Έχει περάσει σχεδόν μία ώρα από τη στιγμή που κάτσαμε σε ένα μεζεδοπωλείο στην Ούλωφ Πάλμε και ακόμα δεν έχω πατήσει το rec. Ακριβώς δίπλα από τα τραπεζοκαθίσματα εκτείνεται το Πάρκο Ζωγράφου, εκεί που η Μαριλού Παντάκη – ή αλλιώς, Madame Ginger – περπατούσε κατά τη διάρκεια της καραντίνας με τον σύντροφό της βγάζοντας βόλτα τον σκύλο της, το Μπιφτέκι, προσπαθώντας να γλιτώσει για λίγο από την παράνοια της ειδησεογραφίας του κορωνοϊού. Συζητάμε πίνοντας μπύρα και δοκιμάζοντας μεζέδες ενώ πάνω στο τραπέζι είναι ανοιχτό το νέο της βιβλίο “Δε Κουκμπούκ” με 61 εύκολες συνταγές για όλους. Πρόκειται για το πρώτο της βιβλίο, η διαδικασία της δημιουργίας του οποίου συνέπεσε με το lockdown, “Θυμάσαι πότε ήταν η τελευταία καλή μέρα που έζησες;”, ρωτάει αφοπλιστικά όταν της εξομολογούμαι ότι πριν τη συναντήσω είχα μία δύσκολη μέρα. “Για μένα, η τελευταία καλή μέρα ήταν η μέρα που υπέγραψα για το βιβλίο, δύο μέρες πριν μπούμε σε καραντίνα”.
Θα μπορούσε εύκολα να πει κανείς πως δεν υπήρχε ιδανικότερο timing. Τέλος τα γυρίσματα, τα δεκάδες mail με πελάτες, θα μπορούσε να συγκεντρωθεί απρόσκοπτα στο στήσιμο του βιβλίου. Αλλά όπως όλοι αντιμετωπίζουμε σήμερα τον αντίκτυπο αυτής της ραγδαίας αλλαγής της καθημερινότητάς μας στην ψυχολογία μας, έτσι και εκείνη βρέθηκε αντιμέτωπη με την κατάθλιψη, αυτοάνοσα νοσήματα και κρίσεις άγχους. “Στο lockdown μου τα σκασε πάλι η κατάθλιψη. Ξέρεις υπήρχαν δύο κατηγορίες ανθρώπων στην κραντίνα, αυτοί που έμπαιναν στα ειδησεογραφικά sites και έκαναν ανανέωση κάθε 2 λεπτά να δουν τι νέο έχει συμβεί και αυτοί που άκουγαν απλά το διάγγελμα στις 6 και τέλος. Εγώ άνηκα στην πρώτη κατηγορία. Ένα πρωί ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω ένα από τα πρώτα τέτοιου είδους ρεπορτάζ, ότι όσοι είναι στην εντατική διασωληνομένοι πεθαίνουν μόνοι τους και ότι οι νοσοκόμες στην Ισπανία και στην Ιταλία κάνουν ένα video call με τους συγγενείς τους, οι οποίοι ουσιαστικά τους βλέπουν να πεθαίνουν από μακριά. Αυτό το πράγμα μου συγκλόνισε το είναι, κλόνισε την πίστη μου στα πάντα. Τον πρώτο μήνα της καραντίνας λοιπόν ήμουν πολύ down, το πρωί χάλια από όλη την πληροφορία αλλά τα απογεύματα, μετά το διάγγελμα, άλλαζε η διάθεσή μου. Τότε ασχολούμουν με το βιβλίο, οπότε ήταν μία διέξοδος. Μπήκα μετά από πολύ καιρό στην κουζίνα και μαγείρεψα για μένα, όχι για κάποιον πελάτη, όχι για κάποιο βίντεο, για εμένα, για τον σύντροφό μου και για το βιβλίο το οποίο είναι κάτι τελείως δικό μου.

