Το περιστατικό με το γατάκι στον Άγιο Γεώργιο ίσως να μην είχε πάρει την ίδια έκταση αν δεν είχε πέσει στην αντίληψη του ηθοποιού Μιχάλη Λεβεντογιάννη το βίντεο που το αποδεικνύει, το οποίο ανέβηκε σαν story στο Instagram από φίλο του 30χρονου που κλώτσησε το γατί στη θάλασσα, σα να ήταν ένα ακόμα, μάλλον αστείο, στιγμιότυπο από την πρωτομαγιάτικη βόλτα τους. Ο ηθοποιός εκτός από το να το κοινοποιήσει, επικοινώνησε με τη δημοσιογράφο και διευθύντρια της φιλοζωικής οργάνωσης “Zero Stray Pawject” Σταματίνα Σταματάκου.

Η δημοσιογράφος με τη σειρά της ειδοποίησε αμέσως τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, αναδημοσίευσε μέσα από τον προσωπικό Instagram λογαριασμό της το εν λόγω story, ενώ δημοσίευσε στο Facebook ανάρτηση του νεαρού από το 2015, που είχε ζωγραφίσει όλα τα λευκά σημεία του σκύλου του πράσινα, ενώ στο στήθος του είχε σχηματίσει τον αριθμό 13, που παραπέμπει στον Παναθηναϊκό. Έτσι, για ακόμα μια φορά, πολύ σύντομα στην ελληνική επικαιρότητα, μπορούμε να πούμε ότι τα social media έγιναν η πλατφόρμα μέσω της οποίας ήρθε στο φως μία φρικτή πράξη, για την οποία μάλιστα ο νόμος πλέον είναι (επιτέλους) ιδιαίτερα αυστηρός. 

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 34 του νόμου 4830/2021 που ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους στη Βουλή, σε περίπτωση φόνου ή βασανισμού ζώου με την εσκεμμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία τους, ιδίως με δηλητηρίαση, στραγγαλισμό, απαγχονισμό, πνιγμό/πνιγμονή, πρόκληση εγκαύματος, θερμοπληξία, ηλεκτροπληξία, κρυοπαγήματα, σύνθλιψη, ακρωτηριασμό (μη θεραπευτικό), πυροβολισμό (πρόκληση τραύματος ή θάνατος ζώου), εκούσιο τραυματισμό (βαριά, επικίνδυνη σωματική βλάβη), μάχες μεταξύ ζώων, κτηνοβασία, σεξουαλική κακοποίηση του ζώου με χρήση αντικειμένων για τη σαδιστική ευχαρίστηση του δράστη, εγκατάλειψη νεογέννητων ζώων, καθώς και πώληση, εμπορία και παρουσίαση – διακίνηση μέσω διαδικτύου οποιοσδήποτε οπτικοακουσηκού υλικού, στο οποίο απεικονίζεται κάθε είδους σεξουαλική συνεύρεση με ζώα, καθώς και οποιαδήποτε πράξη βίας ή θανάτωση μικρών ζώων με σκοπό το κέρδος και τη σεξουαλική ικανοποίηση ατόμων που παρακολουθούν ή συμμετέχουν σε αυτά, ο δράστης είναι αντιμέτωπος με 10ετή κάθειρξη και πρόστιμο έως και 50.000 ευρώ για κάθε ζώο και για κάθε περιστατικό.

