Η 2 Απριλίου είναι η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου και η ομάδα του One of Us ξεσκόνισε τις βιβλιοθήκες της, έψαξε καλά τα ράφια, αναζήτησε τον σωστό τίτλο ανάμεσα σε δεκάδες άλλους και τελικά βρήκε το ένα εκείνο βιβλίο που έπεσε στα χέρια τους σε τρυφερή ηλικία και απέκτησε μία μόνιμη θέση στην καρδιά τους. Ελάτε μαζί μας όσο ξεφυλλίζουμε τις αγαπημένες μας περιπέτειες και συναντιόμαστε με τους νεότερους εαυτούς μας, μιλώντας για εκείνα τα ξεχωριστά αναγνώσματα που όχι μόνο μας παρέσυραν στον μαγικό τους κόσμο αλλά μας έμαθαν, ουσιαστικά, να διαβάζουμε.
Οι Μικρές Κυρίες – Λουίζα Μέι Άλκοτ

Επιλογή της Κρίστυ Περρή
Στο δωμάτιό μου πάντα υπήρχαν κλασικά, αδιάβαστα βιβλία, τα οποία δεν γνωρίζω ακριβώς πώς είχαν καταλήξει στην βιβλιοθήκη μου, αλλά μονίμως τα προσπερνούσα χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή πρόθεση να τα ανοίξω. Τα εξώφυλλα μου φαινόντουσαν βαρετά, μου έβγαινε μία αντίδραση κάθε φορά που άκουγα από κάποιον μεγαλύτερο ότι ‘πρέπει’ να τα διαβάσω και γενικά προτιμούσα τις ταινίες Disney. Όλα αυτά τα άλλαξε το Harry Potter (μεγάλο κεφάλαιο και αυτό), το οποίο με μύησε στον κόσμο του διαβάσματος, όμως οι Μικρές Κυρίες με έκαναν να εγκατασταθώ εκεί. Εθίστηκα στον ρομαντισμό του και αισθανόμουν σαν να με καλύπτει με μία μαλακή κουβέρτα και μου προσφέρει ζεστό τσάι κάθε φορά που το έπιανα στα χέρια μου. Με έκανε μέλος της οικογένειας Μαρτς, με συγκίνησε βαθύτατα και τελικά μου έσπασε την καρδιά σε χίλια κομμάτια. Δύο φορές. Φυσικά, ο θάνατος της Μπεθ ακόμα είναι νωπός μέσα μου και φέρνει δάκρυα. Κυρίως όμως δεν μπορούσα να δεχτώ ότι η Τζο (η αγαπημένη μου) δεν κατέληξε με τον Λόρι (που ήθελα να παντρευτώ). Aυτή η πρώτη απογοήτευση πραγματικά σημάδεψε την εφηβεία μου και μου πήρε χρόνια και δύο κινηματογραφικές μεταφορές για να την ξεπεράσω. Τελικά, παρακολουθώντας τις Μικρές Κυρίες της Greta Gerwig κατάφερα να ξαναγνωρίσω τους αγαπημένους μου χαρακτήρες ως ενήλικας και να ταυτιστώ με την Τζο όχι για την αγάπη της στο γράψιμο και την μεγάλη φαντασία, αλλά για την ανικανότητά της να αφήσει πίσω την παιδικότητά της και να εμπιστευτεί κάποιον ώστε να ξεπεράσει τις ανασφάλειές της και να τον αγαπήσει. Ένιωσα την ψυχική της σύγκρουση μεταξύ της ανεξαρτησίας και της ανάγκης για συντροφικότητα βαθιά μέσα μου και ακόμα με σοκάρει ο καταπληκτικός μονόλογος της Saoirse Ronan για το πόσο αληθινός είναι. Εξακολουθώ να αισθάνομαι μέλος της οικογένειας.
Αίμα, Κόκαλα και Σπλάχνα – Άρλοντ Νικ

