Θυμάμαι τις ηρωικές ταινίες που έβλεπα παιδί. Η πιο ωραία στιγμή ήταν όταν ο πρωταγωνιστής, εκεί που ήταν του κλότσου και την μπάτσου, που σερνόταν, που δεν μπορούσε να σηκώσει κεφάλι, ξαφνικά έσφιγγε τα δόντια, η μουσική γινόταν επική και άρχιζε να σκορπάει τον όλεθρο στους αντιπάλους που τόσο καιρό τον είχαν στην σφαλιάρα. Δεν ήταν μόνο η δική μου παιδική καρδιά που σκιρτούσε. Από τον κινηματογράφο ακούγονταν επευφημίες, το κοινό ξεσπούσε σε χειροκροτήματα, η κραυγή “γκαγκάν το παιδί” (“γκαγκάν” για την επική μουσική που λέγαμε) φώτιζε τα όνειρα μας, συνόδευε τα παιχνίδια στη γειτονιά, ήμασταν σίγουροι ότι την παρέα αποτελούσαν κρυφοί Μασίστες, Ζορό και Σπάρτακοι που απελευθερώνουν τους σκλάβους με όπλο είναι σπασμένο κουρτινόξυλο.
Η υπέρ θεριεμένου αδυνάτου τάση για τους περισσότερους διατηρείται εφ’ όρου ζωής, απλώς ανά τακτά διαστήματα ταυτίζεται με πιο χειροπιαστά πρόσωπα, οι συμμετέχοντες στα τάλεντ σόου και τα ριάλιτι αποτελούν μια κάποια λύση.
Η τελευταία ονομάζεται Survivor. Η συλλογική επιφυλακτικότητα στην αρχή είχε ταυτιστεί με την ομάδα των “Διασήμων”. Λόγω ιδιότητας ήταν οι Γολιάθ κι εμείς ήμασταν στο πλευρό των “Μαχητών” Δαβίδ, μέχρι που αυτοί άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν γίγαντες που ξεσπούν σε τρανταχτά γέλια όποτε απλώνουν τις χερούκλες τους για να αρπάξουν τις νεκροκεφαλές της ασυλίας, όποτε μασουλάνε πίτσα πεπερόνι μπροστά στα μάτια των συρρικνωμένων αντιπάλων τους. Εκεί που τα στερεότυπα άρχισαν να ταρακουνιούνται και γκρεμίστηκαν ολοσχερώς ήταν όταν οι “Μαχητές” έγιναν “μπλε ομάδα” και άρχισαν να προελαύνουν στις νίκες, αλλά να απομακρύνονται από το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Ο αρχηγός τους James, μετά από μία κερδισμένη μάχη δήλωσε ότι οι αντίπαλοι του θυμίζουν επιβάτες πούλμαν που ξέμειναν τη στάση και πρέπει ο Κοψιδάς να φορτώσει τα μπάζα, ο ίδιος όταν νίκησε στον μαξιλαροπόλεμο θεώρησε ότι θριάμβευσε η ευφυία του και έδειξε στο σύμπαν το κοφτερό μυαλό του, οι συμπαίκτες του έκαναν αγριάδες μπροστά στους χαμένους, φώναζαν στα μούτρα τους “λιοντάρια αού-αού κι αού”, μέχρι που οι κραυγές έμειναν μετέωρες και η έπαρση της μπλε σημαίας αναβλήθηκε επ αόριστον. Ξεκινώντας ένα ακόμη στίβο μάχης έκαναν δηλώσεις τις οποίες αντέγραψαν από τον λαγό που είχε αγώνα δρόμου με την χελώνα, προεξόφλησαν ένα ακόμη άνετο θρίαμβο κι έμειναν στήλες άλατος όταν έχασαν σχεδόν πανηγυρικά, με τον αρχηγό James να πρέπει να χρησιμοποιήσει το μυαλό του για να σημαδέψει μια μπλε κορίνα και αντ’ αυτού να γκρεμίζει όλη την κατασκευή, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον Τριαντάφυλλο να κάνει βουτιές στην άμμο, στην Ανθή να χοροπηδά καταναλώνοντας κρίσιμες θερμίδες και στον Περικλή να αγκαλιάζει τον Κοψιδά (εντάξει το τελευταίο είναι υπερβολή).
Συνήθως η ήττα ταρακουνά τους ηττημένους, τους υποχρεώνει να γίνουν ταπεινοί , αλλά οι “μπλε” δεν σκαμπάζουν από τέτοια. Αφού ειρωνεύτηκαν τα γλέντια των αντιπάλων με την σιγουριά ότι φωνάζουν όλα μαζί τα επινίκια συνθήματα γιατί δεν θα ξανασταυρώσουν νίκη, δικαιολογήθηκαν μέσω της θεωρίας ότι τα λιοντάρια το έριξαν προσωρινά στον ύπνο γιατί δεν μυρίστηκαν αίμα από φαΐ, αλλά τώρα που θύμωσαν θα κάνουν τους απέναντι μια μπουκιά. Δεν τα κατάφεραν. Έχασαν και πάλι, κόλλησαν στις λάσπες, δεν πέτυχαν τους στόχους, η πανωλεθρία που ακολούθησε έφερε στο φως κρυμμένες έριδες και ανόητα στρατόπεδα. Η άμαξα μεταμορφώθηκε σε κολοκύθα.
Οι επαγγελματίες νικητές έφυγαν με σκυμμένους ώμους, τσουρουφλισμένοι από την υπεροψία, αλλά πάλι δεν είχαν την ικανότητα να αντιληφθούν ότι την φωτιά την συντήρησαν και την θέριεψαν οι ίδιοι, πλέον δεν ζεσταίνονται αλλά κινδυνεύουν να γίνουν παρανάλωμα.
ΥΓ: Τώρα που το σκέφτομαι, όλα τα παραπάνω μπορεί να μην αφορούν μόνο στο Survivor.
