Ιταλικά περιοδικά κόμικς απλωμένα στο γραφείο και στο πάτωμα. Ανάμεσα στις χιλιάδες συνταρακτικές ιστορίες, τους εκατοντάδες χαρισματικούς δημιουργούς και τους δεκάδες κορυφαίους δασκάλους, πρέπει να επιλεγούν αυτοί που χωράνε σε ένα άρθρο. Το μόνο φίλτρο που μπορεί να λειτουργήσει είναι αυτό του συναισθήματος

HUGO PRATΤ

Ο Hugo Pratt μεγάλωσε σαν κορίτσι με ξανθιές μπούκλες (“ήμουν ίδιος η Σίρλεϊ Τεμπλ”) στο εβραϊκό γκέτο της Βενετίας. Εκεί άκουγε τα τρομερά ξόρκια της Καμπάλα και μετά  έτρεχε αλαφιασμένος  στις παραλίες του Λίντο για να ρίξει χάρτινα καραβάκια στη λιμνοθάλασσα. Οι ωραίες εκδρομές στα πέριξ τελείωσαν στα δέκα, γιατί ο ελαφρώς φασίστας  πατέρας του αποφάσισε ότι οι ιταλικές αποικίες στην Αφρική είχαν ανάγκη τους Pratt και έφυγε αναζητώντας την περιπέτεια, αλλά το μόνο που βρήκε ήταν ένα γραφείο με χαλασμένο ανεμιστήρα. Ο μικρός Hugo ανακάλυψε πολύ πιο σπουδαία πράγματα: Τον μαγικό φελλό που ένας νεαρός Άραβας τον έβαζε στο στόμα ενός κλωσσόπουλου και μετά τον έβγαζε από το οπίσθιο! “Ήταν το πρώτο αφρικάνικο μυστήριο που συνάντησα”. Στη συνέχεια άρχισαν οι βόλτες με στρατιωτικά φορτηγά, ο έφηβος Pratt στριμώχνονταν δίπλα στα κορίτσια, είχε τις επιτυχίες του, η αποικιοκρατία δεν πήγε πολύ καλά, επιστρέφοντας στη Βενετία την βρήκε γεμάτη Γερμανούς. Υποδύθηκε τον Νοτιοαφρικανό πιλότο, έγινε ξέγνοιαστο ζευγάρι με μία Γερμανίδα, όταν η σχέση τελείωσε κατάλαβε ότι τόσο καιρό συναναστρεφόταν μια αξιωματικό των SS, η προδομένη τον κατήγγειλε σαν πράκτορα ξένης δύναμης, τον συνέλαβαν γιατί ήταν Νοτιαφρικανός, εκείνος μιλούσε βενετσιάνικα, μεσολάβησε ο τοπικός επίσκοπος, για να μην τον εκτελέσουν τον υποχρέωσαν  να καταταγεί στο γερμανικό ναυτικό. Οι φίλοι  που το πρωί τον συνάντησαν Βενετσιάνο, το μεσημέρι έμαθαν ότι είναι Νοτιαφρικανός και το βράδυ τον είδαν ντυμένο Γερμανό ναύτη, δεν εξεπλάγησαν  και περίμεναν τη συνέχεια. Ήταν απολύτως φυσιολογική. Ο Hugo το έσκασε, βρήκε τους αντάρτες και επέστρεψε απελευθερωτής,  φορώντας μία στολή δικής του έμπνευσης, γεμάτη αστέρια, μετάλλια κι ένα ωραίο καπέλο καπετάνιου.
Το επανέφερε στην μνήμη του όταν βρέθηκε στην Αργεντινή για να σχεδιάσει κόμικς. Εκεί δημιούργησε τον Enrie Pike, τους Junglmen, τον Sgt. Kirk, το Ticonderoga και δεκάδες άλλα, όμως ήθελε να ρίξει άγκυρα σε έναν ήρωα που θα ήταν εικόνα και ομοίωση του, συν ένα σκουλαρίκι.