“Αυτή την περίοδο είμαι γκρινιάρα και καταθλιπτική, τι να κάνουμε;”, Φωτογραφία: Τζοβάννα Στεφάνου
Το ξέρω θα ακουστεί αντι-ρομαντικό, όμως έγινε κι αυτό μία δουλειά, ένα ακόμα πρότζεκτ, σε έξι μήνες δεν θα το θυμάται κανείς. Ακόμα και το βιβλίο είναι ένα εφήμερο πράγμα. Κάτι άλλο θα παρουσιαστεί μετά στο feed σου να σε ενθουσιάσει. Η πίεση ήταν μεγάλη. Αφού το τελείωσα σκέφτηκα, “Πωπω μαλάκα αυτό το πράγμα με ξεζούμισε!”. Πέρασα από διάφορα στάδια, το μετάνιωσα, μετά σκέφτηκα ότι είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχω κάνει, μετά είπα ότι το πιο σημαντικό θα ήταν να έχω βρει τη θεραπεία για τον καρκίνο και όχι ένα βιβλίο προφανώς, το αμφισβήτησα και το μίσησα γιατί μου άφησε κουσούρια, τρία αυτοάνοσα, κρίσεις άγχους. Το “Κάνε αυτό που αγαπάς και δεν θα δουλέψεις μία μέρα”, είναι τεράστιο ψέμα. Αν κάνεις αυτό που αγαπάς, δουλειά, το μισείς. Αλλά το μίσος είναι ένα ανθρώπινο συναίσθημα, αλλιώς είσαι ρομπότ”.
Όση ώρα μιλάμε στο κινητό της σκάνε άπειρα notifications. Όταν το αντιλαμβάνεται το γυρίζει ανάποδα συνεχίζει να ακούει με προσοχή και πάντα κοιτώντας στα μάτια. Τη στιγμή που η τεχνολογία μας έχει κάνει πάντα διαθέσιμους, εκείνη αποφασίζει να αφοσιωθεί σε κάτι χωρίς να επιχειρήσει αυτό το άβολο και συνήθως αποτυχημένο multitasking που κάνουμε όλοι όταν τσεκάρουμε τα κινητά μας. “Απάντησα χθες το βράδυ σε ένα mail ενώ πήγαινα τον σκύλο βόλτα, 11μιση το βράδυ. Η απάντηση σε αυτό ήρθε 12μιση το πρωί. Τελικά δεν χρειάζονταν, θα μπορούσα να το έχω κάνει το πρωί. Είναι και λίγο δικό μας φταίξιμο αυτή η προσβασιμότητα. Παρόλο που στη δική μου δουλειά τα όρια είναι ούτως ή άλλως θολά, δεν υπάρχει σαφές ωράριο, δεν οφείλεις να απαντάς πάντα ή απάντα “Σόρρυ, είμαι σε οικογενειακό dinner, τα λέμε αύριο”. Δεν έχω δει να απολύεται κάποιος επειδή δεν είναι διαθέσιμος εκτός του ωραρίου του ή μετά από μία συγκεκριμένη ώρα.
Ας μη γελιόμαστε, τεράστια παγίδα το home office, ειδικά μέσα στην καραντίνα ξέφυγε η κατάσταση, αλλά δεν υπήρχε και πριν όριο, οι περισσότεροι έμεναν στα γραφεία τους μέχρι τις 8 – 9. Είναι μία ευκαιρία να βάλουμε όρια. Είμαστε μία γενιά που έχουμε φάει σκατά και έχουμε βιώσει απαίσιες συνθήκες εργασίας, είναι στο χέρι μας να το αλλάξουμε. Και μιλάω και από τη θέση του αφεντικού – μπορεί να πει κάποιος ότι μιλάω εκ του ασφαλούς – όμως δεν έχω στείλει ποτέ 9 το βράδυ mail και αν είναι ανγάκη θα στείλω χίλια συγγνώμη, αλλά δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να επείγει τόσο πολύ ώστε να γαμήσεις τη ζωή του άλλου. Δεν υπάρχει κάτι να σε αναγκάζει να στρεσάρεις τον υπάλληλό σου, να τον κάνεις να νιώθει άσχημα, ή ελλειπής, ή να νιώθει ότι θα τον απολύσεις. Αν το κάνεις είσαι μαλάκας και αυτός ο άνθρωπος θα σου φύγει έτσι κι αλλιώς, γιατί είσαι κακό αφεντικό. Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από το να εμπνέεις τους υπαλλήλους σου και να είναι χαρούμενοι. Θα πάνε όλα πολύ καλύτερα, θα βγαίνουν όμορφα πράγματα”.

