Για τους περισσότερους από εμάς κοινούς θνητούς, μια ζωή απαρτίζεται από όμορφες και άσχημες στιγμές, ρουτίνα της καθημερινότητας, μεγάλες και μικρές συγκινήσεις, δυσκολίες, εκπλήξεις και έρωτες, όλα σε διαφορετική αναλογία από άνθρωπο σε άνθρωπο. Ο κόσμος μας απαρτίζεται από μεμονωμένες ιστοριούλες, όμορφες, θλιβερές, ρομαντικές που στο τέλος μπορούν να συρραφτούν και να φτιάξουν μία συλλογή διηγημάτων με τεράστια σημασία για εμάς, ακόμα και αν ακούγεται κάπως βαρετή για κάποιον που δεν την έχει ζήσει. Παρόλα αυτά, έχουμε διαβάσει και για ήρωες με ζωές τελείως διαφορετικές, γεμάτες περιπέτειες, μάχες, παραμύθια, πολέμους και μεταμφιέσεις, τόσο έντονες που μοιάζουν σαν ταινία αλλά πέρα για πέρα αληθινές. Η ομάδα του One of Us, εν όψει της Ημέρας Της Γυναίκας, συγκέντρωσε 7 τέτοιες γυναίκες που ο καθένας θαυμάζει για διαφορετικούς λόγους, οι οποίες έζησαν ζωές τόσο συναρπαστικές που θα μπορούσαν άνετα να γεμίσουν τις σελίδες ενός κινηματογραφικού σεναρίου και να γίνουν ταινία του Hollywood. Ιδού οι επιλογές μας:

Jo van Gogh-Bonger
(επιλογή της Κρίστυς Περρή)

Αντιπαθώ αρκετά την φράση ‘πίσω από κάθε σπουδαίο άνδρα, βρίσκεται μία σπουδαία γυναίκα’, όμως αν την ενέπνευσαν προσωπικότητες σαν την Jo, μπορώ να την καταλάβω. Η Johanna Gezina Bonger γεννήθηκε στο Amsterdam τον Οκτώβρη του 1862 και ζούσε μία ήσυχη ζωή μαζί με τους γονείς και τα εννέα αδέρφια της, μαθαίνοντας πιάνο και σπουδάζοντας για να γίνει δασκάλα. Το 1887, ενώ δίδασκε Αγγλικά σε σχολείο θηλέων της πόλης, δέχτηκε μία παθιασμένη και έντονη πρόταση γάμου από τον Theo van Gogh, αδερφό του πασίγνωστου καλλιτέχνη Vincent van Gogh, ο οποίος δήλωνε βαθιά ερωτευμένος μαζί της παρόλο που είχαν μιλήσει μόλις δύο ή τρεις φορές. Η Jo αρνήθηκε (λογικό), όμως δέχτηκε να συνεχίσουν μια σχέση αλληλογραφίας και τελικά ερωτεύτηκε τον Theo μέσα από τα γράμματά του. Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 1889, μετακόμισαν στο Παρίσι και έναν χρόνο μετά καλωσόρισαν τον γιο τους, Vincent Willem στον κόσμο. Η ευτυχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ, καθώς το καλοκαίρι του 1890 ο Vincent van Gogh αυτοπυροβολήθηκε και τελικά πέθανε σε ηλικία μόλις 37 ετών, αφήνοντας τον αδερφό του Theo να πρέπει να αντιμετωπίσει τον κόσμο χωρίς αυτόν. Πληγωμένος και άρρωστος, έφυγε κι εκείνος μόλις έξι μήνες αργότερα, αφήνοντας την Jo μόνη της με ένα μωρό και αμέτρητους πίνακες, γράμματα και ζωγραφιές του αδερφού του.

