Είναι πια γνωστό ότι η υπερβολική εμπλοκή των γονιών στα ζητήματα των παιδιών τους είναι μια κακή τακτική που δεν ωφελεί ούτε εκείνα, αλλά ούτε και τους ίδιους. Το να υπερίπτασαι σαν ελικόπτερο πάνω από το κεφάλι του παιδιού σου προσπαθώντας να εξασφαλίσεις την επίλυση κάθε προβλήματος, ίσως ακόμα και πριν καν αυτό προκύψει, είναι επιζήμιο για την ανεξαρτησία και την ίδια του την ανάπτυξη.
Πολύ σωστή θεωρία και πλήρως αποδεδειγμένη στην πράξη.
Ως την ημέρα που ξεκίνησε η τηλεκπαίδευση! Όσα γνωρίζαμε μέχρι τότε ανατράπηκαν και οι θεωρίες απλά ακυρώθηκαν από την σκληρή καθημερινότητα που θέλει τον γονέα να είναι παρών κατά την διάρκεια του μαθήματος, τα πεντάχρονα να καλούνται να χρησιμοποιήσουν τους υπολογιστές και τα τάμπλετς με επιτυχία ώστε να προχωρήσει το μάθημα και τους δασκάλους να μάθουν να ενεργούν σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον από αυτό της φυσικής σχολικής τάξης. Οι ρόλοι φυσικά μπερδεύτηκαν και ως ένα σημείο αλλοιώθηκαν, καθώς στην αλληλεπίδραση δασκάλου – μαθητών απόκτησε ρόλο και ο γονέας.
Ρωτώντας κάποιους γονείς για την νέα αυτή εμπειρία τους, είχαν πολλά να μας πουν:
Η Ιουλία ως μητέρα είναι πολύ κοντά στα ζητήματα που αφορούν την κόρη της και παρακολουθεί καθημερινά την σχολική της πορεία.

“Όταν ξεκίνησε όλο αυτό την προηγούμενη Άνοιξη, χρειάστηκε να βοηθήσω το παιδί μου να μάθει να ανταποκρίνεται στο τεχνικό κομμάτι της τηλεκπαίδευσης. Είναι 8 ετών και κάτι τέτοιο της ήταν άγνωστο. Προσπαθούσε βέβαια, αλλά η ώρα περνούσε κι εμείς ξοδεύαμε περισσότερο χρόνο να μάθουμε τα του υπολογιστή, παρά με την πραγματική σχολική εργασία. Οπότε συνέλαβα αρκετές φορές τον εαυτό μου να παίρνω εγώ τα ηνία της υπόθεσης και να την αφήνω στην άκρη. Άλλωστε, σκεφτόμουν, ποιο είναι το νόημα της τηλεκπαίδευσης όταν το παιδί περνάει το χρόνο του ψάχνοντας το σωστό κουμπάκι του υπολογιστή αντί να συμμετέχει στην εκπαιδευτική διαδικασία; Μου πήρε κάμποσο καιρό να καταλάβω ότι είναι κι αυτό μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και να κάνω πίσω. Αφήνοντάς την να κάνει όσο το δυνατόν περισσότερα μόνη της, έχουμε αστοχίες και καθυστερήσεις, αυτό όμως είναι ίσως καλύτερο από το να ακυρώνω την όποια προσπάθειά της”
Η Ιωάννα είναι μητέρα τριών κοριτσιών. Ομολογεί ότι περνάει το μισό απόγευμα της κάθε σχολικής μέρας κατεβάζοντας τα αρχεία, τα links και τις εργασίες των παιδιών της, πριν καν αρχίσουν το διάβασμα.
“Αν δεν το αναλάμβανα εγώ αυτό το κομμάτι” μας εξηγεί, “θα χανόταν πολύς χρόνος ώσπου τα κορίτσια να καταφέρουν να τα διεκπεραιώσουν όλα αυτά μόνα τους και θα μας έπαιρνε η νύχτα. Είναι αναγκαία η παρέμβαση των γονέων σε αυτή την νέα πραγματικότητα.”
Συζητώντας αυτό το πρακτικό κομμάτι της τηλεργασίας με την κα Ειρήνη Μαυρίδου, εκπαιδευτικό της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, μας είπε:
“Τα όσα περιγράφουν οι συγκεκριμένες μητέρες είναι αναμενόμενα. Και φυσικά χρειαζόμαστε την βοήθειά τους για την διεκπεραίωση του μαθήματος σε αυτή την νέα πραγματικότητα. Υπάρχουν όμως γονείς που δεν αρκούνται στην περιστασιακή βοήθεια που θα δώσουν στο παιδί τους στα τεχνικά ζητήματα που προκύπτουν, αλλά παραμένουν παρόντες καθ’ όλη την διάρκεια του μαθήματος, ενώ πολύ συχνά παρεμβαίνουν με παραινέσεις τύπου ΄αφού το ξέρεις αυτό, γιατί δεν απαντάς΄’ ή ακόμα χειρότερα τους ακούμε να ψιθυρίζουν την απάντηση στο παιδί τους.”

