Το γνωρίζω ότι δεν είμαι η μόνη που τρώει βλέποντας κάτι στο Netflix. Χιλιάδες άνθρωποι καθιέρωσαν την συγκεκριμένη ιεροτελεστία κατά την διάρκεια των lockdowns, όμως εγώ ήμουν από τους πρωτοπόρους που την είχα ήδη στο λάιφ στάιλ μου και πριν της πανδημίας. Το τηλεοπτικό πρόγραμμα που παρακολουθώ μασουλώντας χρειάζεται να έχει ορισμένα απαραίτητα χαρακτηριστικά: να είναι ευχάριστο, να μου προκαλεί θετικά συναισθήματα χωρίς να με συγκινεί ιδιαιτέρως (ποιος θέλει δάκρυα στην σαλάτα του;), να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον αλλά να μην χρειάζεται να είμαι απόλυτα συγκεντρωμένη όσο το βλέπω (πρέπει άλλωστε να κοιτάζω και τι καρφώνω με το πιρούνι μου). Η αναζήτηση τέτοιων σειρών με έχει οδηγήσει σε μερικά διαμάντια που εξελίχθηκαν σε παντοτινές αγάπες μου, όπως το Drag Race και το Brooklyn 99, και κάποια άλλα αδιάφορα σηριαλάκια που τελικά παράτησα, όπως το The Bold Type (συγγνώμη). Κάπως έτσι πριν μερικές ημέρες, έχοντας μπροστά μου ένα πιάτο μπιφτέκια και τίποτα στην watch list, αποφάσισα να κλικάρω πάνω στο Sex/Life, μία νέα ‘δραμεντί’ (η ίδια περιγράφει τον εαυτό της έτσι) που εκείνη την στιγμή βρισκόταν στην δεύτερη θέση των πιο δημοφιλών προγραμμάτων Netflix. Και δεν γνωρίζω πού ακριβώς πρέπει να απευθυνθώ, αλλά επιθυμώ κάποιου είδους αποζημίωση για όσα ακολούθησαν.
H πρώτη σεζόν αποτελείται από οχτώ επεισόδια που θα μπορούσαν άνετα να έχουν απλά γίνει δύο βίντεο στο TikTok, και έχει ως πρωταγωνίστρια την Billie, η οποία ξυπνάει μία μέρα και καταλαβαίνει πόσο της λείπει το καυτό σεξ με τον Αυστραλέζο πρώην της Brad, ενώ είναι παντρεμένη και έχει δύο παιδιά με τον Αμερικάνο και εξίσου όμορφο Cooper. Και μακάρι το γελοίο της υπόθεσης να ήταν το πόσο ψεύτικα ακούγονται τα ονόματα Billie, Brad και Cooper, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε καν ξεκινήσει.
H Billie λοιπόν ανοίγει ένα αρχείο στο Word και αρχίζει να γράφει (ασύντακτα και με ΠΟΛΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟ ΛΟΓΟ) στο ‘ημερολόγιό’ της ότι η σεξουαλική της ζωή με τον κατά τα άλλα τέλειο άνδρα της είναι λίγο μεχ τελευταία και συνέχεια σκέφτεται το πόσο ωραία περνούσε δέκα χρόνια πριν με τον μουσικό παραγωγό Brad και την εκρηκτική σχέση τους. Με αυτό λοιπόν το παλικάρι έκαναν σεξ σε δημόσιους χώρους, πισίνες και τον ακριβό καναπέ του, ενώ τώρα η φίλη μας περιορίζεται στην κρεβατοκάμαρα, με τον Cooper να βλέπει ταυτόχρονα ποδόσφαιρο. Θα αγνοήσω το γεγονός ότι τίποτα από την υπόλοιπη πλοκή δεν θα είχε συμβεί αν η Billie απλά έβαζε έναν κωδικό στο λαπτοπ της και θα σας πληροφορήσω πως ναι, προφανώς ο Brad ξαναμπαίνει δυναμικά στην ζωή της, κάνοντάς την να έχει αμφιβολίες για τον γάμο της και να προσπαθεί να βρει απαντήσεις στην ερώτηση που, σύμφωνα με το σενάριο, απασχολεί όλες τις πελούσιες, παντρεμένες γυναίκες: Μπορούνε όντως να τα έχουν όλα;
Και παρόλο που αρκετές, ανθρώπινες γυναίκες υπήρξαν μέλη της ομάδας που δημιούργησε το Sex/Life, το τελικό αποτέλεσμα θυμίζει κάτι που γράφτηκε στο τετράδιο ενός δεκατετράχρονου την ώρα που θα έπρεπε να διαβάζει Άλγεβρα. Οι ερωτικές σκηνές, που υπάρχουν άφθονες, μοιάζουν τελείως ξύλινες και αδιάφορες, ενώ το όλο νόημα των επεισοδίων κινείται γύρω από μία τελείως παιδική αντίληψη για τον γάμο ενός ζευγαριού. Προτείνει δηλαδή ότι με το που περαστούν οι βέρες, η λίμπιντό σου αυτοκτονεί και εσύ γίνεσαι ‘συνηθισμένη’ και ανίκανη να βγάλεις το νυχτικό σου από την βαρεμάρα. Σεβασμός για το τελευταίο βέβαια, μου συμβαίνει συχνά αν και δεν είμαι παντρεμένη.
