 διευκρίνισε πως πρόκειται για “μαλακίες”, καθώς έκανε απλά ένα αστείο και τα υπόλοιπα είναι χαζομάρες που έκαναν οι συμπρωταγωνιστές μεταξύ τους. 

Με τόσες διακρίσεις, επαίνους, βραβεία και τον έναν πιο απαιτητικό ρόλο μετά τον άλλο, νοιάζει άραγε πραγματικά τον Jared Leto τι νομίζουμε για εκείνον; Μάλλον όχι. Για πολλούς η μέθοδός του ίσως να εκφράζεται ως υπερπροσπάθεια να τον πάρουν στα σοβαρά, να τους γκριντζάρει, να τους φαίνεται ανούσιο και υπερβολικό ότι για παράδειγμα ακόμη και για το ρόλο του Niander Wallace στο “Blade Runner 2049”, φόρεσε φακούς επαφής που του στέρησαν την όραση. Είναι ωστόσο δύσκολο να παραβλέψει κανείς πως πρόκειται για έναν σκληρά εργαζόμενο ηθοποιό και μουσικό που στα 49 του χρόνια, δεν εφησυχάζει και ξεπερνά σε κάθε ρόλο τα υποκριτικά του όρια. Οι τολμηρές του επιλογές και οι ακραίες μέθοδοί του, ίσως να του στέρησαν τη δημοφιλία και κυρίως τη συμπάθεια που απολαμβάνουν άλλοι ομόσταυλοί του, αλλά το πιο πιθανό είναι ο Jared Leto να χρειάζεται άλλα πράγματα για να είναι ευτυχισμένος και μάλλον τα έχει.  

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!