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εκπαιδευτικός για να καταλάβει ότι η δυναμική της ομάδας που ονομάζεται σχολική τάξη διαφοροποιείται με την ύπαρξη και άλλων ενηλίκων στην διάρκεια της λειτουργίας της. Οι ενήλικες αυτοί, που είναι και άμεσα εμπλεκόμενοι ως γονείς, έχουν συναισθηματικά κίνητρα να φερθούν έτσι ή αλλιώς και στο τέλος της μέρας έχουν και άποψη. Αυτό που ήταν υπόθεση μεταξύ των μαθητών και του σχολείου κατά κύριο λόγο, τώρα έχει γίνει κοινή υπόθεση των μαθητών, του σχολείου και των οικογενειών τους.
“Είναι απόλυτα φυσικό” μας εξηγεί η κα Μαυρίδου, “να αλλάζει ο τρόπος που μιλάμε μεταξύ μας μαθητές και δάσκαλοι, όταν γνωρίζουμε ότι κάποιος τρίτος παρακολουθεί το μάθημα. Οι εκπαιδευτικοί μετράμε πια προσεκτικά την κάθε μας λέξη κατά την διάρκεια της τηλεκπαίδευσης διότι εκτιθέμεθα σε όλα τα σπίτια και πιθανά σε ολόκληρη την οικογένεια του κάθε μαθητή μας. Αναγνωρίζουμε όμως ότι είναι άδικο που χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν αυτές τις αυξημένες υποχρεώσεις οι γονείς, χωρίς ίσως τα κατάλληλα υποστηρικτικά μέσα όπως υπολογιστές για όλους στην οικογένεια, γρήγορο internet, καλή γνώση των προγραμμάτων κλπ.
Ιδιαίτερα όμως οι μαθητές που παλεύουν με την μάθηση, είναι εκείνοι που έχουν περισσότερα να χάσουν από την αυξημένη γονική εμπλοκή. Η παρέμβαση των γονιών σε διδακτικά ή παιδαγωγικά πεδία για τα οποία λίγα πράγματα γνωρίζουν, τείνει να αποκτά αρνητικό και όχι θετικό πρόσημο για τα παιδιά που δυσκολεύονται στα μαθήματα.
Ένα ακόμα πρόβλημα είναι οι συγκρίσεις που κάνουν οι παρόντες στο μάθημα γονείς. Έχοντας την δυνατότητα να παρακολουθούν όχι μόνο το δικό τους παιδί αλλά και τους συμμαθητές του, συγκρίνουν συμπεριφορές αλλά και επιδόσεις και συχνά καταλήγουν σε ανταγωνιστική στάση, την οποία φυσικά περνούν στο παιδί τους.”

Όλα τα παραπάνω λοιπόν, δείχνουν ότι αυτό που χρειάζεται να θυμούνται «οι γονείς της τηλεκπαίδευσης» είναι η ανάγκη να εμπλέκονται όσο το δυνατόν λιγότερο στις σχολικές υποχρεώσεις των παιδιών τους και να περιορίζουν τον ρόλο τους σε αυτόν του υποστηρικτή και όχι του απόλυτου συντονιστή ή ακόμα χειρότερα του απόλυτου ελεγκτή. Αυτό θα εμποδίσει την ανάπτυξη τους και μπορεί μεν να εξασφαλίσει έναν καλύτερο βαθμό σε κάποιο μάθημα, θα τους έχει στερήσει όμως την χαρά να τα βγάλουν πέρα μόνα τους.

