Οι μεγάλες κρίσεις φέρνουν στην επιφάνεια κομμάτια του εαυτού μας που ενδεχομένως και εμείς οι ίδιοι να αγνοούμε ότι υπάρχουν. Ο καθένας από εμάς έχει διαφορετικούς μηχανισμούς για να αντιμετωπίσει κάτι που είναι πολύ μεγαλύτερο από τον ίδιο. Σε συνδυασμό με τις προσωπικές αντιλήψεις και ιδεολογίες του κάθε ατόμου οι αντιδράσεις ποικίλουν. Το είδαμε πολύ καλά αυτό εδώ στην Ελλάδα με την οικονομική κρίση, το βιώνουμε και τώρα με την πανδημία του κορωνοϊού πολύ πιο έντονα, καθώς πέραν του ότι πρόκειται για κάτι που συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο, απειλεί άμεσα τη ζωή μας. 

Ήδη από το πρώτο lockdown, ακόμη και αν δεν το παραδεχόμαστε, έχουμε κατηγοριοποιήσει τους φίλους μας. Εκείνοι που κάνουν αυστηρή καραντίνα και εφαρμόζουν όλες τις μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις, οι άλλοι, που επέλεξαν έναν μικρό κύκλο ανθρώπων για να συναντιούνται και οι αυτοί που δήλωσαν ότι δεν προσέχουν, είτε γιατί δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του κορωνοϊού, είτε γιατί δεν συμφωνούν με τα μέτρα αντιμετώπισής του και πιστεύουν για παράδειγμα πως οι περιορισμοί θα έπρεπε να ισχύουν μόνο για ηλικιωμένους και ευπαθείς ομάδες. Mε ελάχιστες εξαιρέσεις, ειδικότερα μετά το πρώτο lockdown, όλοι μας εμπιστευτήκαμε κάποιους φίλους, μας εμπιστεύτηκαν και οι ίδιοι και αμφότεροι πήραμε το ρίσκο να βρεθούμε από κοντά, όχι πάντα σε εξωτερικούς χώρους, όχι πάντα με ανοιχτά τα παράθυρα. Κάποιο από εμάς δεν αντέξαμε και αγκαλιαστήκαμε φορώντας τις μάσκες μας, κάποιες φορές χωρίς να τις φοράμε, αλλά δεν ανταλλάξαμε φιλιά θεωρώντας πως αυτό θα μας προστατέψει. Ίσως να μην το παραδεχτούμε ποτέ, όμως το έχουμε κάνει. 

