Στο συγκλονιστικό μονοπλάνο “Boiling Point” του Philip Barantini παρακολουθούμε την την ένταση στην κουζίνα ενός εστιατορίου την πιο πολυσύχναστη μέρα της χρονιάς. Στο επίκεντρο ένας σεφ στα όριά του, έτοιμος να εκραγεί σαν χύτρα. Το γλυκερό “Toscana” του Mehdi Avaz προσπαθεί να σαμποτάρει τα κλασικά μοτίβα του chick flick, πάνω στα οποία πατά, εστιάζοντας στα daddy issues ενός βασανισμένου σεφ που αρνείται να σωθεί. Ένας αλαζόνας σεφ που τρέχει να ξεφύγει από τους προσωπικούς του δαίμονες είναι ο πρωταγωνιστής του σχετικά προβλέψιμου “Burnt” του John Wells.
Αυτοκαταστροφικοί, με ροπή σε καταχρήσεις ή εθισμένοι σε ουσίες, με άλυτα θέματα και μοναχικοί ή με διαλυμένες σχέσεις. Αυτή είναι η απεικόνιση των σεφ στην pop κουλτούρα σήμερα, η οποία πολύ συχνά αποδίδεται στην πίεση που έχει το συγκεκριμένο επάγγελμα. Θα έλεγε κανείς, ότι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι σεφ στον κινηματογράφο, μοιάζει με την στερεοτυπικοί εικόνα που έχουμε για τους rock stars, όπως αυτή μεταφέρεται μέσα από βιογραφικές ταινίες για είδωλα της rock των 60s’ και των 70s’.
Η άνοδος που γνωρίζει η γαστρονομία τα τελευταία χρόνια, μέσω των εκπομπών ή των reality μαγειρικής, αλλά και αντισυμβατικών σεφ, όπως ο Anthony Bourdain, έκαναν το φαγητό το απόλυτο pop προϊόν και τα πρόσωπα που το φτιάχνουν τα νέα είδωλα της δημόσιας σφαίρας. Συνυπολογίζοντας την δημιουργικότητα και την ένταση που χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο επάγγελμα είναι λογικό, η pop κουλτούρα και συγκεκριμένα ο κινηματογράφος να επιθυμεί να αποδώσει τη ζωή τους στη μεγάλη οθόνη και να μας μεταφέρει στη φρενίτιδα μιας επαγγελματικής κουζίνας. Ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζονται οι σεφ πλέον στο σύγχρονο σινεμά – πολύ μακριά από τον γοητευτικό άνδρα μάγειρα, που είχαμε συνηθίσει μέχρι πριν κάποια χρόνια, ο οποίος φτιάχνει νόστιμη φριτάτα στο κορίτσι που ξύπνησε στο πλευρό του την άλλη μέρα το πρωί στο τηγάνι που έχει χαραγμένα τ’ αρχικά του σε κάποια ρομαντική κομεντί – γεννά ερωτήματα.
Μήπως το σινεμά γκλαμουροποιεί την σκοτεινή πλευρά της κουζίνας; Και, πόση σχέση έχει τελικά με την πραγματικότητα αυτή η απεικόνιση του συγκεκριμένου επαγγέλματος; Η Chef Γωγώ Δελογιάννη (Στοά Φιξ, Γαλιάντρα) και ο Pastry Chef Αντώνης Σελέκος (Antonis Selekos Conceptual Deserts) μιλούν στο One of Us για τα στερεότυπα που ακολουθούν το επάγγελμα του μάγειρα, το κατά πόσο μπορούν να βλάψουν τον κλάδο και φυσικά το αν τελικά οι chefs είναι όντως οι νέοι rockstars.

Η Γωγώ Δελογιάννη, Φωτογραφία: Σπύρος Χατζηαγγελάκης
Η Γωγώ Δελογιάννη, έχοντας δει μερικές από τις ταινίες που κατασκεύασαν ή έστω ενίσχυσαν το στερεότυπο για του “καταραμένου μάγειρα”, παραδέχεται πως έχει αναγνωρίσει, “ενδεχομένως στην απόλυτη υπερβολή τους”, όπως σημειώνει, εκφάνσεις της ζωής διαφόρων συναδέλφων της ή και της δικής της. “Η αίσθηση που είχα όταν έβλεπα τις ταινίες ήταν “Πω, αυτά μπορεί όντως κάπου να συμβαίνουν αυτή τη στιγμή που μιλάμε“, λέει η σεφ, ωστόσο θεωρεί πως αυτή η απεικόνιση είναι αρκετά μακριά από την ελληνική πραγματικότητα, όχι όμως απαραίτητα και τη διεθνή. “Η πίεση, οι καθημερινοί χρονικοί περιορισμοί και η τεράστια μοναχικότητα του επαγγέλματος, είναι ικανά, ως στοιχεία της ρουτίνας κάποιου, να διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του. Όταν όλα αυτά συνδυάζονται με μια κακή μέρα, ένα πρόβλημα στο σπίτι ή μια δύσκολη ψυχολογική περίοδο, το αποτέλεσμα – σχεδόν πάντα – είναι εκρηκτικό. Είναι μια δουλειά όπου χρειάζεται μεγάλη συγκέντρωση κι όταν αυτή χάνεται, είναι εύκολο να χαθεί η τάξη και άρα και η ψυχραιμία. Αλλά, shit happens”, αναφέρει.
