Η ανισότητα στον εργασιακό τομέα μεταξύ γυναικών και αντρών δεν είναι κάτι νέο. Έχουμε συνηθίσει -δυστυχώς- να ακούμε ότι οι άντρες παίρνουν μεγαλύτερο μισθό για την ίδια δουλειά, ότι οι εργοδότες προσλαμβάνουν ευκολότερα άντρες, ειδικά σε θέσεις που απαιτούν δυνατούς χαρακτήρες, και ότι γυναίκες έχουν χάσει δουλειές μόνο και μόνο επειδή υπάρχει η πιθανότητα κάποια στιγμή να κάνουν οικογένεια.  

Ωστόσο, πριν έναν χρόνο περίπου, όταν το 2019 έφτανε στο τέλος του, στις ΗΠΑ έγινε κάτι πολύ σπάνιο. Για τρίτη μόλις φορά στην ιστορία της χώρας οι γυναίκες κατείχαν περισσότερες θέσεις εργασίας από τους άντρες, το 50,03%. Φυσικά, πολλές από αυτές τις θέσεις ήταν μερικής απασχόλησης και ο μισθός τους συνέχιζε να είναι 81 σεντς για κάθε δολάριο που βγάζουν οι άντρες. Δεν έπαυε, όμως, να αποτελεί ένα θετικό βήμα.  

Οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν 

Το 2020 ήρθε και έφερε μαζί του την πανδημία. Επιχειρήσεις άρχισαν να κλείνουν ή να απολύουν υπαλλήλους, για να μειώσουν τις οικονομικές ζημιές. Με αφορμή την τηλεργασία, κάποιοι ανακάλυψαν ότι η δουλειά βγαίνει και με λιγότερα άτομα και άρχισαν να μειώνουν προσωπικό. Άλλοι ανάγκασαν τους υπαλλήλους τους σε άδεια άνευ αποδοχών, εξωθώντας τους έτσι στο να φύγουν. Και οι πρώτοι που έδιωξαν και διώχνουν; Όσοι ζήτησαν την άδεια που δικαιούνται, προκειμένου να φροντίσουν τα παιδιά τους, που πλέον δεν πήγαιναν διά ζώσης στο σχολείο, ή συγγενείς, που νόσησαν από κορωνοϊό. Και στην κοινωνία μας ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτά τα αναλαμβάνουν συνήθως οι γυναίκες.  

Αυτό δεν αποτελεί πλέον υπόθεση, αλλά γεγονός. Το Υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ δημοσιοποίησε μία έρευνα για τα ποσοστά εργασίας στη χώρα. Βάσει αυτής, συνυπολογίζοντας όσους έχασαν τη δουλειά τους και όσους προσλήφθηκαν σε μία νέα, μόνο τον Δεκέμβριο χάθηκαν 140 χιλιάδες δουλειές. Όταν πιάνεις τα καθαρά νούμερα, ανακαλύπτεις ότι 156 χιλιάδες γυναίκες έχασαν τη δουλειά τους, την στιγμή που 16 χιλιάδες άντρες βρήκαν καινούργια.  

Γιατί οι γυναίκες έχασαν τη δουλειά τους;  

Η εξήγηση είναι τραγικά απλή. Τα ποσοστά γυναικών που χάνουν τη δουλειά τους ήταν πάντα σχετικά μεγαλύτερα από αυτά των αντρών. Οι επιχειρήσεις για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους -που συνήθως έχουν μία βάση στον σεξισμό- προτιμούν να “ξεφορτώνονται” τις γυναίκες υπαλλήλους. Είτε γιατί αποφάσισαν να παντρευτούν, οπότε σύντομα μπορεί να μείνουν έγκυες, είτε γιατί απέκτησαν παιδί, είτε διότι τις θεωρούν πιο ευαίσθητες ή λιγότερο ικανές, οπότε η δική τους απώλεια πιστεύουν δεν θα είναι τόσο αισθητή. Ακόμα και θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης, επηρεάζουν αυτά τα ποσοστά. Και θα μπορούσαμε να προσθέτουμε για ώρες δικαιολογίες, που έχουν χρησιμοποιηθεί στην απόλυση γυναικών. 

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η διαφορά με τους άντρες δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο αυτή που είδαμε τον περασμένο Δεκέμβριο. Αιτία για τα νέα στατιστικά είναι ξεκάθαρα η πανδημία. Από τη μία, όπως είπαμε, οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να ζητήσουν άδεια ώστε να φροντίσουν παιδιά και συγγενείς. Ή έστω, εξαιτίας αυτών, να μην δέχονται να δουλέψουν -απλήρωτες- υπερωρίες στην τηλεργασία. Κάπως έτσι, θεωρούνται από τις επιχειρήσεις βάρη αυτή την περίοδο και είναι οι πρώτες που απολύονται εν μέσω πανδημίας. 

Από την άλλη, οι γυναίκες πλειοψηφικά εργάζονται σε επαγγέλματα που πλήχτηκαν από τον κορωνοϊό. Για παράδειγμα, ένας πολύ μεγάλος αριθμός ασχολείται με τους τομείς της εκπαίδευσης και του λιανεμπορίου. Πολλά σχολεία, με την τηλεκπαίδευση, έχουν μειώσει το εκπαιδευτικό προσωπικό τους, μιας και μπορούν να έχουν πιο ευέλικτο πρόγραμμα. Παράλληλα, το λιανεμπόριο έχει χάσει πολλά χρήματα και κατ’ επέκταση πολλοί πωλητές τη δουλειά τους. Ο μόνος τομέας, όπου συναντάμε πολλές γυναίκες και δεν έχουμε δει μεγάλο αριθμό απολύσεων, είναι αυτός της υγείας. Καταλαβαίνουμε, ωστόσο, ότι αυτή την περίοδο αποτελεί έναν από τους πιο στρεσογόνους επαγγελματικούς κλάδους.