Αυτή η ιστορία θα μπορούσε να τελειώσει εδώ, με ένα θλιβερό τέλος και μία τραγική φιγούρα. Παρόλα αυτά η Jo έβαλε σκοπό της ζωής της να προωθήσει το έργο του Vincent πέρα από τα σύνορα του τότε καλλιτεχνικού κόσμου και να εξασφαλίσει την αναγνώριση που άξιζε ο αγαπημένος της κουνιάδος. Με εξαιρετική επιχειρηματικότητα και μελετημένες κινήσεις μπόρεσε να διεισδύσει στις αρτιστικ κλίκες της εποχής και να κάνει τις απαραίτητες γνωριμίες με κριτικούς τέχνης και art lovers, διοργανώνοντας παραπάνω από 20 διαφορετικές εκθέσεις με έργα του Vincent και εκδίδοντας τα γράμματά του, έτσι ώστε ο κόσμος να γνωρίσει καλύτερα την προσωπικότητα και το όραμα ενός σπουδαίου ζωγράφου. Παρά τις δυσκολίες λόγω του φύλου και της ηλικίας της, η Jo κατάφερε όχι μόνο να μετατραπεί σε μία από τις πιο σεβαστές θηλυκές φιγούρες στον καλλιτεχνικό κόσμο αλλά να εξασφαλίσει πως το ταλέντο, το απέραντο συναίσθημα και η ομορφιά του κάθε πίνακα Van Gogh εκτιμάται από όλους μας για πάντα. Κάθε φορά λοιπόν που θαυμάζεις τα Ηλιοτρόπια ή την Έναστρη Νύχτα, έχεις εκείνη να ευχαριστείς.


Αρτεμισία Α’ της Καρίας
(επιλογή της Νικολέττας Σταμάτη)

Έχουμε δει την Αρτεμισία σε ταινία, στο 300: Rise of an Empire, αλλά παρουσιάστηκε ως δευτερεύοντας ρόλος, ως προδότρια, ως ηττημένη και ως σεξουαλική παρτενέρ του Θεμιστοκλή. Μόνο που δεν ήταν τίποτα από αυτά. Γι’ αυτό θέλω μία ορθή κινηματογραφική της αποτύπωση. Επρόκειτο για μία πανέξυπνη γυναίκα, που κατάφερε να κερδίσει σεβασμό και εξουσία σε μία από τις πιο ανδροκρατούμενες εποχές.

Ήταν βασίλισσα της Αλικαρνασσού, όταν αυτή ήταν υποτελής στην Περσία και δεν ανήκε στην Ελλάδα. Οπότε δεν ήταν προδότρια. Ο Ξέρξης την εκτιμούσε και την έχρησε ναύαρχο στον στόλο του, πράγμα που την κάνει την πρώτη γυναίκα ιστορικά σε αυτή τη θέση. Όταν ο βασιλιάς αποφάσισε να στείλει τα πλοία του στη Σαλαμίνα ήταν η μόνη που είχε το θάρρος να του πει ότι η απόφασή του ήταν λάθος και ήταν σχεδόν σίγουρο ότι θα έχαναν από τους Έλληνες. Στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το πλοίο της ήταν από τα ελάχιστα που δεν κατατροπώθηκαν. Η ίδια επιβίωσε εμβολίζοντας ένα άλλο περσικό πλοίο, πείθοντας τους Έλληνες ότι είναι σύμμαχός τους και να μην την κυνηγήσουν. Ο Ξέρξης όχι απλά δεν την τιμώρησε, αλλά έπειτα την συμβουλευόταν πριν κάθε στρατιωτική του απόφαση και της εμπιστεύτηκε την προστασία των γιων του.


