Αν η μόδα σήμερα ήταν άνθρωπος, θα ήταν σίγουρα αυτός ο boomer, που στα 18 του καμωνόταν πως θα αλλάξει τον κόσμο, και πλέον είναι ένας καλοστεκούμενος λευκός straight 60άρης που από την προνομιούχα του θέση ρητορεύει με περίσσεια αυταρέσκεια και από πράξεις τίποτα. Αν ήταν ένας μόνο άνθρωπος. Όμως δεν είναι. Είναι μια ολάκερη βιομηχανία με αξία που φτάνει τα 2,3 τρις δολάρια, με αποτύπωμα γερό, και αν δεν είμαστε προσεκτικοί, πολύ επικίνδυνο για το περιβάλλον.

Για να μην είμαστε άδικοι, η βιομηχανία της μόδας είναι πολλά πράγματα. Τα προϊόντα της, κοινώς τα ρούχα που φοράμε, μπορεί να είναι από εργαλεία ενδυνάμωσης μέχρι ενέσεις σεροτονίνης. Οι δημιουργοί που εργάζονται για αυτήν είναι ως επί το πλείστον κρυμμένοι καλλιτέχνες με μοναδική ματιά, άνθρωποι σαν τον Alexander McQueen και τον Edward Enninful που ενίοτε αλλάζουν το κόσμο όχι μόνο του fashion αλλά και της τέχνης ολόκληρης. Ο πληθυσμός που απασχολείται είναι μεγάλος και (στις Δυτικές χώρες να τονίσουμε) καλοπληρωμένος, λαδώνοντας έτσι λίγο παραπάνω την μηχανή της σύγχρονης οικονομίας. Όπως ισχύει με τα περισσότερα πράγματα γύρω μας, η μόδα βρίσκεται στο φάσμα του γκρι.

Το τελευταίο καιρό ωστόσο, από την σταδιακή έφοδο της κλιματικής αλλαγής, και την ευρεία επιτέλους αναγνώρισή της, το όνομα της μόδας έχει αρχίσει να χαλάει. Ο λόγος είναι για τους περισσοτέρους γνωστός, καθώς αυτήν την στιγμή η βιομηχανία της μόδας είναι υπεύθυνη για το 10% της παγκόσμιας παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα, γεγονός που την καθιστά επισήμως έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς του περιβάλλοντος. Ποιος είναι αυτός που φταίει περισσότερο, ο πάροχος ή ο καταναλωτής, μικρή σημασία έχει αυτή την ώρα. Το θέμα είναι να βρεθούν οι λύσεις στο τεράστιο αυτό πρόβλημα με τα πολλά κεφάλια.

Ένας από τους παράγοντες που επιδεινώνουν την κατάσταση είναι οπωσδήποτε η αγορά των leather goods, κοινώς τα δερμάτινα προϊόντα. Γιατί; Πρώτη στην εξίσωση μπαίνει σαφώς η κατάφωρη κακοποίηση των ζώων για την παραγωγή πλήθους από τσάντες, παπούτσια, ζώνες και τα συναφή, κάτι που όμως δεν αφορά το περιβάλλον αλλά την ηθική μας. Αυτό που όντως επηρεάζει το περιβάλλον είναι η εκτροφή των εκατομμυρίων ζώων για αυτό το σκοπό, και βέβαια η επεξεργασία των δερμάτων τους με κάθε λογής τοξικά χημικά ώστε να κατασκευαστούν τα πολύτιμα “γοβάκια” μας.

Όταν λοιπόν ο μέσος άνθρωπος αντιλήφθηκε και προβληματίστηκε με την πρώτη πληροφορία, το ηθικό διακύβευμα ενός γνήσιου δερμάτινου προϊόντος, είχαμε το πρώτο “οικολογικό κύμα”, αυτό που έφερε στο προσκήνιο το λεγόμενο vegan leather. Vegan leather, ή οικολογικό δέρμα ορίζεται από το Oxford Dictionary κάθε υλικό που προσομοιάζει σε δέρμα, για την παραγωγή του όμως δεν έχει αναμειχθεί οποιαδήποτε πρώτη ύλη ζωικής προέλευσης.

Σε δεύτερο χρόνο, εδώ και ένα το πολύ δυο χρόνια, με την εξάπλωση της ενημέρωσης σχετικά με τους παράγοντες που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή, έχουμε πλέον και το δεύτερο οικολογικό κύμα, αυτό που αμφισβητεί την έννοια του vegan leather και θέτει την πολύ σημαντική ερώτηση. Είναι το οικολογικό δέρμα στ’ αλήθεια πιο φιλικό προς το περιβάλλον σε σχέση με το γνήσιο δέρμα;

Η απάντηση είναι ως συνήθως περίπλοκη με μπόλικες προεκτάσεις, οπότε ήρθε η ώρα να την ξεμπλέξουμε.