Είναι 1967, στα περίπτερα βρίσκεται το τεύχος νούμερο 4 του περιοδικού Sgt.Kirk και οι θάλασσες του νότου είναι τρικυμιώδεις. Από τον Ειρηνικό ωκεανό ξεβράζεται ένας ναυαγός που επιπλέει σταυρωμένος πάνω σε μαδέρια, τον ψαρεύει ένας πειρατής και καθώς οι γλάροι πετάνε ξεκινούν οι περιπέτειες του Corto Maltese. Ο τζέντλεμαν τυχοδιώκτης δεν χρειάζεται πολλά ταξίδια για να φτάσει στην κορυφή του παγκόσμιου κόμικ. Έχει χαράξει με στιλέτο την γραμμή της τύχης στη παλάμη του, έχει Κινέζες φίλες που ετοιμάζουν επανάσταση, ψάχνει θησαυρούς στα χιόνια της Μογγολίας, αναπαύεται στις αιώρες των Βεδουίνων, όταν ωριμάζει επιστρέφει στις Βενετσιάνικες μνήμες του δημιουργού του.

“Στη Βενετία, υπάρχουν τρία μέρη μαγικά και κρυμμένα. Το πρώτο βρίσκεται στο “Στενό της Αγάπης των Φίλων”, το δεύτερο κοντά στη “Γέφυρα των Θαυμάτων” και το τρίτο στο Εβραϊκό γκέτο. Όταν οι Βενετσιάνοι κουραστούν, ανοίγουν τις πόρτες των κρυφών αυλών και τραβάνε σε μέρη ωραιότατα…”.
Τα σύννεφα βαραίνουν παρόλο που είναι Αύγουστος. 1995.  Ο Hugo Pratt αποχαιρετά  τους φίλους και τα χέρια του είναι γεμάτα σινικές και ακουαρέλες. Διαβάζει την τελευταία λέξη από την “Ουτοπία” του sir Thomas  και μετά ξαναρίχνει τα χαρτιά. Πάλι το νούμερο 18, ένα φεγγάρι, δύο μάτια, τρία αστέρια. Τέλος. Η Ελβετίδα νοσοκόμα τον βοηθά  να δρασκελίσει μέχρι την υγρασία της πατρίδας του και μετά συμπληρώνει την θλιβερή καρτέλα. Θάνατος.
Το νέο ταξίδεψε στο οχυρό Βανς, που εκείνη τη στιγμή πολιορκούσαν οι Τσατούγκας, ο λοχίας Κιρκ έβαψε το κορμί του με τα ινδιάνικα χρώματα του πένθους. Οι Junglmen μαζεύτηκαν γύρω απ’ τη φωτιά και άρχισε να τραγουδούν ιρλανδέζικα παγανιστικά  τραγούδια, ενώ η Άννα χανόταν στην αγκαλιά του Κόμπι που έστελνε μηνύματα καπνού. Ο Γκους σταμάτησε το τσάι του, ζωγράφισε πάνω στην άμμο ένα σκορπιό, προκαλώντας τον να δαγκώσει. Το χαλασμένο πικάπ του Κόινσκι ξαφνικά άρχισε να παίζει μόνο του:  “Piccolo chalet, gaio come te…”
Ο Corto άναψε τσιγάρο και ανέβηκε στη γόνδολα. Τη σέρναν οι γλάροι της λιμνοθάλασσας. Οι τρεις βενετσιάνικες πόρτες έκλεισαν αθόρυβα.

GUIDO CREPAX

Ένα μαύρο περίγραμμα τετραγώνου. Στο κέντρο του ένα κορίτσι ζωγραφισμένο με πενάκι. Δείχνει ανήσυχο. Κοιτάζει το περιθώριο του χαρτιού και αναρωτιέται. “Που είσαι; Όχι, όχι δεν θέλω να μείνω μόνη. Φοβάμαι”. Στο επόμενο καρέ εμφανίζεται από ψηλά ένα χέρι που την τραβάει μακριά  από τα δύσκολα.