Το πρώτο βιβλίο της Madame Ginger “ΔΕ ΚΟΥΚΜΠΟΥΚ”, Φωτογραφία: Τζοβάννα Στεφάνου
Παρακολουθώντας τη Μαριλού διαδικτυακά αντιλαμβάνεσαι ότι μάλλον πρόκειται για έναν άνθρωπο αυθεντικό και αυθόρμητο, ότι η Madame Ginger δεν είναι μία περσόνα που επιστρατεύει για να υπηρετήσει την αγάπη της για την μαγειρική. Δεν είμαι όμως σίγουρη αν περίμενα να μιλά με τόσο πάθος για όσα πιστεύει, να υπερασπίζεται τις απόψεις της, αλλά ταυτόχρονα να αμφισβητεί τον εαυτό της και να δέχεται ότι δεν έχει την απάντηση για όλα είτε το κόκκινο λαμπάκι του rec είναι αναμένο, είτε όχι. Για μια στιγμή αναρωτιέται αν ακούγεται “γκρινιάρα”, αλλά το επόμενο δευτερόλεπτο λέει “Χέστηκα! Αυτή την περίοδο είμαι γκρινιάρα και καταθλιπτική, τι να κάνουμε;”.
Η συζήτηση δεν ακολουθεί κάποια συγκεκριμένη ροή, για αυτό και βρισκόμαστε να μιλάμε για την περίοδο και όλα τα ταμπού που τη συνοδεύουν. Ανακαλώ κάποιες πληροφορίες για θρησκευτικούς κανόνες σε σχέση με την περίοδο που έμαθα κάνοντας έρευνα για ένα άρθρο. “Δεν είναι φοβερό που όλα όσα μας αφορούν έχουν αποφασιστεί από άντρες;”, θα μου πει ενώ αναζητά στο κινητό της να μου δείξει τη δουλειά μιας εικονογράφου που σχεδιάζει φεμινιστικά illustrations. Στον περασμένο κύκλο του Master Chef υπήρξε ένα επεισόδιο στο οποίο 25 διακεκριμένοι chef συγκεντρώθηκαν για να κρίνουν μαγειρικά τους παίκτες. Ανάμεσά τους ούτε μία γυναίκα. Με ένα κείμενο στο site της madameginger.com, η Μαριλού τοποθετήθηκε χωρίς να φοβηθεί ενδεχόμενο κόστος, είτε προσωπικό, είτε επαγγελματικό.
“Ρε συ, νομίζω πρέπει να μιλάμε πια, δεν γίνεται να αφήνουμε τέτοια πράγματα να περνάνε και ειδικά σε ένα τόσο ανδροκρατούμενο και σεξιστικό περιβάλλον όσο οι κουζίνες. Το καλύτερο που συνέβη ήταν ότι στο post μου σχολίασε ένας από αυτούς τους 25 μάγειρες που ήταν εκεί “Μαριλού, ήταν το πρώτο πράγμα που ρώτησα την παραγωγή όταν είδα ότι ήταν όλοι άντρες και απογοητεύτηκα πάρα πολύ”. Πιστεύω ότι όπως το σκέφτηκε εκείνος, θα το σκέφτηκαν και άλλοι από τους 25. Δεν περιμένω ότι θα αλλάξει κάτι άμεσα, αλλά δεν πειράζει, baby steps, ας ξεκινήσουμε από εκεί και θα γίνει κεκτημένο. Δεν γίνεται να σωπαίνουμε, όσοι έχουμε φωνή και βήμα οφείλουμε να μιλάμε χωρίς να σκεφτόμαστε χορηγούς, πελάτες, τίποτα. Ένας να επηρεαστεί από όσα λέμε, είναι μία νίκη”.

“Πρέπει να μιλάμε πια, δεν γίνεται να αφήνουμε τέτοια πράγματα να περνάνε και ειδικά σε ένα τόσο ανδροκρατούμενο και σεξιστικό περιβάλλον όσο οι κουζίνες”. Φωτογραφία: Τζοβάννα Στεφάνου
Θα μπορούσε απλά να καβαλάει το κύμα, να πηγαίνει όπου πάει η εποχή, αλλά όχι, είναι θέση και στάση ζωής, καθώς τις προάλλες έστειλε προσωπικό μήνυμα σε παρουσιάστρια εκπομπής η οποία παίρνοντας συνέντευξη από μία άλλη γυναίκα που έπαιζε ποδόσφαιρο σχολίασε, “Γυναίκα και σας αρέσει το ποδόσφαιρο; Καταπληκτικό!”. “Της έστειλα “Καλησπέρα, είμαι η Τάδε και θεωρώ ότι αυτό που είπατε δεν είναι σωστό. Ίσως να το ξανασκεφτείτε πριν πείτε πάλι κάτι παρόμοιο”. Δεν μου απάντησε φυσικά, αλλά το διάβασε και όντως μπορεί να σκεφτεί να το ξαναπεί”.