 

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να θυμόμαστε αναφορικά με το τι είναι φιλικό προς το περιβάλλον και τι όχι, αφορά το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένο το εκάστοτε προϊόν. Η πρώτη ύλη, η διαδικασία επεξεργασίας της, οι πόροι που απαιτούνται για αυτή και ο χρόνος της φυσικής αποσύνθεσής της είναι οι βασικοί παράγοντες που θα δώσουν την τελική απάντηση.

Στο δια ταύτα. Το οικολογικό δέρμα δεν συνδέεται με ένα συγκεκριμένο υλικό, αλλά πολλά. Αν πρέπει να τα βάλουμε σε κατηγορίες, υπάρχουν τρεις βασικές. Το vegan leather μπορεί να έχει σαν πρώτη ύλη το πλαστικό, ή μια μίξη αυτού, μπορεί να αποτελείται αποκλειστικά από φυτικές ίνες, και τέλος μπορεί να είναι φτιαγμένο από ρίζες μανιταριών, τα λεγόμενα μικίλια (mycellium). Και αν θέλουμε να τα βάλουμε σε σειρά βιωσιμότητας, είναι ακριβώς αυτή. Το πλαστικό vegan leather είναι προφανώς το πιο καταστροφικό για το περιβάλλον, οι λόγοι πλέον αυτονόητοι. Έπειτα, θα περίμενε κάποιος πως το οικολογικό δέρμα από φυτικές ίνες αποτελεί την πλέον βιώσιμη επιλογή, κάτι που δεν ισχύει, κυρίως εξαιτίας των τοξικών πετροχημικών που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία τους.

Παρ’ όλα αυτά σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές το αποτύπωμα άνθρακα τους είναι πολύ χαμηλότερο τόσο από αυτό του γνήσιου δέρματος, όσο και από του πλαστικού. Τρίτο και τελευταίο είναι το δέρμα από μανιτάρια, η νεότερη προσθήκη της βιομηχανίας, που για τους περισσότερους αποτελεί την πιο ελπιδοφόρα περίπτωση, μια σπουδαία καινοτομία με πολλές προοπτικές. Και αυτή είναι και η λέξη-τρικ. Προοπτικές.

Στην πραγματικότητα, το νούμερο ένα πρόβλημα με την έλλειψη βιώσιμων πρακτικών αυτή τη στιγμή, δεν προκύπτει από το ότι δεν υπάρχουν καινοτόμες ιδέες. Αντιθέτως. Οι εταιρείες που αλλάζουν την σκηνή της παραγωγής στη μόδα αυξάνονται διαρκώς τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Ωστόσο, αν η κλίμακα της ζήτησης από brands μόδας βρίσκεται μονίμως χαμηλά, δεν υπάρχει δυνατότητα από πλευράς τους για επέκταση, και βελτιστοποίηση των πρακτικών τους, προκειμένου να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τις ευρείας αγοράς, τόσο χρονικά, όσο και από θέμα stock. Δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο, που δεν εξυπηρετεί κανέναν. Για παράδειγμα μια εταιρεία παραγωγής δέρματος μανιταριού, ας πούμε η Bolt Threads από την California που κατασκευάζει το υλικό Mylo (με trademark), χρειάζεται δυο εβδομάδες, από την ημέρα που θα καλλιεργήσει το “μανιτάρι” μέχρι την ημέρα που θα είναι έτοιμο για να επεξεργαστεί ως vegan δέρμα. Χρόνος που σίγουρα δεν είναι βολικός αν σκεφτούμε τα μεγέθη παραγωγής των πιο δυνατών ονομάτων του χώρου. Με την εισροή κεφαλαίου ωστόσο κάτι τέτοιο θα γινόταν σταδιακά όλο και πιο εύκολο.

Το πρόβλημα λοιπόν με το αληθινά οικολογικό vegan leather, (όχι δηλαδή την πλαστική δερματίνη από την οποία είναι κατασκευασμένα τα περισσότερα προϊόντα αυτή την στιγμή) έγκειται κυρίως στο ότι δεν χρηματοδοτείται επαρκώς.