H μαμά μου
(επιλογή της Φιλίππας Δημητριάδη)

Η μαμά μου γεννήθηκε το 1954 στο Περιστέρι από μπαμπά Σμυρνιό, τεχνικό αργαλειών, και μαμά Κεφαλονίτισσα, που μεγάλωσε μόνη της τα 6 αδέρφια της και για αυτό δεν πήγε σχολείο. Όταν τελείωσε το Δημοτικό, τέθηκε το ζήτημα της εργασίας. Η αδερφή της, 3 χρόνια μεγαλύτερη, είχε συνεχίσει στο Γυμνάσιο, ωστόσο ετοιμάζονταν ήδη γάμο, η σίτιση της θα έπαυε να αποτελεί πρόβλημα της οικογένειας, συνεπώς “η μικρή” έπρεπε να συμβάλει στα έξοδα του σπιτιού μέχρι να παντρευτεί κι εκείνη.
Η μαμά μου ήθελε να γίνει κομμώτρια, όμως ο παππούς μου θεωρούσε ότι αυτή είναι δουλειά για “γυναίκες ελαφρών ηθών” κι έτσι την έστειλε κοντά σε μία μοδίστρα για να μάθει τη δουλειά. Το γεγονός ότι δεν τελείωσε το σχολείο και ότι δεν ακολούθησε το επάγγελμα που αγαπούσε τη στοιχειώνει μέχρι σήμερα. Η μαμά μου γκουγκλάρει, ψάχνει συνταγές στο διαδίκτυο, πληρώνει με κάρτα, βλέπει Netflix, ξεσηκώνει χίλιες δυο χειροτεχνίες από το Pinterest. Για αυτό την φωνάζω “χάκερ” και είμαι περήφανη που δεν άφησε την εποχή να την ξεπεράσει, όμως εξακολουθώ να βλέπω την ανασφάλεια στα μάτια της, την έλλειψη αυτοπεποίθησης που δεν ξέρει πολλά “γράμματα”.

Η μαμά μου ερωτεύτηκε πολύ και έντονα στη ζωή της και άθελά της με έμαθε κι εμένα να ερωτεύομαι έτσι. Ο πρώτος της έρωτας, στα 16 της, ήταν παντρεμένος, κάτι που ανακάλυψε πολύ αργότερα. Η γιαγιά μου την κλείδωσε στο δωμάτιό της και εκείνη το έσκαγε τα βράδια για να τον βρει. Γρήγορα ήρθε το προξενιό “με ένα καλό παιδί”, ήταν άλλωστε κοντά 20 πλέον και στη γειτονιά όλοι έλεγαν στον παππού μου να φτιάξει και κανένα ράφι για τη μικρή. Το “καλό παιδί” τη χτυπούσε, πήγαινε με άλλες γυναίκες και δεν νοιάζονταν καθόλου για τα δύο παιδιά που απέκτησαν κατά τη διάρκεια του γάμου τους, τα αδέρφια μου.
Η μαμά μου ερωτεύτηκε ξανά, τον άνθρωπο που έγινε ο μπαμπάς μου. Κανένας δεν σκέφτηκε πόσο άσχημα περνούσε στο γάμο της, και φυσικά ήταν απλά “αυτή που βρήκε γκόμενο”. Όμως εκείνη αγαπούσε τόσο πολύ και τόσο δυνατά που τα ρίσκαρε όλα και ακολούθησε τον άνθρωπο που ερωτεύτηκε. Μαζί του έκανε μία μποέμικη ζωή, διαρκώς στον αέρα, χωρίς ασφάλεια. Μεταξύ άλλων άνοιξαν ένα μπαρ στη μέση του πουθενά κάπου στο Ελληνικό, το “Sabotage”, ένα μαγαζί με παπούτσια στο Περιστέρι, ένα βράδυ έκαναν αυτόφωρο και ένα άλλο πήγαν στα μπουζούκια και χάλασαν όλα τα λεφτά που ο μπαμπάς μου είχε βγάλει μόλις σε μία παρτίδα πόκα.