Την λένε Valentina, το χέρι που μια τη σώζει και δυο την ρίχνει στη φωτιά ανήκει στον Guido Crepax. Είναι κομψός, λεπτός, μεγάλωσε επίσης στη Βενετία, σπούδασε αρχιτεκτονική και αποφάσισε ότι θα  ζήσει σχεδιάζοντας εξώφυλλα δίσκων της τζαζ. Άλλαξε προσανατολισμό όταν εκδόθηκε το περιοδικό κόμικς (“και όχι μόνο”) Linus. Είναι 1965, δηλαδή εποχή για μεγάλους νεωτερισμούς. Ο Crepax αλλάζει όσα γνώριζε ο κόσμος για τις χάρτινες ηρωίδες.

 

Η Valentina δεν αποτελεί το συμπλήρωμα κάποιου άντρα, δεν υπακούει στα κοινωνικά στερεότυπα, είναι η μία γυναίκα που στη ζωή της δεν είχε εξαρτήσεις. Μικρή κλείστηκε στο δωμάτιό της, πήρε ένα ψαλίδι και έκοψε τα μαλλιά της όπως η Λουίζ Μπρουκς, που μόλις είχε δει στο “Κουτί της Πανδώρας”. Δεν είχε κανένα στήριγμα όταν κατέβηκε στα βάθη της γης για να συναντήσει τους απόκοσμους φαλακρούς κατοίκους της. Δεν έβαλε τα κλάματα όταν κατάλαβε ότι ήταν η μοναδική ηρωίδα των κόμικς που γερνάει. Έζησε ευτυχισμένους έρωτες με δύο άντρες, κυκλοφόρησε γυμνή, ήταν φωτογράφος, έκανε παιδί εκτός γάμου,  στην ωριμότητά της αποθεώθηκε από τους κριτικούς. Τους ίδιους που  θεωρούσαν ότι οι κινηματογραφικά αποτυπωμένες κινήσεις του κορμιού της δεν έχουν δικαίωμα να θεωρούνται τέχνη. Ο Crepax θα κάγχαζε, αλλά δεν το επιτρέπει η αγωγή και η κατάστασή του.
Ιούλιος του 2003. Η φωνή του Satchmo Armstrong  βγαίνει σπαρακτική και αποχαιρετιστήρια από ένα παλιό δίσκο με ασπρόμαυρο εξώφυλλο. Μπορούν τα κόμικς να παίζουν τζαζ; Η Valentina δεν έχει απάντηση. Το συννεφάκι πάνω απ’ το κεφάλι της είναι κενό. “Ο δόκτωρ Crepax είναι απασχολημένος”, λέει το τελευταίο καρέ. Πετάει στους ουρανούς, εκεί όπου ο Dizzy Gillespie  αυτοσχεδιάζει.