Σύμφωνα με μια τελευταία έρευνα του BOF (Business Of Fashion), οι μεγάλοι κολοσσοί του χώρου, αυτοί που στην ουσία έχουν το κεφάλαιο να κατευθύνουν την αγορά, είναι που χάνουν τον στόχο και ευθύνονται τελικά για την αργή ως και ανύπαρκτη αλλαγή. Όπως λοιπόν διαβάζουμε στην έρευνα αυτή, το λεγόμενο The BoF Sustainability Index για το 2021, “παρ΄ότι τα fashion brands μιλούν για βιωσιμότητα περισσότερο από ποτέ, οι πράξεις τους δεν ανταποκρίνονται στις δεσμεύσεις τους απένταντι στο κοινό”. Ναι, αυτό είναι κάτι που φανταζόμασταν ή σε έναν βαθμό ξέραμε, όμως πλέον υπάρχουν και τα στοιχεία για να το στηρίξουν. Στοιχεία που δυστυχώς αφορούν το τώρα, το 2021, και όχι δέκα χρόνια πριν, που λίγοι είχαν ολόκληρη την εικόνα του τι σημαίνει κλιματική αλλαγή και αποτύπωμα άνθρακα. Αυτή λοιπόν η πρακτική, το πολύ μπλα μπλα και καθόλου πράξεις σε ό,τι αφορά την βιωσιμότητα, λέγεται greenwashing. Δηλαδή το επικοινωνιακό τρικ που κάνουν πλέον οι περισσότεροι μεγάλοι όμιλοι, από την Inditex μέχρι την LVMH προκειμένου να πείσουν τους καταναλωτές ότι επιλέγουν εταιρείες υπεύθυνες περιβαλλοντικά, ενώ στην πραγματικότητα, αν ψάξεις κάτω από το χαλί, στην αλυσίδα παραγωγής πχ. (αν και εφόσον είναι διαφανής) θα δεις πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει ως επί το πλείστον.

Για να δώσουμε όμως όλη την εικόνα, υπάρχουν κάποιες εταιρείες, λιγοστές μεν υπαρκτές δε, που κάνουν ένα βήμα παραπάνω, ουσιαστικό και υπεύθυνο, ώστε κάποια στιγμή να φτάσουμε εκεί που πρέπει. Brands που επενδύουν σε εταιρείες παραγωγής αληθινά οικολογικού δέρματος, προκειμένου να υπάρχει η πρόοδος που λέγαμε παραπάνω. Ανάμεσά του κολοσσοί όπως η Adidas και η LuluLemon (που παράγουν κάποια από τα προϊόντα τους στην Bolt Threads από Mylo), Stella McCartney, Hermès, Gucci, H&M, Karl Lagerfeld, Reformation, και Ralph Lauren.

Συμπέρασμα.

Ναι το λεγόμενο vegan δέρμα είναι στη θεωρία πιο οικολογικό από το γνήσιο. Ωστόσο καθώς στην πλειοψηφία του ακόμα κατασκευάζεται από πλαστικές πρώτες ύλες, αυτή την στιγμή δεν είναι ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο φιλικό προς το περιβάλλον σε σχέση με το αληθινό. Είναι το ίδιο “κακό”.

Μέχρι λοιπόν να μπει στην mainstream αγορά το δέρμα από μυκήλιο, ή κάτι που αποδεδειγμένα να είναι ανάλογα βιώσιμο, οι “σωστές” επιλογές είναι δυο. Αφενός πριν αγοράσετε ένα κομμάτι από vegan δέρμα, ψάξετε διεξοδικά την αλυσίδα παραγωγής του. Αν βρείτε πως ο τρόπος που παράχθηκε ανταποκρίνεται στα παραπάνω κριτήρια, καλώς. Αλλιώς η επόμενη καλύτερη εναλλακτική, είναι ως συνήθως η second-hand αγορά, (ίσως και η πρώτη καλύτερη για να είμαστε ειλικρινείς), για όλους τους ευνοήτους και (καλώς) χιλιοειπωμένους λόγους.

Αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, και την εν γένει στροφή προς βιώσιμες πρακτικές, αυτό δεν αφορά τόσο τα παραπάνω, όσο την μεγάλη εικόνα. Οι εταιρείες έχουν ένα σκοπό. Να βγάλουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος, ώστε να επιβιώσουν και να επεκταθούν (γεγονός θεμιτό). Ό,τι δεν τους συμφέρει οικονομικά, δεν πρόκειται ποτέ να γίνει προτεραιότητά τους.

Από την άλλη, και η δύναμη του πορτοφολιού του καταναλωτή φτάνει ως ένα σημείο, ιδίως στην βαθιά και ολοένα περισσότερο ταξική κοινωνία που ζούμε. Η ευθύνη δεν θα έπρεπε λοιπόν να πέφτει στον “πάροχο”, και ακόμα λιγότερο στον “αποδέκτη”. Την ευθύνη έχουν τα κράτη, οι κυβερνήσεις που οφείλουν επιτέλους να ορίσουν ένα νομικό πλαίσιο, (κάτι που με τίποτα δεν έχει γίνει ακόμα), και έπειτα να δείξουν με το δάχτυλο όποιον δεν συμμορφώνεται. Η προσωπική και η εταιρική ευθύνη είναι λέξεις αστείες και πλέον το ξέρουμε λίγο πολύ όλοι. Ας κρατήσει λοιπόν ο καθένας το φταίξιμο που του αναλογεί, ούτε παραπάνω ούτε λιγότερο.