Και ο Αντώνης Σελέκος συμφωνεί, “Τα πράγματα είναι κάπου στη μέση. Όντως έχει πάρα πολλή πίεση η δουλειά, όντως οι άνθρωποι της κουζίνας είναι πιο επιρρεπείς σε καταχρήσεις σε σχέση με άλλους κλάδους. Παρόλα αυτά το κυριότερο εδώ είναι η πίεση που υπάρχει στον κλάδο, αλλά πιστεύω ότι αυτό αρχίζει να εκλείπει. Το βλέπω από τους νέους συναδέλφους, τους οποίους δεν τους ενδιαφέρουν τόσο τα χρήματα, όσο τα βασικά, εκείνα που θα πρεπε να θεωρούνται δεδομένα, δηλαδή η πενθήμερη, 8ωρη εργασία και αυτό δικαιολογεί και το κενό θέσεων στην εστίαση και το hospitality. Εκεί λοιπόν σαν επιχειρηματίες και σαν εργαζόμενοι πρέπει να αναρωτηθούμε τι έχουμε κάνει λάθος και τι όχι. Είναι τρομερά ανήθικο το να φέρεσαι στους υφιστάμενούς σου όπως δεν θα ήθελες να σου φέρονται”, λέει ο pastry chef θίγοντας παράλληλα μια παθογένεια του κλάδου που απασχολεί αυτή τη στιγμή τη δημόσια συζήτηση.

Ο Αντώνης Σελέκος
Ο Αντώνης Σελέκος πιστεύει πως εκτός από το σινεμά έχει παίξει και η τηλεόραση ρόλο στο χτίσιμο ενός συγκεκριμένου στερεότυπου για το επάγγελμα του μάγειρα. Όπως λέει, η μαγειρική στην Ελλάδα γνώρισε άνθηση γιατί μεταξύ άλλων, αποτελεί ένα “φθηνό τηλεοπτικό προϊόν με μεγάλη αξία μεταπώλησης”. “Η μαγειρική στην Ελλάδα πήρε boost γιατί ήταν εύκολο να μπεις σε ένα στούντιο και να κάνεις μια εκπομπή, είχε χαμηλότερο μπάτζετ από μια σειρά μυθοπλασίας για παράδειγμα, άρα το κάθε κανάλι είχε από μια εκπομπή, η κάθε πρωινή εκπομπή από ένα μάγειρα, έτσι αυτομάτως, ο μάγειρας απέκτησε μια παραπάνω έκθεση και αυτό σίγουρα συμβάλει στο “ροκσταριλίκι”, αλλά θεωρώ ότι δεν υπάρχει ο μάγειρας – ροκ σταρ στην Ελλάδα. Υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις στο χώρο, αλλά δεν είναι η νόρμα, δεν είναι Hollywood”.
Πώς μπορεί να επηρεαστεί μια/ ένας νέα νέος που ενδεχομένως ονειρεύεται να γίνει σεφ μέσα από αυτή την γκλαμουροποίηση του “αυτοκαταστροφικού σεφ” που βλέπουμε στο σινεμά; Μπορεί ο κινηματογράφος να παγιώσει μια συγκεκριμένη αντίληψη για το πώς είναι να δουλεύεις σε μία κουζίνα;
“Η δουλειά του σινεμά είναι να προάγει την τέχνη, να αφήνει χώρο για σκέψη και φαντασία και εν τέλει να γκλαμουροποιεί τη ζωή που θα θέλαμε ή και όχι. Η δουλειά του μάγειρα είναι να προσφέρει το φαγητό που έχει επιλέξει για τους καλεσμένους του καθαρό, ζεστό και φροντισμένο”, λέει η Γωγώ Δελογιάννη. “Αν κάποιος δεν μπορεί να καταλάβει που είναι το χάσμα και που η σύνδεση ανάμεσα σε αυτά τα δύο, είναι γιατί πιθανώς δεν θέλει να καταλάβει. Ή γιατί έτσι θέλει να φαντασιώνεται τη δουλειά που είδε στη μεγάλη οθόνη και, ενδεχομένως, θα ήθελε να ακολουθήσει. Όταν πληρώνεις το αντίτιμο του εισιτηρίου μιας ταινίας είναι για να μπεις σε έναν άλλο κόσμο από το δικό σου, για να κάνεις space out από την καθημερινότητα. Άρα δε μπορείς να θεωρείς ότι αυτό είναι σινεμά, ζωή και πραγματικότητα ταυτόχρονα γιατί – σε ένα βαθμό – κοροϊδεύεις τον εαυτό σου. To make a long story short, αυτή η απάντηση συνοψίζεται στην ατάκα μιας αγαπημένης φίλης που δουλεύει στο σινεμά : “Ο κόσμος πληρώνει για να φαντασιώνεται”. Ποια είμαι εγώ για να τους το χαλάσω;”, καταλήγει η chef.
