Την περασμένη εβδομάδα βρέθηκα στη γνωστή θέση που βρίσκεται κάθε άνθρωπος που διαθέτει Netflix σε αυτόν τον πλανήτη. Να χαζεύω στην αρχική του σελίδα και τίποτα να μην με ικανοποίει. Σε άρνηση να κάνω για ακόμα μία φορά binge “Φιλαράκια”, είπα να δώσω ακόμη μία ευκαιρία στο “Προστέθηκαν πρόσφατα”, μία μέρα πριν την κυκλοφορία του “Mank” που μου έκλεινε το μάτι από τα προσεχώς.
Ανάμεσα σε κάτι τρόμου που δεν πείθουν και πολύ, η ταινία “Welcome to Marwen”. Δύο πράγματα με οδήγησαν στο να πατήσω play. Το ένα είναι ότι τον πρωταγωνιστικό ρόλο κρατά ο Steve Carell και το άλλο, ότι ως genre κατατάσσεται στο “δράμα”. Έχω παρακολουθήσει και απολαύσει τον Steve Carell σε πολλές κωμωδίες, όμως τις περισσότερες φορές τα act out του με κάνουν και νιώθω άβολα. Αν και δεν είναι κάτι φοβερά απροσδόκητο – καθώς το παθαίνει πολύς κόσμος με τους κωμικούς ηθοποιούς – τον λάτρεψα στον πρώτο δραματικό ρόλο που τον είδα, στο “Little Miss Sunshine”.
Δεν μπορώ να μιλήσω για την καλλιτεχνική αξία του “Welcome to Marwen”. Πρόκειται για μία ταινία που καταβαραθρώθηκε στο box office και διαθέτει πολύ χαμηλά ratings στις δημοφιλείς πλατφόρμες. Ωσόστο είναι εμπνευσμένη από το ντοκιμαντέρ “Marwencol” για τη ζωή του καλλιτέχνη Mark Hogancamp ο οποίος υποφέρει από μετατραυματικό στρες έπειτα από μία βίαιη (και αναίτια) επίθεση που σχεδόν του στοίχισε τη ζωή. Ο Hogancamp έχασε κάθε ανάμνηση της προηγούμενης ζωής του μετά την επίθεση και όταν πια επέστρεψε στο σπίτι του έφτιαξε μία νέα πραγματικότητα κατασκευάζοντας ένα art installation, ένα Βέλγικο χωριό του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, το Marwencol, το οποίο “κυβερνά” μία ομάδα ατρόμητων γυναικών παρέα με τον αξιωματικό Hogi. Όλοι μαζί αντιμάχονται τους Ναζί που κάθε τόσο εισβάλουν στο λιλιπούτειο χωριό φτιαγμένο από ξύλα και θραύσματα γυαλιών. Τα badass κορίτσια και ο αξιωματικός της πολεμικής αεροπορίας, δεν είναι παρά κούκλες – alter ego των φίλων του και του ίδιου – τις οποίες ο Hogancamp τραβάει ρεαλιστικές φωτογραφίες σε διάφορες καταστάσεις.
To 2000, o Hogancamp δέχεται επίθεση έξω από ένα μπαρ από πέντε άνδρες. Εκείνη την περίοδο παλεύει με τον αλκοολισμό. Σύμφωνα με όσους ήταν στο μπαρ εκείνο το βράδυ ο Hogancamp φαίνεται να συνομιλούσε σε φιλικό κλίμα με τους πέντε άνδρες, πίνοντας. Κάποια στιγμή αναφέρει ότι του αρέσει να φορά γυναικεία ψηλοτάκουνα παπούτσια. Οι πέντε άντρες εγκαταλείπουν το μπαρ πρώτοι και στήνουν καρτέρι στον Mark. Όταν εκείνος βγαίνει του επιτίθενται πισώπλατα και τον αφήνουν σχεδόν νεκρό στην άκρη του δρόμου έπειτα από αλλεπάλληλες κλωτσιές στο κεφάλι προκαλώντας του μόνιμη εγκεφαλική βλάβη. Στην ταινία “Welcome to Marwen”, δηλώνεται ξεκάθαρα ότι οι θύτες του Mark Hogancamp ήταν νεοναζί, καθώς εκείνος που υποδύεται τον αρχηγό της συμμορίας φέρει ένα τατουάζ με μία σβάστικα. Επίσης, στην σκηνή που αναπαριστά την επίθεση, τον φωνάζουν “queer” αφήνοντας να εννοηθεί ότι το έναυσμα για την επίθεση υπήρξε το γεγονός ότι μοιράστηκε μαζί τους την αγάπη του για τα γυναικεία ψηλοτάκουνα παπούτσια. Ο πραγματικός Mark Hogancamp έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις του πως η κατασκευή του Marwencol ήταν η δική του προσπάθεια να πάρει πίσω τη ζωή του. Φυσικά, οι Ναζί που πολιορκούν το χωριό και ο Hogi σκοτώνει ξανά και ξανά, αφού πρώτα βγάλει συγκλονιστικές λήψεις από τις μάχες του, είναι ο δικός του τρόπος να αντιμετωπίσει τους πέντε άνδρες που του επιτέθηκαν εκείνη τη νύχτα, κάτι που, όπως ίδιος λέει, στην πραγματική ζωή δεν θα μπορούσε να κάνει ποτέ.