Επιλογή του Κωνσταντίνου Μανιάτη
Όταν ήμουν παιδί, δεν είχα καλή σχέση με τα βιβλία. Τα θεωρούσα τα πιο αδιάφορα δώρα, ειδικά σε εορτασμούς γενεθλίων. Παρόλα αυτά υπήρχαν συγγενείς που έκαναν αυτό το μοιραίο λάθος, και εγώ με την σειρά μου προσποιούμουν τον ευτυχισμένο. Κάποια στιγμή, μετά από αρκετή πίεση των γονιών μου να κλείσω τον υπολογιστή και να ανοίξω ένα εξωσχολικό, άρχισα να χαζεύω την βιβλιοθήκη. Έβλεπα Βάρναλη, Καζαντζάκη, Παπαδιαμάντη, αλλά τίποτα που στην ηλικία των 11 χρόνων θα μου κέντριζε το ενδιαφέρον (ντάξει, λογικό).
Πάνω που πίστευα ότι δε θα βρω κάτι και οι γονείς μου, ως μία τελευταία προσπάθεια να με βάλουν στον κόσμο της λογοτεχνίας, θα μου διάβαζαν με το ζόρι Παπαδιαμάντη, έπεσε το μάτι μου πάνω σε έναν τίτλο, διαφορετικό από τους άλλους. Αίμα, Κόκκαλα και Σπλάχνα. Το άρπαξα μονομιάς για να δω το εξώφυλλό του. Είχε παντού ζωγραφισμένα σε μορφή καρτούν πόδια, κεφάλια, χέρια μέσα σε βάζα και το γεμάτο περιέργεια μυαλό μου το άνοιξε αμέσως. Δε μπορώ να θυμηθώ με ακρίβεια το περιεχόμενό του. Το μόνο που θυμάμαι είναι να διαβάζω επιστημονικές ορολογίες, επεξηγημένες απλά και με χιούμορ. Ό,τι ακριβώς χρειάζεται ένα παιδί, ειδικά αν θέλει να μάθει σχεδόν τα πάντα για το ανθρώπινο σώμα.
Μέσα σε ένα διάστημα δύο ημερών, είχα καταφέρει να το τελειώσω και το θεώρησα ένα από τα πρώτα προσωπικά μου επιτεύγματα. Αλλά ακόμα διψούσα για μάθηση με έναν τέτοιον αστείο τρόπο. Δίπλα του καθόταν το αδερφάκι του, Μοιραίες Δυνάμεις, το οποίο μιλούσε για την φυσική επιστήμη. Αυτό μου πήρε λίγο περισσότερο να το τελειώσω (3 χρόνια), μιας και με κούρασε το ότι δεν καταλάβαινα πολλά από τους νόμους της Φυσικής. Τι και αν ο καιρός πέρασε, τι και αν διάλεξα την θεωρητική κατεύθυνση στο λύκειο, αυτά τα δύο βιβλία μου δημιούργησαν μία αγάπη για την Βιολογία και την Φυσική αντίστοιχα που ακόμα δεν έχω ξεπεράσει. Αν το παιδί σας δε θέλει να διαβάσει κάποιο βιβλίο, δώστε του ένα με συνταρακτικές εικόνες. Θα αλλάξει γνώμη.
Ο Δεκαπενταετής Πλοίαρχος – Ιούλιος Βερν

Επιλογή του Βαγγέλη Περρή
Ήμουν μικρός και μου άρεσαν τα βιβλία-κοσμήματα. Ένα τεράστιο άλμπουμ με πολύχρωμους κόκορες που είχαν ελατήριο και μπορούσες να τους κουνήσεις το κεφάλι, είχε έρθει από την Αμερική και κάθε μέρα το ξεσκόνιζα, φροντίζοντας να το κρύψω γιατί φοβόμουν ότι αδερφός μου σάλιωνε τις σελίδες πριν τις γυρίσει. Στην δική του βιβλιοθήκη ήταν που ανακάλυψα τον θησαυρό. Ήταν βαρύς, με κατακόκκινο εξώφυλλο, χρυσά γράμματα και μετά βίας μπόρεσα να διαβάσω τον τίτλο: Ιουλίου Βερν, Ο Δεκαπενταετής Πλοίαρχος. Όλες οι λέξεις μου ήταν άγνωστες, αλλά λαμποκοπούσαν. Χάιδεψα τον ανάγλυφο τίτλο, μύρισα το χαρτί – έκτοτε κάνω το ίδιο με όλα τα βιβλία- και βυθίστηκα στις ασπρόμαυρες ζωγραφιές ενός κόσμου που περιελάμβανε εξωτικά νησιά, καταρράκτες, ιστιοφόρα, ένα σκύλο και στο επίκεντρο βρισκόταν ένας ήρωας που ήμουν σίγουρος ότι ήταν ο αδερφός μου.
Δεν ήταν όλα μαγικά. Τα γράμματα ήταν μικρά, οι λέξεις μεγάλες -στα παραμύθια ήταν διαφορετικά- αλλά κάθε μέρα γύριζα και μία σελίδα.
Το βράδυ κυνηγούσα φάλαινες, διόρθωνα πυξίδες, έβλεπα αλυσοδεμένους ανθρώπους και ζαλιζόμουν από τις φουρτούνες. Το κοκκινόχρυσο σκαρί που με ταξίδευε σιγά-σιγά έγινε στόλος, αλλά ποτέ δεν αντιμετώπισα πρόβλημα με την πλοήγηση του. Ο Δεκαπενταετής Πλοίαρχος μου είχε μάθει όλες τις τυπογραφικές μανούβρες.
Το Πέρασμα της Γάτας – Ηρώ Παπαμόσχου