ANDREA PAZIENZA

Ιταλικός νότος. Η πόλη ονομάζεται  San Severo, γεννά κατσαρομάλληδες μελαψούς Ιταλούς και καλλιτέχνες. Ο συγκεκριμένος ονομάζεται Andrea Pazienza. Μεγαλώνει και γίνεται το επίκεντρο  συζητήσεων εξαιτίας δύο πραγμάτων: Της άνεσής του να ζωγραφίζει αριστουργήματα και της ευκολίας του να μπλέκεται σε ιστορίες με σπασμένα κεφάλια, τρελά αστεία και αναζητήσεις απολαύσεων.
Το San Severo σύντομα δεν χωράει αυτή τη δύναμη της φύσης.H Pescara και το λύκειο καλών τεχνών αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο της μόρφωσης του. Την πρώτη ημέρα του σχολείου ο ήρωας μας αποβάλλεται. “Ο Pazienza έγινε αμέσως προσωπικότητα γιατί η μελέτη και το σχέδιο ήταν γι’ αυτόν πράγματα φοβερά εύκολα ή μάλλον ευκαιρίες για πρόκληση προς την οργάνωση του σχολείου”, θυμάται ο λυκειάρχης του.
Ο νεαρός καλλιτέχνης καταλαβαίνει  το χάρισμά του και νιώθει παντοδύναμος. Όταν τον ρωτούν τι θα γίνει όταν μεγαλώσει, ξετυλίγει το σχέδιό του: θέλει να φτιάξει μια σκάλα, να την στήσει κόντρα στον ουρανό και να αρχίσει να ανεβαίνει. Να δει τον κόσμο από μία πρωτόγνωρη οπτική γωνία και αυτό το υπερθέαμα να το χαρίσει στην ανθρωπότητα.
Η σκάλα του ονομάζεται κόμικ. “Διάβαζα πολύ λίγα κόμικς. Ο Donald Duck είναι το μοναδικό που μου έρχεται στο μυαλό”. Μπροστά στην επιτροπή του περιοδικού AlterLinus. Την αποτελούν μόνο γυναίκες. Απέναντι τους ένας χείμαρρος που ξέρει απ’ έξω το μανιφέστο του Tristan Τzara, είναι 1.88, γνωρίζει την οδό και τον αριθμό του Cabaret Voltaire, είναι καλοσχηματισμένος, θυμάται τι λέξεις αντάλλαξαν ο Tzara και ο Lenin στη Ζυρίχη, περιπλέκεται αυθόρμητα σε παράλογες προτάσεις, αναλύει την σχέση μεταξύ φασισμού και φουτουρισμού και φυσικά είναι ροκ. Καθηλωμένες από την εκρηκτική του παρουσία, υπνωτισμένες από την ανεπανάληπτη δουλειά του, οι γυναίκες της επιτροπής τον παραδίδουν στους αναγνώστες με την σιγουριά ότι διεκπεραιώνουν το πεπρωμένο.


O Pentothal που είναι ο ίδιος ο Pazienza γίνεται σύμβολο ενός κινήματος που θέλει τον κόσμο και τον θέλει το επόμενο λεπτό. Το 1980 το ρεύμα γίνεται πιο ορμητικό με την κυκλοφορία του περιοδικού Frigidaire. Οι σελίδες του πλημμυρίζουν από το κενό των νεαρών  που στριμώχνονται με βαρεμάρα έξω από το λύκειο, συζητώντας σε μια καινούργια γλώσσα για δόσεις και κυβικά. Οι καιροί είναι ώριμοι να δεχτούν το προϊόν τους, τον θρυλικό  Zanardi!

Μύτη γαμψή, τρίχες στο πηγούνι, ένα τέλειο τίποτα στη θέση της συνείδησης και των συναισθημάτων. Το μόνο περιοδικό που διαβάζει ο Zanardi  είναι φυσικά το Frigidaire. Το ξεφυλλίζει ψάχνοντας να βρει τον Pazienza και λέει γεμάτος θαυμασμό: “Είναι ο καλύτερος! Είναι ένας ροκ σταρ”. Έχει δίκιο. “Θα ήθελα να ήμουν η τεντωμένη χορδή μιας ηλεκτρικής κιθάρας, να ήμουν μια χορδή που πάλλεται σε  ένα μεγάλο κονσέρτο. Θα ήθελα να είμαι η κιθάρα του Keith Richards  ή μάλλον όχι,  θα ήθελα να είμαι ο Sid Vicious αυτοπροσώπως”.
Το κονσέρτο σταματάει κάπου στη μέση. Ο Andrea έχει αντικαταστήσει τα όνειρα με εφιάλτες. Ο Pompeo του είναι σπαρακτικός, γεμάτος αδιέξοδα, ακολουθεί την πορεία του δημιουργού του ο οποίος έχει αρχίσει να ροκανίζει την σκάλα προς τον ουρανό.
16 Ιουνίου 1988, μόλις 32 χρόνια από τη γέννηση του, αποφασίζει να γιορτάσει την ολιγόμηνη απεξάρτηση του με την τελευταία δόση. Η τεντωμένη χορδή σπάει και γίνεται κομμάτια η πιο ζωντανή, ευαίσθητη, προκλητική, χαρούμενη και ειρωνική παρτιτούρα του σύγχρονου ιταλικού κόμικ.

