Δεν θα βρει κανείς πιο ισχυρό επιχείρημα για την δύναμη του γραπτού λόγου πέρα από το γεγονός ότι υπήρξαν πολλές απαγορεύσεις βιβλίων στην ιστορία. Στην Ελλάδα των τελευταίων δύο αιώνων πολλοί συγγραφείς είδαν τα βιβλία τους να απαγορεύονται από την κυκλοφορία είτε για λόγους θρησκευτικούς, είτε για πολιτικούς, είτε γιατί “πρόσβαλαν τα ήθη”. Η Πάπισσα Ιωάννα του Εμμανουήλ Ροΐδη είχε αυτήν την τύχη το 1866, τα βιβλία Ασκητική, Ο Καπετάν Μιχάλης, Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται και Ο Τελευταίος Πειρασμός του Νίκου Καζαντζάκη, το βιβλίο Καλιαρντά του Ηλία Πετρόπουλου το 1971, Ο Τροπικός του Αιγόκερω του Χένρυ Μίλλερ και τόσα άλλα. Τέτοιο μάλιστα ήταν το μένος των διωκτών του ελεύθερου λόγου, που τα ίδια τα βιβλία δημεύονταν και καταστρέφονταν, ενώ διώκονταν οι συγγραφείς και οι εκδότες τους.
Πόσο πίσω όμως πηγαίνει αυτή η πρακτική;
Όταν κοιτάμε πίσω στην ιστορία και ψάχνουμε να βρούμε τον βασικό και κύριο λόγο της ύπαρξης μιας τόσο βίαιης συμπεριφοράς απέναντι στον ελεύθερο λόγο και κατά συνέπεια στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, μία δείχνει να είναι η κύρια αντίληψη που δρα σε όλες τις περιπτώσεις: ο πουριτανισμός.
Ένα τρανταχτό τέτοιο παράδειγμα ήταν τα όσα συνέβησαν σε έναν άνδρα ονόματι Thomas Morton, που εξέδωσε το 1637 ένα βιβλίο με τίτλο New English Canaan. Επρόκειτο για ένα καυστικό κατηγορητήριο της συντηρητικής πουριτανικής ζωής, με την οποία ο Morton είχε έρθει αντιμέτωπος όταν μετακόμισε στην Μασαχουσέτη το 1624. Κόντρα στην κλειστή και περιορισμένη κοινωνική ζωή της περιοχής, ο ίδιος ήταν ένας ηδονιστής που αγαπούσε τα πάρτι και τις διασκεδάσεις, όσο μπορούσε δηλαδή να διασκεδάσει κανείς την εποχή εκείνη. Ήταν επίσης φιλικά διακείμενος προς του Ιθαγενείς Αμερικανούς, κάτι στο οποίο ήταν κάθετα αντίθετοι οι πουριτανοί. Το αποτέλεσμα ήταν να διωχθεί ο ίδιος και να υποχρεωθεί να μετοικήσει αλλού.
Στα μάτια τους ο Morton ήταν μια ξεκάθαρη και ευθεία απειλή του τρόπου ζωής τους, ενώ το βιβλίο του θεωρήθηκε ότι προσβάλει κατάφωρα την πουριτανική ηθική, κάτι που φυσικά δεν μπορούσαν να επιτρέψουν. Έτσι το απαγόρευσαν και στην πορεία εξοστράκισαν και τον ίδιο. Του απαγόρευσαν να επιστρέψει στην Μασαχουσέτη και παρέμεινε ανεπιθύμητος μέχρι τον θάνατό του το 1643.
Η περίπτωσή του όμως δείχνει καθαρά ως και σήμερα (που υπάρχουν ακόμα αρκετά απαγορευμένα βιβλία στον κόσμο), πώς το εκάστοτε σύστημα, κοινωνικό, θρησκευτικό, πολιτικό ή ακόμα και εκπαιδευτικό, μπορεί να κινηθεί ενάντια στην ελευθερία του λόγου και να επιβάλει απαγορεύσεις με τραγικές πολλές φορές συνέπειες για τους δημιουργούς τους ή για τους εκδότες του έργου τους.