Ούτε στον δεύτερο γάμο της η μαμά μου έζησε ευτυχισμένα, αλλά δεν έφυγε. Γνωρίζω όλους τους λόγους που το έκανε αυτό και δεν την κατηγορώ, γιατί η μαμά μου, δεν είναι μόνο μαμά, είναι άνθρωπος. Είναι γυναίκα. Μπορεί οι αποφάσεις της να έχουν γράψει σε μένα και στα αδέρφια μου, όμως μέχρι ο καθένας μας να μπορεί να χαράξει το δρόμο του μόνος του, η μαμά μου ήταν εκεί.
Ήταν εκεί όταν εγώ προτίμησα “τα γράμματα” και μπήκε μπροστά όταν ο πατέρας μου ήθελε να πάω να δουλέψω στο συνεργείο μοτοσυκλετών που είχε ανοίξει. Μου κρατούσε το βιβλίο, εκείνη “η αγράμματη”, ναι, όταν έδινα δεύτερη φορά Πανελλήνιες – της έγραφα τα ρήματα των Λατινικών με ελληνικούς χαρακτήρες για να μπορώ να της τα λέω – . Όταν μπλόκαρα από το πολύ διάβασμα έρχονταν και με έπαιρνε να πάμε βόλτα για να ξεθολώσει το μυαλό μου, σίγουρη ότι όταν επιστρέψουμε θα τα θυμάμαι όλα. Δεν έφερε αντίρρηση, όταν πια ο πατέρας μου είχε πεθάνει, που θέλησα να παραιτηθώ από τοξικές δουλειές, παρόλο που στήριζα με το εισόδημά μου το σπίτι μας, σίγουρη ότι θα βρω την άκρη.Η μαμά μου δεν τα έκανε όλα “σωστά”. Δεν είπε “όχι”. Και δεν σταμάτησε να είναι ερωτευμένη. Όμως η μαμά μου είναι φανταστική. Είναι η πιο δυνατή γυναίκα που ξέρω. Η μαμά μου έβαλε πλάτη για να μπορέσω να γίνω όλα όσα ονειρεύομαι.

Για αυτό της αξίζει μία ταινία. Με χαρούμενο τέλος.


Marlene Dietrich
(επιλογή του Κωνσταντίνου Μανιάτη)

Η Dietrich έχει μείνει στην ιστορία όχι μόνο για την συνεισφορά της στην τέχνη αλλά και ως fashion/LGBTQ+/Feminist icon. Στην ταινία Morrocco (1930), έδωσε το πρώτο λεσβιακό φιλί στην μεγάλη οθόνη. Ταξίδεψε στο Παρίσι και ξεκίνησε να σουλατσάρει στους παριζιάνικους δρόμους με ανδρικό κοστούμι, ούσα παράνομη βάσει της τότε γαλλικής νομοθεσίας. Το ανδρόγυνο στιλ της όμως είναι αυτό που την έκανε να ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες γυναίκες στο Hollywood. Ήταν από τις ελάχιστές – αν όχι η μοναδική – που είχε τον απόλυτο έλεγχο της εικόνας της. Μεγάλη επιρροή σε αυτήν την στιλιστική της επιλογή αποτελεί το ότι, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1920, σύχναζε σε underground βερολινέζικα καμπαρέ που γίνονταν – εννοείται παράνομα – drag shows. Οι δε ερωτικές της περιπέτειες είναι από μόνες τους έτοιμο σενάριο: Σύμφωνα με διάφορα γράμματα που βρέθηκαν μετά τον θάνατό της, αλλά και άλλες μαρτυρίες από τον ευρύτερο κοινωνικό κύκλο της, η σεξουαλική της ζωή ήταν ένα roller coaster από διάσημα ονόματα της εποχής, παρόλι που επισήμως ήταν  ήταν παντρεμένη με τον Rudolf Sieber και είχαν μία κόρη.