Δεν είδα το βίντεο με το γατάκι στην Αιδηψό. Δεν χρειάζεται άλλωστε. Και μόνο η περιγραφή πάνω από τις σχετικές δημοσιεύσεις στα social media αρκεί. Δεν υπάρχει τίποτα ηδονοβλεπτικό στην πράξη του 30χρονου. Κι εδώ συμβαίνει κάτι πολύ ενδιαφέρον, για όσους από εμάς αγαπάμε τα ζώα ή δεν επιθυμούμε το βασανισμό ή/ και το θάνατό τους. Όσο δύσκολο κι αν είναι να το παραδεχτούμε – αν και “με φρίκη κι αποτροπιασμό”, όπως συνηθίζουμε να λέμε στο χώρο -, βλέπαμε με περισσότερη ψυχραιμία τις φωτογραφίες των θυμάτων στην Μπούτσα της Ουκρανίας να παρελαύνουν μπροστά μας σε ψηφιακό και έντυπο Τύπο και τηλεόραση, στη θέα όμως του πτώματος ενός σκύλου ή μιας γάτας ίσως να κλείναμε σφιχτά τα μάτια. Η εργαλειοποίηση των νεκρών κοριτσιών της Πάτρας, με τις μορφές τους να επιστρατεύονται για να επικαλεστούν το συναίσθημα, μας έφερε αναγούλα, αλλά αν πρέπει να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, η αναπαραγωγή τους ακόμα και για να σχολιάσουμε καυστικά το γεγονός, δεν μας έσφιξε το στομάχι με τον ίδιο τρόπο που έκαναν οι εικόνες του αγρίως βασανισμένου σκύλου, τον Οκτώβριο του 2020 στα Χανιά. Αυτό συμβαίνει καθώς μέσα κυρίως από το σινεμά, αλλά και την λογοτεχνία, ή το gaming η εικόνα ενός νεκρού, βασανισμένου, ή βαριά χτυπημένου (ενήλικου) ανθρώπου μας είναι κάτι οικείο, περισσότερο από ενός οικόσιτου ζώου. 

Κάνω αυτή τη σημείωση, καθώς πιστεύω ότι έχει σημασία για το τι ακολούθησε της είδησης στα social media. Για τα πράγματα στα οποία είμαστε περισσότερο εκτεθειμένοι κι άρα εκπαιδευμένοι, για το πώς οι πεποιθήσεις μας ορίζουν τις αντιδράσεις μας. Για το πώς οι εμπειρίες μας, ατομικές και συλλογικές και οι προσωπικές μας αναφορές καθορίζουν τον τρόπο που δρούμε. Όπως οι αντιδράσεις των περισσότερων που είναι και οι ίδιοι γονείς, για την υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου, υπήρξαν πιο συναισθηματικά φορτισμένες, έτσι και οι αντιδράσεις των περισσότερων φιλόζωων ήταν πιο έντονες για την περίπτωση του άνδρα που αποφάσισε να πετάξει το γατάκι στη θάλασσα. Στα ίδια social media που ανέδειξαν τη φρικτή αυτή πράξη και συνέβαλαν καθοριστικά στον εντοπισμό του δράστη, υπήρξαν ψύχραιμες και εύστοχες τοποθετήσεις, τρυφερά σκίτσα, φωτογραφίες άλλων ασπρόμαυρων γάτων που είχαν μία καλύτερη τύχη από το γατάκι της Αιδηψού σε ένδειξη αλληλεγγύης και όπως πάντα η απαίτηση για “ψόφο”, “καρκίνο” και “κρέμασμα” του δράστη. Για ακόμη μια φορά η επιβολή του νόμου για κάποιους από εμάς, δεν αρκεί. Δεν έχει περάσει ακριβώς μήνας από τότε που σχολιάζαμε τον όχλο έξω από το σπίτι της Ρούλας Πισπιρίγκου στην Πάτρα με όρους όπως “μεσαίωνας” ή “ανθρωποφαγία” και τώρα απαιτούμε να δούμε τον κακοποιητή του γατιού κρεμασμένο. Δεν είναι τυχαίο. Οι δύο αυτοί φερόμενοι ως δράστες, καταφέρθηκαν αμφότεροι ενάντια στα κατεξοχήν απροστάτευτα πλάσματα, που τουλάχιστον με βάση το αξιακό σύστημα του δυτικού κόσμου, θα κάναμε τα πάντα για να σώσουμε και να προστατεύσουμε, των ανήλικων παιδιών και των μικρών ζώων. 