“Δεν έβλεπα τηλεόραση μέχρι που τα έφτιαξα με τον σύντροφό μου, είχα να δω 13 χρόνια, οπότε όταν την ανοίγω και βλεπω προγράμματα όπως το Bachelor είμαι “Μαλάκα τι γίνεται;”.
Για παράδειγμα παρακολουθούσα το αυστραλιανό Master Chef, δεν έχει καθόλου reality στοιχεία, μαθαίνεις τεχνικές, μαγειρική, υλικά, κλείνεις την τηλεόραση και έχεις πάρει κάτι. Στην Ελλάδα δεν ισχύει αυτό το πράγμα, ο Έλληνας θέλει κουτσομπολιο. Οι κριτές του δικού μας Master Chef είναι σοβαροί άνθρωποι και το έχουν αφήσει απ’ έξω αυτό, αλλά έχει μείνει το ενδιάμεσο του reality. Θα ήθελα να προσπαθήσουν να το αλλάξουν αυτό, να γίνουν μέντορες, όχι απλά κριτές. Ή όπως στο GNTM φέτος, δεν έκαναν δεκτά δύο queer παιδιά με την εξήγηση ότι ήταν ήδη έτοιμοι για το εξωτερικό. Του χρόνου τους θέλουμε και μες το παιχνίδι. Πάμε να δούμε λίγο μόδα. Κι ας μην έχεις 100 χορηγούς, ας έχεις 80. Στο χέρι μας είναι”.
Έχουν προτείνει άπειρες φορές στην Μαριλού να μαγειρέψει σε εκπομπές, κυρίως πρωινές. Αναγνωρίζει ότι έχει την επιλογή να πει όχι. “Είναι μεγάλη τιμή για κάποιον να του δίνουν μία δική του εκπομπή μαγειρικής, αλλά αυτό που βλέπω στις εκπομπές και με θλίβει είναι “κοτόπουλο αλά κρεμ”, “καρμπονάρα με κρέμα γάλακτος”, “χοιρινό λεμονάτο με πουρέ”. Ρε μαλάκες ξεκολλάτε! Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί αυτό υποτίθεται ότι θέλει το κοινό και αυτό θέλουν και οι πελάτες. Εδώ έρχεται μία ωραία ιστορία. Κόβω το κρέας, δεν το λέω σε κανέναν, το ξέρουν δύο φίλοι, δεν το ξέρουν πελάτες, κανείς. Δουλεύω λοιπόν με μία εταιρία που ήδη συνεργάζομαι 3 χρόνια. Στέλνω προτάσεις συνταγών επί ένα χρόνο, τις εγκρίνουν, τις ανεβάζουμε. Έρχεται η ανανέωση συμβολαίου, με παίρνει ο μάνατζερ και μου λέει, “Να σου πω ρε συ, μπορείς σε μία συνταγή να βάλεις κρέας;”. Δεν το είχε καταλάβει ότι επί ένα χρόνο δεν τρώω κρέας και ότι ούτε οι συνταγές μου είχαν. Του λέω λοιπόν, “Όχι απλά δεν σου έφτιαξα κρέας και δεν το κατάλαβες, δεν σου έφτιαξα τίποτα παρωχημένο. Όλες οι συνταγές ήταν πρωτότυπες, εμπνευσμένες, δημιουργικές, με νέα υλικά που θα τα βρεις όμως εύκολα στο σούπερ μάρκετ”. Κάναμε άλλον έναν χρόνο συνεργασίας με συνταγές χωρίς κρέας. Το κοινό σου εσύ το εκπαιδεύεις. Το ίδιο ισχύει και με την τηλεόραση, αυτό που του προσφέρουν τόσα χρόνια έχει μάθει να καταναλώνει. Πάμε να το αλλάξουμε”.

