Η απιστία, ειδικά όταν είσαι σε μία νεαρή ηλικία, μπορεί να αποτελέσει μία εξαιρετικά τραυματική εμπειρία στη ζωή σου. Όταν τη βιώνεις και ως δημόσιο γεγονός, αυτό μόνο πολλαπλασιάζεται. Κι αυτό αποδεικνύει η περίπτωση της Sienna Miller.
Σε περίπτωση που δεν το θυμάσαι, το 2003 η ηθοποιός γνώρισε και μπήκε σε σχέση με τον συμπρωταγωνιστή της, Jude Law, στα γυρίσματα του Alfie. Περίπου έναν χρόνο αργότερα, τα Χριστούγεννα του 2004, αρραβωνιάστηκαν. Κι ενώ όλοι πίστευαν ότι πρόκειται για τον νέο μεγάλο έρωτα του Hollywood, τον Ιούλιο του 2005 η νταντά των παιδιών του ηθοποιού από τον πρώτο του γάμο με την Sadie Frost, αποκάλυψε ότι είχε σχέση μαζί του, αναφερόμενη σε κάθε λεπτομέρεια και υποστηρίζοντας ότι ένα από τα παιδιά του Law τούς έπιασε στο κρεβάτι.
Η νταντά απολύθηκε και μέρες αργότερα, ο ηθοποιός με μία ανακοίνωση παραδέχτηκε την απιστία και απολογήθηκε. Συγκεκριμένα, διαβάζαμε σε αυτήν: “Μετά τις αναφορές στις σημερινές εφημερίδες, θέλω μόνο να πω ότι ντρέπομαι βαθιά και αναστατώνομαι, που πλήγωσα τη Sienna και τούς πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Θέλω να απολογηθώ δημόσια στη Sienna και στις οικογένειές μας για τον πόνο, που έχω προκαλέσει. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τις πράξεις μου, τις οποίες ειλικρινά μετανιώνω και ζητάω να σεβαστείτε την ιδιωτικότητά μας σε αυτή την πολύ δύσκολη στιγμή”.
Κι όσο κι αν ο Law κρίθηκε αρνητικά, δυστυχώς μιλάμε για τα early 00s. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το δικό του λάθος πλήρωσε και η ίδια η Miller, με τα ταμπλόιντ να την κανιβαλίζουν και τους παπαράτσι να τής δείχνουν μηδενικό σεβασμό, αφού την κυνηγούσαν παντού και ακόμα την έβριζαν και την έφτυναν, ώστε να πάρουν μία κακή αντίδραση από εκείνη. Όλο αυτό, ενώ έπρεπε καθημερινά να παίζει στην παράστασή της, As You Like It, μπροστά σε 800 ανθρώπους.
Σήμερα, αναφέρεται στο τραυματικό για την ίδια γεγονός 17 χρόνια μετά. Αφορμή είναι η συνέντευξή της στο Elle UK για τον νέο της ρόλο στο Anatomy of a Scandal του Netflix, όπου υποδύεται τη γυναίκα ενός πολιτικού, που μαθαίνει ότι ο άντρας της την απάτησε, αλλά και βίασε μία συνάδελφό του. Μίλησε, λοιπόν, για το πώς είναι να υποδύεται έναν ρόλο, που θυμίζει το παρελθόν της.
“Είναι οικεία περιοχή, γιατί έχω περάσει κάποια από τα πράγματα, που εκείνη πέρασε. Και τα αισθήματα ήταν οικεία. Ωστόσο, ο τρόπος, που αντιμετωπίζει όσα έρχονται πάνω της, είναι το απόλυτο αντίθετο από τον δικό μου τρόπο. Κι έτσι, με έναν διεστραμμένο, τουριστικό τρόπο, απλά ήθελα να δω πώς θα ένιωθα με μία διαφορετική αντίδραση. Ξέρω ότι ακούγεται περίεργο, επειδή θα πίστευες ότι θα ήταν τρομερά δυσάρεστο να βρίσκεσαι σε αυτή τη θέση.
(…) Είχα ένα μικρόφωνο στο στήθος μου και υπάρχει ένας χτύπος καρδιάς, που ακούγεται. Αυτός ήταν όντως ο χτύπος της καρδιάς μου, που έπιασε η συσκευή, και πήγαινε όλο και πιο γρήγορα. Με έκανε να σκεφτώ, να θυμηθώ και να βάλω τον εαυτό μου πίσω σε αυτή τη θέση. Πρέπει πραγματικά να χρειάζομαι βοήθεια, αν ευχαριστιέμαι να το κάνω αυτό.
(…) Το αισθάνομαι σαν την ύπαρξη ενός άλλου ανθρώπου. Μπορώ να πάω και να το επισκεφτώ πίσω στον χρόνο και να το κοιτάξω, αλλά δεν το αισθάνομαι σαν τη ζωή μου. Δεν μπορώ ακριβώς να πιστέψω ότι όλο αυτό συνέβη. Και για να μην το τοποθετήσω ειδικά σε αυτό το ένα πράγμα, απλά το χάος ολόκληρης της δεκαετίας είναι τόσο μακριά από τη ζωή μου τώρα.
(…) Υπάρχει κάτι καθαρτικό, υποθέτω, στο να περνάς χρόνο σε ένα άσχημο μέρος, που είναι οικείο. Και ίσως να το ανακτάς; Δεν ξέρω ποια είναι η ψυχολογία αυτού. Υπάρχει, όμως, κάτι όπου μπορείς να υποκαταστήσεις μία ανάμνηση με κάτι άλλο”.
Να πούμε πως αυτή δεν είναι η πρώτη φορά, που η Miller αναφέρεται στο γεγονός. Το 2020, μιλώντας στο Daily Beast. Είχε μιλήσει ακόμα πιο αναλυτικά για το πόσο τραυματική ήταν εκείνη η περίοδος για την ίδια. “Ήταν μία από τις πιο δύσκολες στιγμές, που εύχομαι να χρειαστεί να βιώσω. Γιατί όταν σού ραγίζεται η καρδιά τόσο δημόσια, το να πρέπει να σηκωθείς από το κρεβάτι και να σταθείς μπροστά σε 800 ανθρώπους κάθε βράδυ, είναι το τελευταίο πράγμα, που θες να κάνεις. Ήταν πραγματικά σκληρό. Και το άλλο πράγμα ήταν το μέγεθος όλης της τρέλας των παπαράτσι και μάλιστα στο Λονδίνο, όπου υπάρχει μία επιδημία κακής συμπεριφοράς. Ήξεραν πού θα βρίσκομαι κάθε βράδυ.
Υπάρχει μία ολόκληρη περίοδος έξι εβδομάδων αυτής της εμπειρίας, που δεν θυμάμαι. Δεν έχω καμία ανάμνηση από αυτήν. Άνθρωποι, που έρχονταν να με δουν, έλεγαν ότι είχαμε φάει μαζί και δεν το θυμάμαι. Ήμουν σε τεράστιο σοκ με όλο αυτό. Και πραγματικά μόλις είχα ξεκινήσει. Ήμουν μόνο 23 ετών. Αν περάσεις αυτό, όμως, μετά αισθάνεσαι ότι μπορείς να περάσεις τα πάντα”.