MILO MANARA

  1. Αρχιτεκτονική της Βενετίας. Στην αυλή του κτιρίου που παλιά φιλοξενούσε την γαλήνη των μοναχών, μια παρέα πολιτικοποιημένων, περίπου χίπις της εποχής, ζωγραφίζει με επιμέλεια ένα σφυροδρέπανο στη ιερή καρδιά του αγάλματος της Παρθένου. Είναι η ώρα της συντριβής του παλιού και η παρακείμενη τεράστια φωτογραφία του προέδρου Μάο δείχνει το δρόμο. “Να υπηρετούμε το λαό”. Ο νεαρός φοιτητής Milo Manara προβληματίζεται: “Τι σημαίνει αυτή η πρόταση για ένα καλλιτέχνη; Πως μπορούσαμε εμείς, τώρα πια πολιτικοποιημένοι μέχρι το μεδούλι και συγχρόνως γεννημένοι και μεγαλωμένοι στην αστική κουλτούρα, να βάλουμε την τέχνη μας στην υπηρεσία των λαϊκών αγώνων;” Η απάντηση που επιλέγει είναι επαναστατικά πονηρή: “Θα συνεχίσουμε να κάνουμε έργα τέχνης, χωρίς όμως να τα πιστεύουμε, θα τα πουλάμε στους αστούς -που είναι οι μόνοι  πελάτες που τα καταλαβαίνουν- και με τα λεφτά θα χρηματοδοτήσουμε την επανάσταση”. Η επανάσταση του δίνει ραντεβού στη βιβλιοθήκη του Ισπανού γλύπτη, φίλου και συνεργάτη του Berrocal και είναι αγνώριστη. Δίπλα στα “Διδάγματα της Κομμούνας” του Λένιν ανακαλύπτει ένα βιβλίο που το υπογράφει κάποιος Forest και τιτλοφορείται “Barbarella”.Και βέβαια είναι κόμικς! Σαν να μην έφτανε αυτό, στους τοίχους του σαλονιού πετούν οι πεταλούδες από τις μεταξοτυπίες του Hugo Pratt. “Βλέποντας αυτά τα θαύματα, μου ανοίχτηκε ένας κόσμος που δεν υποψιαζόμουν. Αποφάσισα λοιπόν να αρχίσω να σχεδιάζω κόμικς”.

 Ο νεόκοπος κομίκστας φέρνει τα σχέδιά του στον Furio Viano. Ο εν λόγω εκδότης δεν ενδιαφέρεται για τον Forest, ούτε καν για τον Pratt, θέλει λαϊκά κόμικς, η συνταγή του είναι δύο εικόνες προχειροφτιαγμένες στην κάθε σελίδα, μπούτια, αστεία επιπέδου στρατώνα και φτηνή τιμή. “Genius”, ονομάζεται κατ’ ευφημισμό το πρώτο σχετικό  κόμικ του Μανάρα. “Όταν το θυμάμαι ακόμα και τώρα, μου σηκώνεται η τρίχα”. Στη συνέχεια δημιουργεί την πειρατίνα  Jolanda de Almaviva και πάνω που το εμπορικό fumetto δείχνει να τον καταπίνει,  βλέπει τα κόμικς του Moebius και αποφασίζει ολοκληρωτική στροφή .

