“Ερευνητές που εργάζονται για την πλατφόρμα του Instagram (που ανήκει στο Facebook), μελετούν εδώ και χρόνια το πώς η εν λόγω πλατφόρμα επηρεάζει τα εκατομμύρια των νεαρών χρηστών τους και κατ’ επανάληψη η εταιρεία διαπίστωσε πως το Instagram είναι βλαβερό για ένα πολύ μεγάλο μέρος του κοινού αυτού, ιδίως για τα έφηβα κορίτσια (..). Δημοσίως, το Facebook έχει κατ΄ εξακολούθηση υποβιβάσει τις όποιες αρνητικές συνέπειες του application, (..) και αρνείται να διαθέσει τις σχετικές εσωτερικές έρευνες που έχει κάνει είτε σε ακαδημαϊκούς και νομοθέτες που το έχουν ζητήσει είτε σε κάποιο αρμόδιο δημόσιο φορέα. Υπάλληλοι του Facebook έχουν καταδείξει (σε ανώτερους τους), λογαριασμούς που ανήκουν σε σωματέμπορους στην περιοχή της Μέσης Ανατολής οι οποίοι χρησιμοποιούν το application για να παρασύρουν γυναίκες σε κακοποιητικές “επαγγελματικές” συνεργασίες. (Αυτοί οι υπάλληλοι) έστελναν ειδοποιήσεις στους προϊσταμένους τους σχετικά με λογαριασμούς που εμπορεύονται ανθρώπινα όργανα, πορνογραφία και κυβερνητικές δράσεις, με τα έγγραφα. Η ανταπόκριση της εταιρείας σε αυτά ήταν είτε ανεπαρκής είτε ανύπαρκτη.”
Τον περασμένο Σεπτέμβρη δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Wall Street Journal μια σειρά από αποκαλυπτικά άρθρα εις βάρους του ινσταγκραμ και του Facebook. Οι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι έκαναν λόγο για πλήθος από εξαιρετικά προβληματικές πρακτικές που υπάρχουν στον πυρήνα της στρατηγικής του Facebook, βασίζοντας το ρεπορτάζ τους σε δεκάδες χιλιάδες έγγραφα από το εσωτερικό της εταιρείας, τα οποία τους στάλθηκαν από μια μέχρι πρότινος ανώνυμη πηγή. Και το παραπάνω απόσπασμα είναι ένα μικροσκοπικό δείγμα από τα όσα αποκαλύπτονται. Το κεντρικό συμπέρασμα; Οι άνθρωποι που βρίσκονται στα ψηλότερα σκαλιά της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένου του Zuckerberg, γνωρίζουν βάσει εσωτερικών ερευνών πως μέσα από τις πλατφόρμες τους προκαλούνται σοβαρές βλάβες στους χρήστες τους, είτε ψυχικές είτε ακόμα και σωματικές, και στο βωμό του κέρδους δεν κάνουν τίποτα για να αλλάξουν αυτή την κατάσταση.
Πολύ σύντομα βέβαια αυτή η ανώνυμη πηγή πήρε πρόσωπο. Στις 4 του Οκτώβρη η θρυλική εκπομπή συνεντεύξεων 60 Minutes του δικτύου CBS, φιλοξένησε την Frances Haugen, τον άνθρωπο πίσω από την διαρροή την εγγράφων, η εν ολίγοις πληροφοριοδότης δημοσίου συμφέροντος. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές έχουν φτάσει στα αυτιά μας ειδήσεις για κάποιον που κατήγγειλε κάτι σχετικά με την συγκεκριμένη εταιρεία, και ίσως συχνά να ευσταθούν, άλλωστε όπου υπάρχει (πολύς) καπνός μάλλον υπάρχει και φωτιά. Είναι όμως η πρώτη φορά που αυτές οι καταγγελίες έχουν στιβαρή υπόσταση.
Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή. H Haugen, με χρόνια προϋπηρεσίας σε τεράστιες εταιρείες της Silicon Valley όπως η Google και η Pinterest, ξεκίνησε να εργάζεται στο Facebook το 2019 σε θέση manager στο τμήμα ανάπτυξης προϊόντων. Κίνητρο σε αυτή της την επαγγελματική κίνηση, όπως είπε σε πρόσφατη ομιλία της σχετικά στο πανεπιστήμιο Yale, αποτέλεσε η ομαλή διεξαγωγή των τελευταίων αμερικανικών εκλογών τον Νοέμβρη του 2020, δεδομένου ότι εκ των υστέρων αποδείχτηκε πως στις εκλογές του 2016 υπήρξε εξωτερική παρέμβαση μέσω ρωσικών bots που λειτούργησαν με “έδρα” τους την πλατφόρμα του Facebook. Έτσι προκειμένου να προστατευθεί ο δημοκρατικός θεσμός, η εταιρεία συνέστησε μια επιτροπή Πολιτικής Ακεραιότητας για επίβλεψη.