“Προσπαθώ να σου δείξω την καλή πλευρά μου, αλλά αν με δεις έξω στην κακή μου, θα στη δείξω κι αυτή”, Φωτογραφία: Τζοβάννα Στεφάνου
Δεν έκανε ποτέ την απόφαση να σταματήσει να καταναλώνει κρέας σημαία, ούτε προσπάθησε να την επιβάλλει μέσα από τα πρότζεκτ της, παρόλου που ούτε στο πρώτο της βιβλίο θα βρείτε συνταγές με κρέας και αν δεν το διαβάζατε εδώ, μπορεί να μην το παρατηρούσατε καν. Αυτό που απασχολεί την Μαριλού είναι να μη λέει ψέματα στο κοινό της, καθώς αναγνωρίζει ότι επηρεάζει κόσμο. “Πρόκειται για το σώμα μας, χρειάζεται ενημέρωση. Ο κόσμος δεν εστιάζει στην πληροφορία, δεν διαβάζει. Τα κάνουμε όλα γρήγορα. Ειδικά με την τροφή. Βγάζουμε αυτοάνοσα, μας πέφτουν τα μαλλιά και δεν κοιτάμε τι βάζουμε στο σώμα μας, αλλά κουμπώνουμε τις βιταμίνες κάθε πρωί. Ζούμε σε μία χώρα με υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας. Δεν μπορούμε συνέχεια να λέμε body positive και ούτε έχει να κάνει με την ομορφιά, προφανώς και είναι όμορφοι και οι παχύσαρκοι άνθρωποι. Αλλά κάνεις κακό στην υγεία σου, θα πεθάνεις. Δεν γίνεται να τα νορμαλοποιούμε όλα. Έχουμε τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην Ευρώπη. Μιλάω για πραγματική παχυσαρκία, όχι για τα πέντε έξτρα κιλάκια που πήρες και κάνει δίπλες η κοιλίτσα σου έτσι που κάθεσαι. Είναι λάθος. Όπως είναι λάθος να κοπανιέσαι στο γυμναστήριο και να τρως όλη μέρα ένα αβοκάντο. Ειδικά εμείς που ταΐζουμε τον κόσμο, έχουμε ευθύνη. Αν πιστεύεις ότι δεν έχεις, είσαι βλάκας κι ευθυνόφοβος. Επηρεάζω κόσμο, το ξέρω. Δεν θα κοιμηθώ καλά αν σου έχω πει να φας παριζάκι, γιατί θα είναι σα να σου έχω πει να βάλεις μέσα σου καρκίνο”.
Το ότι επηρεάζεις κόσμο, σημαίνει αυτόματα ότι απολαμβάνεις ιδιαίτερα μεγάλη αναγνωρισιμότητα. Πώς τη διαχειρίζεται η Μαριλού; “Προσπαθώ να την αντιμετωπίζω ανθρώπινα, αλλά πάντα με σεβασμό προς εκείνον που θα έρθει να μου μιλήσει. Νομίζω ότι το έχω πάρει cool. Δεν ξέρω πως να το εξηγήσω, χαίρομαι όταν έρχονται και μου μιλάνε, αλλά εκείνη τη στιγμή το μυαλό μου κάνει ένα split και νιώθω ότι μιλάνε στη Madame Ginger και όχι στη Μαριλού, χωρίς όμως αυτά τα δύο να είναι διαφορετικά. Όταν δεν μπορώ ωστόσο, θα το πω, “Παιδιά ευχαριστώ, αλλά δεν είμαι σε φάση, στείλτε μου dm!”. Ή σε μία συναυλία, αν είμαι στη φάση μου, έχω πιεί, απλά το λέω, “Guys, γαμώ, είμαι κομμάτια, πάμε να περάσουμε καλά”, ο άλλος που θα έρθει να μου μιλήσει δηλαδή δεν θα έχει πιει; Είμαι σε ένα φεστιβάλ και είμαι μεθυσμένη, γιατί να το σκεφτώ; Ή γιατί να σκεφτώ αν θα κάνω γυμνισμό το καλοκαίρι επειδή με γνωρίζουν; Ενδεχομένως να έχει σημασία ότι το ξεκίνησα μεγάλη όλο αυτό και δεν κατάφερε να με αλλάξει, παρόλο που είναι πολύ εύκολο να στη βαρέσει.
Με ρωτάνε πολλοί, “Είσαι πάντα τόσο χαρούμενη;”, φυσικά και όχι, αλλά τις μέρες που δεν είμαι δεν θα γυρίσω βίντεο, προσπαθώ να σου δείξω την καλή πλευρά μου, αλλά αν με δεις έξω στην κακή μου, θα στη δείξω κι αυτή. Δεν έχω κάψα με τη δημοσιότητα, προφανώς μου αρέσει να έχω λόγο, βήμα, να επηρεάζω τον κόσμο όσο το δυνατόν γίνεται προς την πιο σωστή κατεύθυνση, χωρίς αυτό να γίνεται δογματικά, αλλά μέχρι εκεί. Στο τέλος της μέρας θα το κάνω όπως θέλω κι ας καταστραφεί ο κόσμος”.
Το πρώτο βιβλίο της Madame Ginger “ΔΕ ΚΟΥΚΜΠΟΥΚ: 61 λαχταριστές, πανεύκολες συνταγές για όλους” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας. Περισσότερες πληροφρίες θα βρείτε στο e-shop του site της madameginger.com.