Scimiotto” έχουν τίτλο οι σελίδες του AlterLinus  που παρουσιάζουν τις περιπέτειες ενός πιθηκανθρώπου στη πορεία της σύγκρουσης του με τη θεία τάξη. Τα κείμενα ανήκουν στον Silverio Pisu και βασίζονται στο μύθο ενός παμπάλαιου κινεζικού ποιήματός. Ο Manara γίνεται γνωστός ή μάλλον πασίγνωστος, το βραβείο Yellow Kid επιβραβεύει την προσπάθεια του και τον ενθαρρύνει να συνεχίσει. Ακολουθεί η θαυμάσια ιστορία “Ο άνθρωπος τον χιονιών” και η απόφαση να ακολουθήσει την συμβουλή του Pratt, δηλαδή να γράφει μόνος τις ιστορίες του. Βρίσκει το κλειδί το οποίο ανοίγει την πύλη της  φαντασίας που κρατούσε κρυμμένη και την μεταφέρει στις σελίδες του A Suivre. Τίτλος “HP και Giuseppe Bergman”. Πρωταγωνιστούν ο Pratt και ο ίδιος ο δημιουργός, αλλά στο πιο όμορφο. Δημιουργικό χάος. Στα στενοσόκακα της Βενετίας δίπλα στους πανκ περπατά μια Ινδιάνα. Το τροπικό δάσος κρύβει ζηλότυπα τα χωριά του για να τα προφυλάξει από τους τουρίστες. Τα κορίτσια έχουν ψηλά πόδια και σαρκώδη χείλη. Στάση.
Ο δημιουργός παρουσιάζεται τελείως ανίκανος να ξεφύγει από τα στάνταρντ που ο ίδιος καθιέρωσε. Χωρίς να το γνωρίζει ετοιμάζει τη παγίδα που θα πέσει, αλλά ακόμη δεν το γνωρίζει. “Κλικ” κάνει ο ήχος του κουμπιού ενός μηχανήματος που απελευθερώνει την ξέφρενη σεξουαλικότητα μιας, όπως πάντα, ωραιότατης καθωσπρέπει κυρίας. Ο ερωτισμός εκρήγνυται. Το άλμπουμ “Le declic” ( στα ελληνικά “Το κουμπί της“) που δημοσιεύει τις αισθησιακές περιπέτειες της εντυπωσιακής ηρωίδας, σπάει όλα τα ρεκόρ κυκλοφορίας. Μέσα σε μια μόλις εβδομάδα, 60.000 Γάλλοι και Γαλλίδες βάζουν στην βιβλιοθήκη ή κάτω από το στρώμα του στην έντυπη αυτή ευκαιρία για ξεφάντωμα. Το φάντασμα της Jolanda de Almaviva ίπταται πάνω από το σχεδιαστήριο, αλλά ακόμη υπάρχουν άμυνες.

Όλα ξανάρχισαν ένα ινδιάνικό καλοκαίρι” και ο Manara επιστρέφει στα μεγάλα, πάλι με τη βοήθεια του Pratt που αυτή τη φορά γράφει το σενάριο.  Ακολουθούν συνεργασίες με τον Fellini, βραβεύσεις, διαφημίσεις εσωρούχων και ευκολίες. Τα κόμικς του Manara μοιάζουν με φωτοτυπίες, χρησιμοποιούν τα παλιά κόλπα, αναζητούν αγοραστές και όχι αναγνώστες. Οι φίλοι από τα παλιά εδώ και χρόνια περιμένουν μια ακόμη επιστροφή στη κομψότητα και την περιπέτεια. Είναι απογοητευμένοι, αλλά ελπίζουν ότι θα συμβεί ότι και στο πρώτο άλμπουμ του Giuseppe Bergman. Ακόμη και ο πιο βαρετός υπάλληλος τράπεζας μπορεί κάτω από το αδιάφορο γραφείο του να κρύβει δύο κατσικίσια, διαβολικά ποδαράκια.

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!