Με την ολοκλήρωση ωστόσο των εκλογών, το Facebook κατάργησε το τμήμα αυτό, παρ’ ότι ενδεχομένως η ανάγκη δεν είχε εκλείψει. Ως αποτέλεσμα προκλήθηκε η επίθεση της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, καθώς αυτά τα επεισόδια εν μέρει οργανώθηκαν μέσα από την πλατφόρμα του Facebook. Αυτή ήταν η πρώτη στιγμή που η Haugen αντιλήφθηκε πως η εταιρεία δεν έχει ουδεμία πρόθεση να κάνει τις απαραίτητες κινήσεις προκειμένου να προστατεύσει την κοινωνία από το πολύ συχνά αρνητικό αποτύπωμά της, όπως λέει. Περνώντας οι μήνες, μπήκε σε σκέψεις ώσπου το περασμένο καλοκαίρι, αφού συμβουλεύτηκε κοντινό της άτομο με μεγάλη εμπειρία στον χώρο, αποφάσισε να “φυσήξει της σφυρίχτρα”, θέτοντας σε κίνδυνο την καριέρα της, την υστεροφημία της και ίσως και πολλά άλλα. Γνωρίζοντας βέβαια πως πίσω από αυτή την εταιρεία-γίγαντα βρίσκονται μεγάλα ονόματα και ακόμα μεγαλύτερα συμφέροντα, φρόντισε να προασπίσει τον εαυτό της και τις πληροφορίες της όσο καλύτερα γίνεται. Χρησιμοποίησε λοιπόν τις εσωτερικές έρευνες και επικοινωνίες του Facebook (στις οποίες ως εργαζόμενη είχε πρόσβαση) για να καταδείξει το πώς η εταιρεία αφαιρεί πόρους από όλα τα προγράμματα ασφάλειας που η ίδιοι είχαν δημιουργήσει (κυρίως για τα μάτια των επενδυτών). Κοινώς, πήρε το μεγαλύτερο όπλο αυτής της εταιρείας, την δυνατότητά τους να συλλέγουν στοιχεία και να “μετρούν¨ την ανθρώπινη εμπειρία, και το έστρεψε εναντίον τους.
Την επόμενη ακριβώς μέρα από την συνέντευξη, στις 5 Οκτώβρη, η Haugen κλήθηκε να καταθέσει στην αμερικανική Γερουσία σχετικά με τα όσα κατήγγειλε. Εκεί έδωσε λεπτομερείς απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα που τέθηκαν στο τραπέζι με την εμφάνιση των αποκαλυπτικών εγγράφων, και δήλωσε κατηγορηματικά πως βάσει στοιχείων, τα στελέχη του Facebook θέτουν συστηματικά σε προτεραιότητα τα κέρδη σε βάρος της ασφάλειας των χρηστών, εν γνώσει τους. Στη συνέχεια προέτρεψε τους γερουσιαστές να δημιουργήσουν άμεσα ένα νομοθετικό πλαίσιο που θα ελέγχει τις στρατηγικές της εταιρείας με ηθικές προεκτάσεις, εφιστώντας την προσοχή στην λειτουργία των αλγορίθμων.
Σε συνέχεια της κατάθεσης, μια από τους εκπρόσωπους τύπου του Facebook δήλωσε “Δεν συμφωνούμε με τον τρόπο που η Haugen χαρακτήρισε τα ζητήματα επί των οποίων κλήθηκε να καταθέσει.” Μετά από κάποιες μέρες ωστόσο ο επικεφαλής εκπρόσωπος τύπου της εταιρείας Nick Clegg ανακοίνωσε ότι πρόκειται να εισάγουν νέες λειτουργίες για να απομακρύνουν τους εφήβους από το όποιο βλαβερό περιεχόμενο. Άρα παραδέχονται ότι έχουν κάνει κάτι λάθος ή όχι; Γιατί για να μπαίνουν σε διαδικασία να “εισάγουν νέες λειτουργίες” μάλλον κάτι δεν πήγαινε καλά. Σε δεύτερο χρόνο, ας σημειωθεί εδώ ότι δεν είναι λίγες οι φορές που το Facebook έχει κάνει “πατάτα” και το έχει παραδεχτεί δημοσίως (όταν δηλαδή δεν μπορεί να κάνει και αλλιώς). Στη συνέχεια πάντα κάτι “αλλάζουν” για να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου και στους ελεγκτικούς μηχανισμούς, και να ανεβάσουν έτσι την μετοχή τους. Αλλά σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, καμία από αυτές τις αλλαγές δεν είχε κάποιο ουσιαστικά θετικό αποτέλεσμα για τους χρήστες. Είναι πλέον άλλωστε ηλίου φαεινότερον, ό,τι είναι καλό για εμάς, είναι ασύμφορο οικονομικά για αυτούς.
Έπειτα από αυτή της την κατάθεση, η Haugen πρόκειται να συνεχίσει την επικοινωνία της με την Επιτροπή Εσωτερικής Ασφάλειας της Γερουσίας κεκλεισμένων πλέον των θυρών, και στις 25 Οκτωβρίου θα καταθέσει στην βρετανική Βουλή, ενώ υπάρχει κάλεσμα και από τη νομοθετική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι γεγονός πως η Haugen χάρη στην ενδελεχή της έρευνα μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία, αποτελεί ίσως την πρώτη πληροφοριοδότη σε ό,τι αφορά το Facebook που το αποτύπωμά της δεν έμεινε στα μίντια και στα ψηλά νούμερα τηλεθέασης, αλλά έφτασε μέχρι τα διεθνή νομοθετικά όργανα. Ας ελπίσουμε πως αυτοί που μπορούν όντως να κάνουν την αλλαγή θέτοντας ένα νομικό πλαίσιο, θα την ακούσουν προσεκτικά. Και ας αφήσουμε επιτέλους απ’ έξω λόγια περί “ατομικής ευθύνης”.