Ας αναφέρουμε μερικά γνωστά ονόματα που πέρασαν από την ζωή της: Errol Flynn, George Bernard Shaw, John F. Kennedy, Joe Kennedy, John Wayne, Kirk Douglas, Frank Sinatra, Mercedes de Acosta, Dolores del Río. Όσον αφορά στην σχέση της με την Greta Garbo, δεν έχει αποδειχτεί τίποτα με απόλυτη ακρίβεια, παρά τις φήμες. Δε χώρισε ποτέ με τον σύζυγό της, αλλά τον συντηρούσε (μαζί με την σύντροφo/ερωμένη του) σε ένα αγρόκτημα κοντά στο Hollywood.

Βέβαια πρέπει να μιλήσουμε και τον ρόλο που έπαιξε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην αρχή του, απαρνήθηκε την γερμανική υπηκοότητά της και υιοθέτησε την Αμερικάνικη. Βοήθησε αρκετούς Εβραίους να ξεφύγουν από τους Γερμανούς Ναζί και έδινε παραστάσεις στα Συμμαχικά στρατεύματα για την αναπτέρωση του ηθικού τους και τα τραγούδια που ηχογράφησε για αυτούς, ήταν προπαγάνδα εναντίον των δυνάμεων του Άξονα. Το παράδοξο στην όλη κατάσταση είναι ότι αγαπήθηκαν εξίσου και από τις δύο πλευρές.

Βοήθησε επίσης να πωληθούν διάφορες μετοχές που είχαν στόχο την στήριξη του πολέμου για όπλα και προμήθειες, ενώ η ίδια ότι είχε βρεθεί αρκετές φορές κοντά στην πρώτη γραμμή του πολέμου, ειδικά στα γερμανικά εδάφη. Για την συνεισφορά της στον πόλεμο, της απονεμήθηκαν και τα παράσημα Medal of Freedom από τις Η.Π.Α. και της Λεγεώνας της Τιμής από την Γαλλία.


Μαρία Πολυδούρη
(επιλογή της Ρούλας Βαθίστα)

Η Μαρία Πολυδούρη είναι ένα από τα πιο αδικημένα πρόσωπα της ιστορίας. Αδικημένη γιατί έζησε μια ζωή τόσο γεμάτη, με αγώνα, θάρρος και τόλμη, ενάντια στο κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά παρόλα αυτά, έχει μείνει γνωστή για τον ανεκπλήρωτο έρωτά της. Η ποιήτρια πέθανε από φυματίωση στα 28 της χρόνια. 28 χρόνια γεμάτα ποίηση, φεμινισμό, δημιουργία, αγάπη, έρωτα, απογοήτευση, θέατρο, Παρίσι και αρρώστια.

Η Μαρία Πολυδούρη έζησε πολλά και έφυγε νωρίς. Κατά πολλούς φιλολόγους, αν ζούσε παραπάνω και συνέχιζε να γράφει, ίσως να μιλούσαμε για τη μεγαλύτερη Ελληνίδα ποιήτρια της γενιάς της. Ξεχείλιζε από πάθος και ζωή, ήταν ανήσυχο πνεύμα, πάλευε για τις κοινωνικές ανισότητες και ποτέ δεν επαναπαύτηκε. Η πρώτη φεμινιστική της εκδήλωση ήταν το 1919, σε ηλικία 17 χρόνων, όταν μαζί με τις αδερφές της και λίγες φίλες της, έστειλαν επιστολή σε βουλευτή για να τον συγχαρούν για την προτροπή του να δοθεί δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.  Το 1920, κατάφερε να φοιτήσει στη Νομική Σχολή Αθηνών, μετά από απεργία πείνας, υποχρεώνοντας τον πατέρα της, να της το επιτρέψει. Ο στόχος ήταν μέσα από την ιδιότητα της, να υπερασπιστεί όλες τις γυναίκες που είχαν ανάγκη.