Η Άννα (27) ζει ακόμη με τους γονείς της, οποίοι έχουν ξεπεράσει τα 60 τους έτη. Στη διάρκεια του πρώτου lockdown έβλεπε τους φίλους της, οι οποίοι στην πλειονότητά τους μένουν μόνοι ή έρχονται σε ελάχιστη επαφή με ηλικιωμένα άτομα, να κάνουν μαζώξεις σε σπίτια. Κάθε φορά την προσκαλούσαν κι εκείνη αρνούνταν ευγενικά. Μέχρι που κάθε πρόσκληση άρχισε να της ασκεί μία απίστευτη πίεση. “Ξέρω ότι το κάνουν από αγάπη και με καλούσαν για να μη νιώθω αποκλεισμένη και παραμελειμένη, αλλά από ένα σημείο και μετά ένιωσα ότι αγνοούν πλήρως το γεγονός ότι θέλω να προστατέψω κι εμένα και τους γονείς μου. Παράλληλα, ένιωθα ενοχές που έλεγα συνέχεια όχι και μου πέρασε από το μυαλό ότι όταν τελειώσει όλο αυτό, δεν θα θέλουν να με κάνουν πια παρέα”, αναφέρει χαρακτηριστικά. Φυσικά, όσο κι αν το αίσθημα ευθύνης υπερτερούσε της ανάγκης της για κοινωνικοποίηση, η Άννα ένιωσε εγκλωβισμένη στις συνθήκες εγκλεισμού, όπως λέει, ψυχολογικά έπεσε πάρα πολύ σκεπτόμενη ότι δεν έχει αυτή τη διέξοδο της κοινωνικοποίησης, επειδή δεν έχει καταφέρει να μείνει ακόμη μόνη της. Δεν ήταν λοιπόν μονάχα η επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης της με τους φίλους της, αλλά και όλης της τής ζωής.  Δεν ξέρω αν θα κάνω παρέα με τα ίδια άτομα μετά την πανδημία”, λέει ο Στάθης (52). “Δεν ανήκω σε ευπαθή ομάδα και επίσης το γεγονός ότι εργάζομαι ως διανομέας δεν μου επιτρέπει να μείνω σπίτι, ωστόσο φροντίζω να τηρώ όλα τα μέτρα προστασίας για εμένα, τους πελάτες, την οικογένειά μου. Όπως αρκετός κόσμος, έτσι κι εγώ μετά το τέλος του πρώτου lockdown που εστίαση άνοιξε ξανά, είπα να βγω για μια μπύρα με φίλους. Ένας από αυτούς πήγε να με αγκαλιάσει και έκανα πίσω, νιώθοντας παράλληλα πολύ άσχημα που έπρεπε να τονίσω ότι τηρώ τις αποστάσεις”, εξομολογείται. Τα άσχημα συναισθήματα του Στάθη δεν σταμάτησαν εκεί. Κατά τη διάρκεια της εξόδου του ένας από τους φίλους του δήλωσε στην παρέα πως “δεν προσέχει ιδιαίτερα”. “Πανικοβλήθηκα. Δεν ήξερα πώς να το χειριστώ. Ένιωσα ότι θα προβάλω τον φίλο μου αν σηκωθώ να φύγω. Επίσης, είχαμε ήδη έρθει σε επαφή. Πέρασα την επόμενη εβδομάδα με το να θερμομετρούμαι συχνά και απέφυγα να δω τους γονείς μου. Φυσικά, μετά από αυτό αρνήθηκα οποιαδήποτε πρόσκληση της συγκεκριμένης παρέας”. 

Σε ένα σχετικό άρθρο του Guardian, η ψυχοθεραπεύτρια Holly Roberts αναφέρει “Πολλοί παίρνουν το γεγονός ότι οι φίλοι τους παραβιάζουν τους κανόνες σαν προσωπική επίθεση. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους να αποδεχτούν ότι οι φίλοι τους συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο και όταν χάνεις τον σεβασμό για κάποιον, είναι πολύ δύσκολο να τον ανακτήσεις”, σημειώνει και συμβουλεύει πως ο καλύτερος τρόπος είναι – φυσικά – ο διάλογος. “Το σημαντικότερο είναι να προσπαθήσουμε να να μην κατηγορούμε, να μην κάνουμε τον άλλο να ντραπεί. Ο καθένας αντιμετωπίζει τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο.  Ξεκινήστε τη συζήτηση λέγοντας, “Η συμπεριφορά σου με επηρεάζει και θα ήθελα να ακούσω τι σκέφτεσαι για αυτό“. Κάτι ακόμα σημαντικό που σημειώνει η Roberts είναι το γεγονός ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις μακροχρόνιες φιλίες και τις απλές γνωριμίες. Οι συνθήκες είναι πρωτοφανείς, ωστόσο καλό είναι να αξιολογήσουμε τη σχέση πριν την απορρίψουμε τελείως εξαιτίας μιας συμπεριφοράς που μας φέρνει σε δύσκολη θέση.