Επιλογή της Φιλίππας Δημητριάδη
Το βιβλίο που θα θυμάμαι για πάντα από τα παιδικά μου χρόνια είναι το Πέρασμα της Γάτας της Ηρώς Παπαμόσχου. Από την κλασική σειρά “Χελιδόνια” των εκδόσεων Πατάκη, βρέθηκε μάλλον στα χέρια μου ως τρόπαιο κάποιου διαγωνισμού στο σχολείο, το οποίο λησμονώ αν κέρδισα. Κερδισμένη όμως βγήκα, καθώς η ιστορία της Κοκόνας και της Κορίνας με συνόδευσαν για πολύ καιρό, παρόλο που ως γατομάνα από κούνια είχα ήδη βαφτίσει γατιά και γιατιά και με ενοχλούσε ιδιαίτερα το όνομα “Κοκόνα” και θεωρούσα ότι θα μπορούσαν να έχουν δώσει στη γάτα ένα καλύτερο. Πια δεν θυμάμαι λεπτομέρειες από την πλοκή και το βιβλίο έχει μείνει στη βιβλιοθήκη του πατρικού μου σπιτιού, πάντως πρόκειται για μια τρυφερή και συνάμα κωμική comming of age ιστορία. Η Κορίνα είναι το κορίτσι της υπόθεσης και η Κοκόνα η γάτα που τη σημαδεύει, όπως γίνεται συνήθως με το πρώτο κατοικίδιο της ζωής μας. Έχει λιτά αλλά όμορφα σκίτσα στο τέλος κάθε κεφαλαίου που μου άρεσε να χαζεύω. Την επόμενη φορά που θα επισκεφτώ το πατρικό μου, σίγουρα θα το ξεφυλλίσω.
Οι Μύθοι του Αισώπου

Επιλογή της Νικολέττας Σταμάτη
Είναι το βιβλίο που μικρή διάβαζα ξανά και ξανά και ξανά και υπάρχει ακόμα στη βιβλιοθήκη μου. Μετακόμισε μαζί μου όταν αποφάσισα να μείνω μόνη μου.
Ήταν ένα εικονογραφημένο (προφανώς!) βιβλίο που είχε μέσα τους μύθους του Αισώπου. Πρέπει τότε να τους είχα μάθει όλους απ’ έξω, παρέα με τα ηθικά διδάγματα που είχαν γράψει στο τέλος κάθε ιστορίας. Δεν είμαι σίγουρη αν τα καταλάβαινα ή αν απλά μου άρεσε να το παίζω έξυπνη. Πιθανώς ήταν ένας συνδυασμός και των δύο. Πάντως, ξεφυλλίζοντας το τώρα ξανά, διαπιστώνω ότι κάποια όντως μου έμειναν σε όλη μου τη ζωή κι ας μην θυμόμουν/ήξερα από πού.
Το βιβλίο έχει 25 ιστορίες, οπότε είναι λίγο -έως πολύ- δύσκολο να τις αναλύσουμε όλες. Γι’ αυτό θα μείνω σε αυτήν που πάντα μου άρεσε ένα “κλικ” περισσότερο. Και που σήμερα, όπως το βλέπω, ίσως να με ακολούθησε στην ενηλικίωση. Αυτή ήταν Ο Γάμος Της Μικρής Ποντικίνας.
Ο πατέρας της ποντικίνας θεωρούσε την κόρη του πολύ καλή για να την παντρέψει με ένα απλό ποντίκι. Ήθελε τον πιο δυνατό γαμπρό και γι’ αυτό πήγε πρώτα στον Ήλιο, αυτός του είπε να πάει στο Σύννεφο, αυτό στον Άνεμο και αυτός στον Τοίχο. Μόνο και μόνο, για να του πει ότι το ποντίκι είναι πολύ πιο δυνατό από αυτόν.
Μην παρεξηγηθώ. Δεν επιλέγω σε καμία περίπτωση αυτή την ιστορία ούτε για το στοιχείο του έρωτα και σίγουρα ούτε για το στοιχείο του γάμου. Το στοιχείο της, που αγαπώ, είναι αυτό που σου μαθαίνει. Ότι, δηλαδή, η ευτυχία δεν είναι κάτι μεγαλεπήβολο και υπερβολικό. Η ευτυχία μπορεί να βρεθεί στα μικρά πράγματα και πολλές φορές μπορεί να είναι μπροστά μας, απλά εμείς να μην είμαστε σε θέση να τη δούμε.
Η Προφητεία της Πέτρας – Bujor Flavia