Η Πολυδούρη σύχναζε σε ανδροκρατούμενους χώρους, όπως τα καφενεία, έκανε εκείνη πρόταση γάμου, απαρνήθηκε τη μητρότητα, ασχολήθηκε με το θέατρο, διέλυσε τον αρραβώνα της με έναν ευκατάστατο άνδρα  και μετακόμισε μόνη της στο Παρίσι, για να σπουδάσει ραπτική, αλλά δεν πρόλαβε. Η Πολυδούρη είναι έμπνευση, είναι ιδέα και θα ήταν ορθό να βλέπαμε τη ζωή της σε όλο το φάσμα της και τον έρωτα της με τον Κώστα Καρυωτάκη, σαν γεγονός κι όχι ως το άλφα και το ωμέγα σε σχέση με αυτήν. Η Πολυδούρη ήταν κάτι παραπάνω από ερωτευμένη και πληγωμένη. Ήταν μια σπουδαία και ανεξάρτητη γυναίκα.


Hedy Lamarr
(επιλογή του Βαγγέλη Περρή)

Η Χέντβιχ Ιβα Μαρία Κίσλερ ήταν όμορφη και Αυστρο-Εβραία. Από τα 17 της άρχισε να φλερτάρει με το πανί και η σχέση ολοκληρώθηκε μόλις έγινε 18 και υποδύθηκε τον πρώτο κινηματογραφικό οργασμό. Ο Πάπας Πίος ο 12ος σκέφτηκε να την αφορίσει, ο Χίτλερ έγινε έξαλλος, η ταινία Ecstasy απαγορεύτηκε και ήταν η πρώτη φορά που η νεαρή Ίβα Μαρία βγήκε εκτός νόμου. Το κελί στο οποίο κλείστηκε ήταν χρυσό. Ο Φριτς Μαντλ την ερωτεύτηκε, την παντρεύτηκε, κατέστρεψε όλες τις κόπιες της αμαρτωλής ταινίας, της γνώρισε την πελατεία του. Αυτοί ήταν ναζί, εκείνος έμπορος όπλων. “Πιο καλά ελεύθερη και υπηρέτρια”, σκέφτηκε η φυλακισμένη , μεταμφιέσθηκε σε νταντά, έκρυψε στην τσέπη μια χούφτα κοσμήματα, πήρε το πρώτο βαπόρι για την Αμερική. Πριν φανεί το άγαλμα της Ελευθερίας, ο συνταξιδιώτης της παραγωγός Λουίς Μάγερ της είχε προτείνει ανοιχτό συμβόλαιο, εκείνη πέταξε στη θάλασσα το παρελθόν και υπέγραψε ως Χέιντι Λαμάρ.

Με αυτό το όνομα αστράφτει και βροντά δίπλα στον Σπένσερ Τρέισι και τον Κλαρκ Γκέιμπλ, είναι η Δαλιδά δίπλα στο Σαμψών Βίκτωρ Ματσούρ, αλλά αυτό το “δίπλα” της κάθεται στο λαιμό. Της ζητούν να συμπρωταγωνιστήσει στην Casablanca αλλά δεν προλαβαίνει, έχει να ασχοληθεί με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν κάνει περιοδείες στα στρατόπεδα για να δουν οι φαντάροι από κοντά “την ωραιότερη γυναίκα του Χόλιγουντ”, ανακαλύπτει την πρώτη μέθοδο διασποράς φάσματος. Τα πειράματα ήταν από χρόνια κομμάτι της ζωής της. Ένα φανάρι που ρυθμίζει την κυκλοφορία και ένα χαπάκι που μπαίνει στο νερό για να το κάνει ανθρακούχο, θεωρήθηκαν από τους Γερμανούς συμπατριώτες της παιχνίδια ενός πλουσιοκόριτσου. Τώρα το ναυτικό την αποκαλεί “ντίβα” και δεν υιοθετεί την μέθοδο καθοδήγησης των τηλεκατευθυνόμενων τορπιλών που τους προτείνει.
Ίσως ήταν πολύ νωρίς. Η εφεύρεση απετέλεσε την βάση για την διαμόρφωση προωθημένων τεχνολογιών, αλλά έπρεπε να περάσουν πάνω από 50 χρόνια προκειμένου να υιοθετηθεί.
Όταν τον Ιανουάριο του 2000, η Χέιντι Λαμάρ έκλεινε τα φώτα, ήδη την είχαν τιμήσει για την συμμετοχή της στην εξέλιξη του wifi, του bluetooth , του CDMA.

