Στην εποχή μας, οι ερωτικές σχέσεις δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση σε όποια γενιά κι αν ανήκουμε. Με όλους αυτούς τους νέους παράγοντες που ονομάζονται social media να τις επηρεάζουν άμεσα, από τα dating apps έως το ghosting, το να βρει κανείς και να κρατήσει ένα ταίρι, μοιάζει με μια υπόθεση αρκετά περίπλοκη.
Υπάρχει όμως και η δική μας προδιάθεση απέναντι στο θέμα αυτό που επηρεάζεται πολύ από τους ανθρώπους που μας έφεραν στην ζωή ή μας μεγάλωσαν, τους γονείς μας δηλαδή. Όπως λέει στο Brides η κλινική ψυχολόγος Rebecca Bergen, η πρώτες εμπειρίες μας με αυτό το θέμα έρχονται από τους γονείς μας και δομούνται τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Η συνύπαρξή μας καθορίζει το πως θα δεχόμαστε ή θα προσφέρουμε την αγάπη, πως βλέπουμε τις σχέσεις και τι επιθυμούμε ή προσμένουμε από αυτές.
“Πιστεύω ότι ο βαθμός συναισθηματικής διαθεσιμότητας των γονέων μας επηρεάζει τον τρόπο που συνδεθήκαμε μαζί τους” εξηγεί. “Η θεωρία της προσκόλλησης που αναφέρεται στο δέσιμο που αναπτύσσεται ανάμεσα στο βρέφος και το ή τα πρόσωπα που το φροντίζουν, περιγράφει τον τρόπο που εσωτερικοποιούμε το μοντέλο σχέσης των γονιών μας και επηρεάζει τον τρόπο που εκλαμβάνουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Το είδος αυτής της προσκόλλησης καθορίζει αργότερα και το πως θα είμαστε εμείς οι ίδιοι στις δικές μας προσωπικές σχέσεις. Να πως:
Μας διδάσκουν πως να δείχνουμε τρυφερότητα
“Η σχέση των γονιών μας’ λέει η Bergen, “είναι το πρώτο και πιο επιδραστικό παράδειγμα για το πως να αλληλοεπιδρούμε και να επικοινωνούμε με τον σύντροφό μας. Ο τρόπος με τον οποίο ανταλλάσσουν συναισθήματα οι γονείς έχει μεγάλη επίδραση στο παιδί.” Αν το καλοσκεφτούμε, το τι κάνουν και λένε οι γονείς μας στα πρώτα χρόνια της ζωής μας, είναι το μόνο μοντέλο επικοινωνίας που γνωρίζουμε κι ακόμα κι αν κάτι δεν είναι σωστό, εμείς δεν μπορούμε παρά να το εκλάβουμε ως τέτοιο, γιατί απλά δεν γνωρίζουμε κάτι άλλο για να συγκρίνουμε. Αν για παράδειγμα οι γονείς μας σπάνια μας αγκάλιαζαν ή μας μας φιλούσαν, τηρώντας την ίδια στάση και μεταξύ τους, μπορεί μεγαλώνοντας να δυσκολευόμαστε να εκφράσουμε τρυφερότητα ως ενήλικες.
Όπως όμως λέει η Bergen, το ίδιο συμβαίνει και με τον τρόπο που εκφραζόταν ο θυμός ή οι αντιθέσεις μέσα στην οικογένειά μας. “Αν ένα άτομο τείνει να εκφράζει τα συναισθήματα του με έντονο τρόπο ή υιοθετεί το παθητικό-επιθετικό μοντέλο συμπεριφοράς, αυτό έχει συχνά να κάνει με τον τρόπο που επικοινωνούσαν οι γονείς του μεταξύ τους ή με το ίδιο.”
Συχνά ξεσηκώνουμε συμπεριφορές από εκείνους
“Ο γονέας που έχει το ίδιο φύλο με εμάς λειτουργεί ως μοντέλο συμπεριφοράς και ο γονέας του αντίθετου φύλου προβάλλεται στους πιθανούς συντρόφους μας. Μπορεί όμως να συμβαίνει και το ακριβώς αντίθετο. Να ψάχνουμε δηλαδή για έναν σύντροφο που να μην μοιάζει καθόλου με τον ψυχρό και απόμακρο πατέρα μας, για παράδειγμα.” σημειώνει η Bergen.
Σε ένα άλλο παράδειγμα, ένα άτομο ασκεί διαρκώς έντονη στην κριτική στους συντρόφους του διότι ο γονέας του ίδιου φύλλου δυσκολευόταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του και είχε καταπιεστεί από τον άλλο γονέα. Όταν όμως έχουμε εκλάβει την σχέση των γονιών μας ως θετική και υγιή, τείνουμε να προσπαθούμε να την μιμηθούμε.