Παρόμοια άποψη έχει και ο Αντώνης Σελέκος. “Δεν ξέρω αν οφείλεται ακριβώς στην απεικόνιση στην pop κουλτούρα, αλλά παρατηρούμε στους νέους συναδέλφους ότι υπάρχει μία έπαρση και δεν το λέω σνομπίστικα, αλλά αντικειμενικά. Πιστεύω ότι η εικόνα μας έχει “πλακώσει”, αλλά δεν μπορώ να πω ότι μια ταινία μπορεί να κάνει κακό στο επάγγελμα, μια ταινία βγαίνει για να κόψει εισιτήρια, το πώς το εκλαμβάνει ο θεατής είναι εντελώς άλλο πράγμα. Έχει να κάνει με την παιδεία. Το “Burnt” για παράδειγμα βγήκε όταν εμείς ξεκινούσαμε, οκ, το είδαμε, αλλά δεν μας άλλαξε. Μια ταινία δεν είναι σχολή μαγειρικής, ή ντοκιμαντέρ, είναι μυθοπλασία”.
Άραγε Γωγώ και Αντώνης έχει τύχει ποτέ να αντιμετωπίσουν κάποια συμπεριφορά που να υπονοεί ότι το επάγγελμά τους έχει καθορίσει τον χαρακτήρα τους ή τις επιλογές τους στην προσωπική τους ζωή ή κατάφεραν να ξεφύγουν από το στερεότυπο;
“Έζησα από πολύ κοντά το πώς μια ταινία μπορεί να σε παρουσιάζει άγριο, θυμωμένο ή αυστηρό ή κομπλεξικό. Το συνειδητοποίησα όταν άρχισα να παραδίδω ο ίδιος το panettone στα σπίτια του κόσμου. Κατάλαβα ότι η εικόνα που είχαν για έναν σεφ ανατράπηκε όταν με είδαν από κοντά, πίστευαν ότι ένας σεφ ήταν φωνακλάς, ο μπαμπούλας του εστιατορίου”, λέει ο Αντώνης Σελέκος.
Η Γωγώ Δελογιάννη έχει αντιμετωπίσει τέτοια συμπεριφορά, όπως λέει, πάρα πολλές φορές όμως, “Ξέρεις κάτι; Όντας ένας άνθρωπος που έχει έχει αλλάξει δουλειά και καθημερινότητα στα 30 για να κάνει τη δουλειά που αγαπάει, κάπως τα παίρνω και για παράσημο όλα αυτά. Δεν λέω ότι έχω κάνει πάντα σωστές επιλογές ή ότι έχω συμπεριφερθεί πάντα σωστά και ευγενικά και κόσμια, λέω απλώς ότι τα έχω βρει με τον εαυτό μου και σίγουρα με τους ανθρώπους που έχω αδικήσει κάποιες φορές με τη συμπεριφορά μου, και είμαι εντάξει. Κι όσο μεγαλώνω μέσα σε αυτή τη δουλειά, οι πτυχές του χαρακτήρα μου που διαμορφώνονται μέσα από τη δουλειά και που συνήθως περιέχουν μια αγένεια και μια βιασύνη και δεν μου αρέσουν, λιγοστεύουν και κατά καιρούς εξαφανίζονται. Και είμαι ακόμα πιο εντάξει”.
Τελικά, οι δύο διακεκριμένοι επαγγελματίες συμφωνούν με την άποψη ότι οι chefs είναι οι νέοι rock stars;
“Δε νομίζω ότι αυτή η άποψη με βρίσκει κοντά της”, λέει η Γωγώ. “Ναι μεν ο ενθουσιασμός της δημιουργίας και η συνεχόμενη εξέλιξη της γαστρονομίας στην Ελλάδα δίνει ένα hype στους chefs, αλλά το ροκσταριλίκι σέρνει μαζί του ένα mindset και έναν τρόπο ζωής που δεν νομίζω ότι τον συναντάμε πια, εν έτει 2022”.
Ο Αντώνης συγκρίνει το hype γύρω από τους μάγειρες με εκείνο που είχε πριν κάποια χρόνια ένας άλλος κλάδος, εκείνος του modeling. “Το μοντέλα κάποτε είχαν τις δόξες τους που κράτησαν καμία 15ετια, 20ετια; Νομίζω το ίδιο θα συμβεί με τους μάγειρες. Κι εκεί έχει να κάνει με τη διαχείριση, το να είσαι ψηλά και μετά στα χαμηλά γιατί δεν γράφουν, δεν μιλάνε πια για σένα, το πόσο δυνατός χαρακτήρας είσαι θα φανεί εκεί. Προσωπικά καταλαβαίνω γιατί συμβαίνει αυτό το πράγμα κι έχω την επίγνωση ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει. Μου αρέσει, αλλά δεν το αφήνω να μπει μέσα μου κι επικεντρώνομαι στη δουλειά μου. Αν σε κάτι έχουν έρθει κοντά σε ροκ σταρ οι μάγειρες είναι ότι απέκτησαν groupies”.