Virginia Hall
(επιλογή της Χαράς Κατσαρή)

Lorna Catling Collection

Η Virginia Hall γεννήθηκε το 1906 στο Maryland των ΗΠΑ και από μικρή έδειξε την περιπετειώδη της φύση. Αρνήθηκε τον “καλό” γάμο για χάρη των σπουδών και προσπάθησε σθεναρά να σπάσει τα στεγανά της εποχής ώστε να ενταχθεί στο διπλωματικό σώμα. Κάτι τέτοιο δεν στάθηκε δυνατό όμως διότι, ενώ είχε όλα τα τυπικά προσόντα… ήταν γυναίκα. Όταν μάλιστα έχασε και το ένα της πόδι μετά από κάποιο κυνηγετικό ατύχημα, η πιθανότητα μιας τέτοιας καριέρας εξαφανίστηκε δια παντός. Παρέμεινε μια απλή γραμματέας αμερικάνικων πρεσβειών σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.

Ώσπου ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Με ένα ξύλινο πόδι και πολύ πείσμα, η Virginia παραιτήθηκε από την θέση της και ξεκίνησε την μυθική της δράση ως κατάσκοπος των συμμαχικών δυνάμεων στην κατεχόμενη Γαλλία.  Εκπαιδεύτηκε από την Special Operations Executive (SOE) στο Λονδίνο και έφτασε στο Vichy όπου και ξεκίνησε να εκπαιδεύει και να οργανώνει αντιστασιακές ομάδες στην ένοπλη μάχη, το σαμποτάζ και την συλλογή πληροφοριών. Το δίκτυό της έφτασε να γίνει τεράστιο και να συμπεριλαμβάνει καλόγριες, απλούς πολίτες, μια ιδιοκτήτρια πορνείου, ένα γιατρό, αξιωματικούς της γαλλικής αστυνομίας και πολλούς άλλους πράκτορες όπως και η ίδια. Οργάνωσε την κινηματογραφική απόδραση 12 συμμαχικών πρακτόρων από την φυλακή του Mausac ενώ, όταν η ίδια έγινε “το νούμερο ένα καταζητούμενο πρόσωπο στην Λυών” από την Γκεστάπο, κατάφερε να διαφύγει κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή και να επιστρέψει στο Λονδίνο μέσω Ισπανίας. Και θυμίζουμε: όλα αυτά με ένα ξύλινο πόδι στο οποίο είχε δώσει το χαϊδευτικό όνομα Cuthbert.

Παρά τις κακουχίες όμως δεν έμεινε στα μετόπισθεν. Στην συνέχεια εκπαιδεύτηκε ως ασυρματίστρια μεταπηδώντας στην αμερικανική Office of Strategic Services (OSS) και επέστρεψε στην Γαλλία όπου συνέχισε την δράση της, αυτή την φορά ως επικεφαλής αντάρτικων ομάδων στα ορεινά της χώρας, ως το τέλος του πολέμου. Οργάνωσε την ρίψη και συλλογή πολεμικού υλικού για τον εξοπλισμό των ομάδων αυτών επιβάλλοντας τον εαυτό της ως μια στιβαρή και ακούραστη αξιωματικό με τρομερό πολεμικό ένστικτο. Θεωρείται ότι έσωσε χιλιάδες ζωές με την δράση της, ενώ άνοιξε τον δρόμο για την συμμετοχή των γυναικών στις μυστικές υπηρεσίες. Είναι μια ηρωίδα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!