Τα λόγια των γονιών μας μετατρέπονται σε αυτήν την φωνή μέσα στο μυαλό μας
Οι περισσότεροι ψυχοθεραπευτές θα συμφωνούσαν ότι κάθε προσωπική αλλαγή για να συμβεί προϋποθέτει αυτογνωσία. “Προσπαθήστε να αναγνωρίσετε την πηγή των απόψεων, των συναισθημάτων και των μοτίβων επικοινωνίας που έχετε. Κατόπιν σκεφτείτε λίγο τον εαυτό σας ως παιδί και προσπαθήστε να θυμηθείτε τα μοτίβα επικοινωνίας που είχατε με τους γονείς σας.” συμβουλεύει η Bergen. Οι ερωτήσεις που θα πρέπει να θέσετε στον εαυτό σας είναι “Ποιανού η φωνή είναι αυτή; Είναι η δική μας ενήλικη φωνή που στηρίζεται σε όσα πιστεύουμε και σκεφτόμαστε, ή έρχεται από κάπου αλλού ή από κάποιον άλλον; Μπορείτε ακόμα να παρατηρήσετε τον τρόπο που αλληλεπιδράτε με τους γονείς σας τώρα και να σκεφτείτε αν αυτό το μοντέλο επηρεάζει την τωρινή σας ρομαντική σχέση.”
Επηρεάζουν τον τρόπο που συνδεόμαστε με τους συντρόφους μας
“Μια επαναστατική έρευνα στην δεκαετία του 1960 και ’70 από τους John Bowlby και Mary Ainsworth μας βοήθησε να καταλάβουμε την θεωρία της προσκόλλησης” λέει η Bergen. “Από τότε, πολλοί ερευνητές έχουν εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο οι ασφαλείς αλλά και οι μη ασφαλείς συνδέσεις με τους γονείς μας, επηρεάζουν τον τρόπο που συνδεόμαστε με τους άλλους ως ενήλικες.” Για παράδειγμα, αν οι γονείς μας έδειχναν την αγάπη τους, ανταποκρίνονταν στις ανάγκες μας και έδιναν προσοχή στα συναισθήματά μας, είναι πιο πιθανό, εμείς ως ενήλικες, να αναπτύξουμε έναν υγιή τρόπο που συνδεόμαστε με τους άλλους.
Αντίθετα, αν είχαμε μια ανασφαλή σύνδεση με τους γονείς μας, μπορεί να έχουμε μια αποσπασματική αίσθηση του ίδιου μας του εαυτού. Αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, άγχος στις σχέσεις μας, έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους άλλους και να αναζητούμε τέτοιες επισφαλείς συνδέσεις, όχι γιατί είναι ικανοποιητικές, αλλά γιατί απλά μας είναι οικείες.
Πως να σπάσουμε τον κύκλο
Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε νέα μοτίβα, η Bergen προτείνει τέσσερα πράγματα: να διαβάζουμε, να κρατάμε ημερολόγιο, να κοιτάξουμε την σχέση μας από μια διαφορετική οπτική και να δώσουμε μια ευκαιρία στην ψυχοθεραπεία.
Ένα από τα πράγματα κλειδιά που θα πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι μπορούμε να μάθουμε νέους, υγιείς τρόπους να διαχειριζόμαστε τις διαφωνίες και τις εντάσεις με τον σύντροφό μας. Σε κανέναν δεν αρέσουν οι καυγάδες, μπορεί όμως να φοβόμαστε τις αντιθέσεις λιγότερο, αν μάθουμε να διαφωνούμε πιο εποικοδομητικά. Τα ανάλογα βιβλία μπορεί να μας ανοίξουν νέους τέτοιους τρόπους σκέψης προτείνοντας νέες τακτικές και προσεγγίσεις.
“Όταν κρατάμε ημερολόγιο”, ισχυρίζεται η Bergen, “βελτιώνουμε την αυτο-επίγνωσή μας και βάζουμε σε τάξη τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές μέσα στην σχέση. Συγκρίνουμε τον τρόπο που αντιδρούμε με τον τρόπο που οι γονείς μας αλληλεπιδρούσαν ή φέρονταν σε εμάς. Αν διαπιστώσετε ότι κάτι έλλειπε στην σχέση σας με τους γονείς σας, ψάξτε να βρείτε μήπως το γυρεύετε από την σχέση με τον σύντροφό σας.”
“Προσπαθήστε να βρείτε καινούριους τρόπους να συνυπάρξετε μέσα στην σχέση σας, όπως για παράδειγμα το να κάνετε πιο ουσιαστικές και βαθιές ερωτήσεις στον σύντροφό σας, να ανταποκρίνεστε όταν προσπαθεί να συνδεθεί μαζί σας βαθύτερα και να εκφράζεστε πιο ανοιχτά όταν νοιώθετε πληγωμένοι.” Άλλωστε το να δοκιμάζει το ζευγάρι καινούρια πράγματα είναι καλό, ιδιαίτερα αν είναι μαζί για αρκετά χρόνια.
“Τέλος, αν εξακολουθείτε να το βρίσκετε δύσκολο να σπάσετε αυτά τα μοτίβα συμπεριφοράς που έχετε κληρονομήσει από τους γονείς σας, η ψυχοθεραπεία είναι ίσως απαραίτητη” προσθέτει. Ένας ψυχοθεραπευτής μπορεί να σας βοηθήσει να τα αναγνωρίσετε και να εξερευνήσετε τι είναι αυτό που σας εμποδίζει να αναπτύξετε νέα και πιο υγιή τέτοια μοτίβα.