Το βιβλίο αυτό βέβαια είχε την εξής ιδιαιτερότητα: διηγούταν μια ιστορία αμιγώς κοριτσίστικη. Βλέπεις μέχρι τότε ό,τι βιβλίο διάβαζα είχε ένα μιξ κοριτσιών και αγοριών ηρώων ή πολλές φορές και μόνο αγοριών. Έτσι, όπως είναι λογικό, ενστικτωδώς μου τράβηξε πολύ παραπάνω το ενδιαφέρον. Και για να ανεβάσω τον πήχη, το βιβλίο αυτό δεν έλεγε την ιστορία τριών απλών κοριτσιών, αλλά τριών κοριτσιών που αποδείχθηκαν μαχήτριες, και με αφορμή την προφητεία η οποία τις έδενε (ναι το παραδέχομαι, διάβαζα epic fantasy βιβλία), μέχρι το τέλος του βιβλίου είχαν ψιλοσώσει τον κόσμο.Γινόταν λοιπόν μέσα στο μυαλό μου μια σταδιακή έκρηξη όσο προχωρούσα το βιβλίο, γιατί ενώ είχα ξαναέρθει σε επαφή με δυναμικές έξυπνες ηρωίδες (βλέπε Ερμιόνη Γκρείντζερ), πάντα στο τέλος του στόρυ αυτός που έβγαζε το φίδι από την τρύπα ήταν ο άντρας. Ενώ λοιπόν στην πορεία μου ως αναγνώστρια (όχι μόνο epic fantasy) γνώρισα τον κόσμο και πολλών άλλων δυναμικών γυναικών, αυτό ήταν το πρώτο μου ερέθισμα με το πλέον αυτονόητο: δεν θα έρθει κανένας ιππότης να σε σώσει επειδή είσαι γυναίκα, και βασικά δεν χρειάζεται να έρθει, γιατί είσαι ικανή να σώσεις τον εαυτό σου. Και αν ποτέ προκύψει η ανάγκη, θα σώσεις και αυτόν, γιατί απλά μπορείς.
Οικογένεια Ελβετών Ροβινσώνων – Wyss Johan Davi

Πολλά βιβλία διάβασα ως παιδί διότι ήμουν από αυτά τα παιδάκια τα ήσυχα που είχαν πάντα ένα μισοδιαβασμένο μυθιστόρημα κάπου δίπλα τους για να τα καταφεύγουν τις κενές, τεμπέλικες ώρες. Θυμάμαι κυρίως τα καλοκαιρινά μεσημέρια στο χωριό, με τα τζιτζίκια να οργιάζουν έξω και την γιαγιά με τον παππού να κοιμούνται στο διπλανό δωμάτιο, ενώ εγώ βρισκόμουν κάπου μακριά, παρέα με τους ήρωες του Ιουλίου Βερν ή τον Γκιούλιβερ στις παράξενες χώρες που τον έριχνε η μοίρα του, διαβάζοντας με όλες τις αισθήσεις μου, ρουφώντας τα κείμενα ως ολοκληρωμένες, σωματικές σχεδόν εμπειρίες.
Όλα τους με διαμόρφωσαν ως αναγνώστρια, και σε μερικές περιπτώσεις και ως άνθρωπο. Ένα από αυτά, ήταν το Οικογένεια Ελβετών Ροβινσώνων του Wyss Johan David. Η ιστορία ήταν καταπληκτική για τα δικά μου παιδικά γούστα: Μια οικογένεια Ελβετών, σαλπάρουν για να ενταχθούν σε κάποια αποικία σε ένα νησί του Ειρηνικού Ωκεανού. Δυστυχώς δεν φτάνουν ποτέ στον προορισμό τους διότι ναυαγούν κοντά σε ένα ερημονήσι και ξεβράζονται στις αφιλόξενες ακτές του. Ευτυχώς γι’ αυτούς καταφέρνουν να σώσουν αρκετά από τα υπάρχοντά τους από το ναυαγισμένο καράβι και να ξεκινήσουν μια γενναία προσπάθεια να κάνουν το νησί κατοικήσιμο, να φτιάξουν κοπάδια με ζώα, να στήσουν εκεί σπιτικό. Και τα καταφέρνουν! Ω, πόσο τους θαύμαζα! Πόσο με παράσερνε η επιθυμία τους για την δημιουργία εστίας, η μάχη τους με την φύση και τα αγρίμια της, η αποφασιστικότητα που έδειχναν ενάντια σε όλα τα κακά που η μοίρα τους είχε επιφυλάξει. Ο θρίαμβός τους ήταν και δικός μου και η οικογένειά τους με φιλοξένησε πολλές φορές στο αυτοσχέδιο σπιτικό τους, διότι διάβασα και ξαναδιάβασα το βιβλίο πολλές φορές.