Γυρνώντας στο σπίτι από το κέντρο αποκατάστασης, ανακάλυπτεί στην ντουλάπα του 300 ζευγάρια ψηλοτάκουνα. Παρόλου που δεν θυμάται τίποτα από τη ζωή του, αρά και ούτε την αγάπη του για τα τακούνια μόλις φοράει ένα από τα ζευγάρια, σύμφωνα με δήλωσή του στον Guardian, λέει: “Ω, Ουάου!“. “Αυτό χρειάστηκε μόνο, να φορέσω ένα ζευγάρι” και συνέχισε να τα φορά και να τα συλλέγει, όπως ακριβώς έκανε και πριν την επίθεση.
Αυτόν τον θρίαμβο της ζωής προσπάθησε να αποδώσει o Robert Zemeckis που σκηνοθετεί την ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί ο Carell, αλλά και η Caroline Thompson με την οποία ο πρώτος συνυπογράφει το σενάριο. Δεν είμαι σίγουρη πόσο καλά τα καταφέρνουν στο σύνολο της ταινίας, ωστόσο βρήκα πολύ τρυφερό τον τρόπο με τον οποίο απέδωσαν τη σχέση του Hogancamp με τα ψηλοτάκουνα. Οι σκηνές όπου ο Hogi, η κούκλα, φορά γόβες και αντιμετωπίζει τους Ναζί ή χορεύει με την νεοφερμένη στο χωρίο Nicol την οποία και έχει ερωτευτεί, βγάζουν ένα πάρα πολύ ζεστό συναίσθημα. Τη δουλειά όμως την κάνει η εξήγηση που δίνει ο Steve Carell ως Mark, για τον λόγο που του αρέσει να φοράει ψηλά γυναικεία παπούτσια, “Με συνδέει με την ουσία των γυναικών”, λέει σε δύο σκηνές της ταινίας. Καθώς, δεν έχω παρακολουθήσει το ντοκιμαντέρ, δεν γνωρίζω αν αυτή είναι μία ατάκα που αποδίδεται στον πραγματικό Hogancamp, ωστόσο σε συνέντευξή του έχει πει, “Τα μόνα πλάσματα στη γη που δεν μου έχουν επιτεθεί είναι οι γυναίκες”.
Ο Henry Bae και ο Shaobo Han είναι τα μυαλά πίσω από το Syro, ένα gender-nonconforming project, όπως προτιμούν να το αποκαλούν, που κατασκευάζει ψηλοτάκουνα παπούτσια για queer άτομα. Βασική έμπνευση του διδύμου ήταν οι προσωπικές τους ανάγκες. Λατρεύουν τα ψηλοτάκουνα αλλά μέχρι να δημιουργήσουν τα δικά τους δεν μπορούσαν να βρουν στο νούμερό τους. Οι επιλογές τους εξαντλούνταν σε drag ή bdsm κομμάτια, τα οποία, όπως έχουν δηλώσει, καθόλου δεν τους χαλάνε, αλλά δεν είναι άνετα και δεν υπάρχει ποικιλία σχεδίων. Έφτιαξαν λοιπόν τα παπούτσια που αναζητούσαν, εκείνα που θέλουν να φορέσουν είτε για να πάνε στο γραφείο, είτε για να πεταχτούν μέχρι το σούπερ μάρκετ. Ο Henry για παράδειγμα λατρεύει τα kitten heels αλλά δεν μπορούσε να βρει σε ανδρικό νούμερο για να κάνουν στα πόδια του. Το μέγεθος, αλλά και η άνεση είναι σοβαρή υπόθεση για το Syro. Οι δύο συνιδρυτές του έχουν επενδύσει πολύ στο να είναι τα παπούτσια τους προσβάσιμα σε όλο και περισσότερα άτομα.