Το σενάριο και η σκηνοθεσία του Sex/Life ουσιαστικά σου λένε ένα πράγμα: μπορείς είτε να έχεις τον ‘καλό’ σύζυγο που προσέχει τα παιδιά σας και έχει σταθερό εισόδημα, ή μπορείς να κάνεις απίστευτο σεξ με κάποιον μουσικό παραγωγό που βάζει υπερβολικά πολύ τζελ στα μαλλιά του και έχει την προσωπικότητα του μαχαιριού που έκοβε τα μπιφτέκια μου. Και το μεγάλο spoiler, σε περίπτωση που κάτι από τα παραπάνω σε έπεισε να δεις αυτήν την σκουπιδένια πυρκαγιά, είναι πως τελικά η Billie αποφασίζει πως ΝΑΙ, είναι ΦΕΜΙΝΙΣΤΡΙΑ και μπορεί να τα έχει όλα, επομένως μένει με τον Cooper και προσπαθούν να σώσουν τον γάμο τους, αλλά ταυτόχρονα τρέχει στο στούντιο του Brad και τον διατάζει να την πηδήξει εδώ και τώρα. Αλήθεια, τα τελευταία λόγια του φινάλε είναι “Now fuck me.”
Μερικές ακόμα λεπτομέρειες που με εξόργισαν: η τύπισσα έχει μία κολλητή, η οποία είναι ακόμα πιο σεξουαλικά απελευθερωμένη από την ίδια, πετάει την μία ‘έξυπνη’ ατάκα μετά την άλλη, είναι υπερβολικά επιτυχημένη σε αυτό που κάνει (δεν κατάλαβα ακριβώς τι), αλλά ταυτόχρονα έχει άφθονο χρόνο να αναλύσει τα προβλήματα της φίλης της (βλέπε: καύλες), βάζοντας πίσω τις δικές της προτεραιότητες. Και αυτή η φίλη είναι μαύρη.
Είχα δει τον ηθοποιό που παίζει τον Brad στο House, μία ταινία που συνόδεψε την σπανακόπιτά μου κάποια στιγμή τον χειμώνα και μου είχε φανεί πάρα πολύ όμορφος, σε βαθμό που πέρασα ένα μισάωρο τουλάχιστον κοιτάζοντας το ίνσταγκραμ του ενώ φαντασιωνόμουν πως έχτιζε και το δικό μου εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο στην ύπαιθρο. Τώρα πια δεν αντέχω να βλέπω τις ζελεδιασμένες μπούκλες του πουθενά.
Στα flashbacks της Billie από τότε που ήταν έξαλλο νιάτο και έκανε ναρκωτικά και σεξ, δεν υπάρχει ούτε ΈΝΑ ρούχο της που να είναι καλόγουστο. Δηλαδή ούτε τα outfits των ηθοποιών δεν μπορούσα να χαζέψω στο mute. Δεν θα μιλήσω καν για το smoky eye, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει την ‘άγρια’ πλευρά της και την κάνει να φαίνεται σαν panda.
0/10, σε καμία περίπτωση δεν το συστήνω. Αν θέλεις να δεις κάτι ρομαντικό, μπορώ να σου προτείνω εκατομμύρια άλλες εναλλακτικές λύσεις. Αν θέλεις να δεις straight sex, επίσης υπάρχει αστείρευτο softcore πορνό εκεί έξω.