Έχουμε δυστυχώς φρέσκια στην μνήμη μας την τρομοκρατική ενέργεια ενάντια στο περιοδικό Charlie Hebdo το 2015, από φανατικούς Ισλαμιστές, που είχε σαν αποτέλεσμα την δολοφονία 12 ανθρώπων, γιατί το περιοδικό είχε δημοσιεύσει τα απαγορευμένα για αυτούς σκίτσα του Μωάμεθ.
Ο πρώτος διδάξας
Πηγαίνοντας λοιπόν πίσω στον χρόνο βρίσκουμε και άλλες τραγικές τέτοιες περιπτώσεις που ξεκινούν από την περίπτωση του Κινέζου Αυτοκράτορα Shih Huang Ti που έζησε από το 259–210 πχ και λέγεται ότι έθαψε ζωντανούς 460 Κομφουκιανούς λόγιους και ιστορικούς με στόχο να λογοκρίνει την ιστορική καταγραφή της εποχής του. Το 212πχ, έκαψε όλα τα βιβλία της αυτοκρατορίας του, κρατώντας ένα αντίτυπο από το καθένα για την Βασιλική Βιβλιοθήκη. Θεωρούσε έτσι ότι σβήνοντας κάθε ιστορική καταγραφή πριν από την βασιλεία του, ότι θα κατάφερνε να επιβάλει σε όλον τον κόσμο την ιδέα ότι η ιστορία ξεκίνησε από τον ίδιο.
Τρομερή είναι η περίπτωση του Ρωμαίου ποιητή Οβίδιου, του οποίου το βιβλίο Ars Amatoria (Η Τέχνη του Έρωτα) απαγορεύτηκε το 8μχ και ο ίδιος εξορίστηκε από την Ρώμη στην Ελλάδα όπου και πέθανε οκτώ χρόνια μετά. Όλα του τα έργα απαγορεύτηκαν για δεύτερη φορά και κάηκαν από τον Savonarola στην Φλορεντία το 1497, ενώ μια αγγλική μετάφραση του Ars Amatoria, απαγορεύτηκε από την κυκλοφορία στην Αμερική το 1928.
Το 35μχ, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Καλιγούλας, προσπαθούσε να αποθαρρύνει την ανάγνωση της Οδύσσειας του Ομήρου, γιατί θα τους έδινε μια γεύση του τι σημαίνει να είσαι ελεύθερος.
Το 649μχ σύμφωνα με τον μύθο, ο Χαλίφης Ομάρ έκαψε και τα 200,000 βιβλία της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου με τη εξής υπεραπλουστευτική σκέψη: “Αν αυτά τα γραπτά των Ελλήνων συμφωνούν με το Ιερό μας Βιβλίο, τότε είναι περιττά και θέλουν κάψιμο. Αν διαφωνούν, τότε θα πρέπει να καταστραφούν.” Με το κάψιμο των βιβλίων αυτών τροφοδότησε με καύσιμη ύλη τα λουτρά της πόλης για ένα εξάμηνο.
Ευτυχώς στην σύγχρονη εποχή οι δολοφονίες των συγγραφέων δεν είναι πια τόσο συνηθισμένη πρακτική. Τα βιβλία όμως, γίνονται ακόμα και σήμερα θέμα συζήτησης όσον αφορά τις ιδέες που περιέχουν σε διάφορα κέντρα εξουσίας πολλών χωρών.
Στα 80’s, σε μια προσπάθεια να αντισταθούν σε αυτό, βιβλιοπώλες στις Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν να κλειδώσουν 500 βιβλία σε ένα μεγάλο σιδερένιο κλουβί, στην διάρκεια του American Booksellers Association BookExpo America. Τα βιβλία αυτά ήταν τότε απαγορευμένα από βιβλιοθήκες, σχολεία και κοινότητες της χώρας. Αργότερα, σε συνεργασία με τον American Library Association και τον National Association of College Stores, δημιούργησαν την Εβδομάδα Απαγορευμένων Βιβλίων προκειμένου να συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον του κόσμου σχετικά με το ζήτημα αυτό και τον κίνδυνο της ύπαρξης της λογοκρισίας στις μέρες μας.