Πέρα από την άνεση και την ποιότητα όμως, σαν τα δύο φανταστικά fashion icons που είναι, ο Henry και ο Shaobo έχουν δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην ποικιλία. Οποιοδήποτε σχέδιο θα δεις σε γυναικεία παπούτσια, θα το βρεις στο Syro. Πέδιλα, πλατφόρμες, μποτάκια με χοντρό τακούνι, kitten heel, πρακτικά τα πάντα. Οι δύο τους γνωρίστηκαν στοκάροντας ο ένας τον άλλο στο Facebook, τότε που γράφαμε ξεδιάντρωπα ο ένας στον τοίχο του άλλου πράγματα που δεν θα ‘πρεπε να είναι δημόσια, δηλαδή το 2009 και συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 2014. Μοιράστηκαν το πάθος τους για τη μόδα, αλλά και τις κοινές τους εμπειρίες, όπως τις επιδρομές στην ντουλάπα της μαμάς όταν εκείνη έλειπε για να δοκιμάσουν τα ρούχα και φυσικά τις γόβες της. Κάπως έτσι ένωσαν τα μυαλά τους και αποφάσισαν να κατακτήσουν τους δρόμους της Νέας Υόρκης (και όχι μόνο) πάνω σε ψηλοτάκουνα.
Ο Shaobo έχει δηλώσει στη Huffington Post “Κάθε μέρα πρέπει να αποφασίσω αν σήμερα έχω τη δύναμη να αντιμετωπίσω τα βλέμματα των ανθρώπων, αλλά την ίδια στιγμή, νιώθω τόσο σωστά και τόσο παντοδύναμος όταν φοράω τακούνια, νιώθω ότι πραγματικά γιορτάζω τη θηλυκότητα”. Παρόλο που έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με τη βία, είτε αυτή είναι λεκτική, είτε σωματική πιστεύουν στη δύναμη της βιομηχανίας της μόδας να καταρρίψει τα στερεότυπα που ίδια έχτισε, πιστεύουν στους δημιουργούς της νέας γενιάς και άρα στους εαυτούς τους. “Η άποψη ότι “οι άντρες δεν βάφουν τα νύχια τους”, “οι άντρες δεν φοράνε τακούνια” είναι απλά μία σκέψη που υπάρχει τώρα, όλα επιδέχονται αλλαγής. Είναι ενδιαφέρουσα η τεράστια επηροή που έχει η κοινωνία πάνω στο τι σημαίνουν όλα αυτά. Μπορεί εγώ να θέλω να βάλω τα τακούνια μου και βάψω τα νύχια μου και να βγω και μία γυναίκα να θέλει να πάει στη δουλειά φορώντας παντελόνι και ένα ζευγάρι sneakers. Μπορεί να μην υπάρχει τίποτα παραπάνω εκεί”, λένε. Το να βλέπουν τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τους, ένα από τα σύμβολα της θηλυκότητας, φορεμένα από queer ανθρώπους, να ταράζει την πατριαρχία, όπως έχουν δηλώσει χαρακτηριστικά, τους δίνει τη δύναμη να συνεχίσουν.
Το “Welcome to Marwen” και το Syro είναι δύο πράγματα που έπεσαν στην αντίληψή μου σε κοντινό χρονικό διάστημα και με έκαναν να σκεφτώ, “Κοίτα τι όμορφα που γιορτάζεται η θηλυκότητα!”. Βέβαια ο Mark Hogancamp και οι ιδρυτές του Syro, Henry Bae και Shaobo Han είναι διαφορετικές περιπτώσεις. Με έκανα ωστόσο να σκεφτώ και κάτι ακόμη, “Τι όμορφοι που είναι οι άνθρωποι πάνω σε ψηλοτάκουνα!”, ψηλώνουν λίγο, νιώθουν πιο ατρόμητοι, έτοιμοι να αντιμετωπίσουν εκείνους που, ακόμα και χωρίς τακούνια να στέκονταν δίπλα τους, αυτοί θα ήταν και πάλι πολύ μικροί μπροστά τους, μπροστά σε αυτούς τους τρεις άντρες που για διαφορετικούς λόγους λάτρεψαν ένα τεράστιο σύμβολο θηλυκότητας, τα παπούτσια με τακούνι.