Η Αλεξία (36) έχει ήδη απομακρυνθεί με την επί 15 χρόνια καλύτερή της φίλη. “Μένω μαζί με τη σύντροφό μου. Κατά τη διάρκεια του πρώτου, αλλά και του δεύτερου lockdown μαζευόμασταν/ μαζευόμαστε με φίλους στο σπίτι. Εμπιστευτήκαμε έναν μικρό κύκλο ατόμων που μας διαβεβαιώνουν ότι προσέχουν, το ίδιο φυσικά κάνουν κι εκείνοι, μας εμπιστεύονται. Αν σκεφτεί κανείς ότι κάποιοι από εμάς έχουν παιδιά και αυτά πηγαίνουν σχολείο όταν δεν κάνουν τηλεκπαίδευση, μερικοί από εμάς δεν τηλεργάζονται όλες τις μέρες και μετακινούνται από και προς τις δουλειές τους με ΜΜΜ καθώς δεν οδηγούν, το πράγμα ήδη ανοίγει πολύ. Έτσι σκεφτήκαμε ότι μάλλον από τους φίλους μας κινδυνεύουμε λιγότερο. Θέλω να πω, όλοι φοράμε τις μάσκες μας, πλένουμε συχνά τα χέρια μας και δεν ερχόμαστε σε επαφή με ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε, αλλά μπορείς πραγματικά να το ελέγξεις;”, αναρωτιέται η Αλεξία. Η απόφασή της αυτή όμως την έφερε σε ρήξη με την κολλητή της. “Δυστυχώς σταματήσαμε να μιλάμε ήδη από το πρώτο lockdown. Δεν ενέκρινε το γεγονός ότι έφερνα κόσμο στο σπίτι. Μέχρι ένα σημείο, αφού αρνήθηκε όταν την κάλεσα, κάναμε calls στο Messenger για να πούμε τα νέα μας. Ένιωθα άσχημα να της πω ότι το προηγούμενο βράδυ είχα βρεθεί σπίτι μου με κοινούς μας φίλους, αλλά από την άλλη δεν ήθελα να πω ψέματα. Σε μία συνομιλία μας η συζήτηση ξέφυγε και τσακωθήκαμε άσχημα”, καταλήγει. 

Μπορούμε να παρέμβουμε μέχρι ένα σημείο στη ζωή των φίλων μας και δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε απόψεις για πράγματα που πιστεύουν, ιδιαίτερα αν δεν είναι έτοιμοι για αυτό. Ωστόσο έχουμε πάντα τη δυνατότητα να συζητήσουμε μαζί τους για το πώς επηρεάζει αυτό την κοινή μας πορεία. Αν λοιπόν δεν νιώθεις προστατευμένος, αν νιώθεις πως οι φίλοι σου σε βάζουν σε κίνδυνο, οφείλεις να τους το επικοινωνήσεις και να βρείτε έναν κοινό τόπο μέσα από την αλληλοκατανόηση και τον σεβασμό. Ο κορωνοϊός δοκιμάζει τις ηθικές μας αξίες. Και είναι πραγματικά δύσκολο να συνειδητοποιεί κανείς πως δεν μοιράζεται τις ιδίες ηθικές αξίες με τους ανθρώπους που αγαπά.Ο κορωνοϊός είναι μία συνθήκη πρωτόγνωρη για όλους μας, όμως οι ανθρώπινες σχέσεις και η κοινωνία, μέσα από αυτή τη βαθιά τομή, θα βρουν ξανά το δρόμο τους, θα αλλάξουν σχήματα, όμως θα κυριαρχήσουν και πάλι, ίσως με μεγαλύτερη ένταση από πριν. Όπως αναφέρει ο καθηγητής του Yale, Νικόλας Χρηστάκης, στο νέο του βιβλίο “Το Βέλος του Απόλλωνα” (εκδ. Κάκτος, 2020), “Ενώ ο τρόπος με τον οποίο αναγκαστήκαμε να ζήσουμε την εποχή της COVID-19 μπορεί να φαίνεται εξωπραγματικός και αφύσικος, στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα από τα δύο. Οι επιδημίες αποτελούν ένα στοιχείο της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτό που συνέβει το 2020 δεν είναι καινούριο για το είδος μας. Απλώς είναι καινούριο για εμάς”.

* Τα ονόματα των συμμετεχόντων έχουν αλλάξει καθώς θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους.

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!