Ο αυτονόητος σεβασμός της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των μικρών παιδιών και των ζώων είναι ένδειξη πολιτισμού. Η σοκαριστική και απρόσμενη ανατροπή αυτού του δεδομένου σε κάποιους από εμάς ξυπνά χαμηλά ένστικτα που απαιτούν δικαιοσύνη με αναχρονιστικούς όρους και όρους άλλων κοινωνικών δομών. Οι αντιδράσεις, σα να λέμε, δεν είναι ιδιαίτερα πολιτισμένες. Έτσι αναρωτιόμαστε ξανά αν τα “λαϊκά δικαστήρια” ή το “διαδικτυακό λιντσάρισμα” θυτών μας φέρνει τελικά τρομακτικά κοντά τους, αν μας κάνει το ίδιο κακοποιητικούς. 

Τα social media είναι αδιαμφισβήτητα μια μικρογραφία της κοινωνίας. Όπως ακριβώς συνέβη με τον κόσμο που συγκεντρώθηκε έξω από το σπίτι της Ρούλας Πισπιρίγκου, έτσι κι εδώ, οι άνθρωποι που θα προτιμούσαν ο άνθρωπος που πέταξε στη θάλασσα το γατάκι να πεθάνει, είναι ένα σημαντικό δείγμα του ελληνικού πληθυσμού. Είναι αυτοί οι άνθρωποι εν δυνάμει κακοποιητές; Όχι, ή τουλάχιστον όχι όλοι. Εκφράζουν όμως την πλειοψηφία. Το προσωπικό μας social bubble (το οποίο φυσικά δεν περιέχει μόνο τους τρισδιάστατους φίλους μας, αλλά και το εκάστοτε feed μας στα social media, το οποίο και είναι tailor made σύμφωνα με τα πιστεύω μας, τις αντιλήψεις μας και τα στεγανά μας), έχει ανθρώπους με τους οποίους μιλάμε πάνω – κάτω την ίδια γλώσσα. Αυτό το eco chamber είναι που καλλιεργεί την αίσθηση ότι τέτοιου τύπου αντιδράσεις είναι σοκαριστικές. 

Δεν φταίνε τα social media για την ανάδειξη αυτής της ρητορικής ή καλύτερα, τα social media δεν μπορούν να την εμποδίσουν ούτως ή άλλως. Τα κοινωνικά δίκτυα στην περίπτωση της Αιδηψού, στάθηκαν, για ακόμη μία φορά – με κάποιες αστοχίες εξαιτίας της ταχύτητας της αναπαραγωγής του περιστατικού, αλλά και του γεγονότος ότι, όπως έχουμε ξαναπεί, τα Instagram stories δεν αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας – βοηθητικά και έφεραν στο φως μια πράξη που στη χώρα μας πια τιμωρείται και πλέον ο δράστης είναι στα χέρια της δικαιοσύνης. Επειδή στις ίδιες πλατφόρμες εκφράζονται απόψεις που μας κάνουν να ανατριχιάζουμε στο άκουσμά τους, αυτό δεν αναιρεί τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν στην υπόθεση. Ίσα – ίσα. Τα social media έχουν γίνει το πεδίο εκείνο που τροφοδοτεί τα παραδοσιακά μέσα, από τα οποία μια σημαντική μερίδα κόσμου μπορεί να εκπαιδευτεί σε πιο πολιτισμένες και δημοκρατικές αντιδράσεις από “ψόφους” και “κρεμάλες”. 

Δεν φτάνει λοιπόν μονάχα να αναρωτιόμαστε αν τα κοινωνικά δίκτυα δίνουν χώρο στην έκφραση κακοποιητικού λόγου. Οφείλουμε να μιλάμε, να εξηγούμε. Να εξηγούμε γιατί έχει σημασία που αυτοδικία δεν είναι κατοχυρωμένη νομικά, που η δημοκρατία σημαίνει ταυτόχρονα και ισονομία, που η θέσπιση νόμων και η εφαρμογή τους σημαίνει ασφάλεια για τους πολίτες. Δεν μπορούμε να απαιτούμε διαρκώς “οι άλλοι” να επιδεικνύουν τα ίδια αντανακλαστικά με εμάς (και ποιοι ακριβώς είμαστε εμείς;), μπορούμε όμως να τους οδηγήσουμε προς τα εκεί, ένα βήμα τη φορά. 

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!