Μέρες σκεφτόμουν να γράψω για την αποχώρηση του Sidney Poitier την προηγούμενη εβδομάδα στα 95 του, που για τους νεότερους πιθανώς να μην σήμαινε τίποτα περισσότερο από τον θάνατο ενός παλιού σταρ.  Στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για έναν πρωτοπόρο, όχι τόσο γιατί ο ίδιος έκανε κάτι διαφορετικό από τους περισσοτέρους επιτυχημένους  ηθοποιούς της εποχής του, ούτε γιατί ήταν ο πρώτος μη καυκάσιος που κέρδισε Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου, αλλά γιατί η αμερικάνικη κοινωνία στα μέσα της δεκαετίας του 60 άρχισε στο πρόσωπο του να συζητά ανοιχτά το αδιανόητο: ένας αφροαμερικανός να είναι τόσο ελκυστικός ώστε να αρέσει σε όλους και όλες. Όσο κι αν αυτό ακούγεται χαζό σήμερα, ήταν πολύ προχωρημένο κάποτε. Ακόμη και η Ελλάδα της δεκαετίας του ’80 που εγώ θυμάμαι, υποκλινόταν στην γοητεία του Poitier. Είχε κάτι συμπαθητικό και οικείο  ο ίδιος, κάτι που η εποχή του και οι ανάγκες του κοινού το μεγέθυναν από την αρχή μέχρι το τέλος της καριέρας του, ενώ ταυτόχρονα εξέπεμπε έναν ιδιαίτερο σεβασμό.

Sidney Poitier and Anne Bancroft - Jet Magazine, April 30,… | Flickr

Στα μέσα τις δεκαετίας του ’70, ενώ ο Poitier ήδη είχε λάβει τον τίτλο του Ιππότη Διοικητή του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας από τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β’, ελάχιστοι “μαύροι” κυκλοφορούσαν στην Αθήνα. Μια κοπέλα από το Κονγκό εργάστηκε σπίτι μας όταν γεννήθηκα, έχουμε φωτογραφίες της μέχρι σήμερα, φορούσε παραδοσιακές φορεσιές ενώ πολλές συμπατριώτισσες της εργαζόταν τότε στην Αθήνα και έφυγαν όταν η πολυτάραχη πολιτική κατάσταση στη πατρίδα τους ηρέμησε για λίγο, πολύ πριν την έλευση των Φιλιππινέζων. Στο σχετικά προοδευτικό  σχολείο μου μια δεκαετία αργότερα, θυμάμαι  ένα μικρότερο παιδί  αφρικανικής προέλευσης  στο προαύλιο του δημοτικού να παίζει με τους συμμαθητές του. Όλοι γνωρίζαμε πως ήταν υιοθετημένος, θυμάμαι και το μικρό του όνομα και ότι πρέπει να πέρασε ψυχολογικά βασανιστήρια τόσο από τους συμμαθητές του, αλλά πολύ περισσότερο από τις δασκάλες της εποχής. Ντρέπομαι που το γράφω αλλά θυμάμαι και  τις φήμες: οι γονείς του κλήθηκαν στο σχολείο να συζητήσουν το ζήτημα της πρόωρης ανάπτυξης του, ποιος ανώμαλος  μπορεί να σκέφτηκε να ενοχλήσει για τέτοιο λόγο μια οικογένεια που εύχομαι να καταλαβε τη αληθινή διάσταση “του προβλήματος”.

Ο Poitier, ακόμη και στην δική μας μικρή μεσογειακή αμάθητη σε φυλετικά ζητήματα χώρα, είχε την ίδια αποστολή, ό,τι μπορούσε δηλάδη και ό,τι προλάβαινε !

Κάτι μεσημέρια Κυριακής που έπαιζαν οι ταινίες του στην ΕΡΤ, κλήθηκε να μας εξοικειώσει με αυτό που δεν βιώναμε ακόμα άλλα ερχόταν.

Δεν ήταν τότε οι Έλληνες ρατσιστές. Δεν υπήρχαν μετανάστες.

Ο Sidney Poitier, ήταν ο πρωταγωνιστής του “Μάντεψε Ποιος θα Έρθει το Βράδυ” (Guess Who’s Coming to Dinner), μιας κωμωδίας με κοινωνικό μήνυμα και  σενάριο παρόμοιο με το “Συμπέθεροι από τα Τίρανα”. Μια κοπέλα πηγαίνει στους γονείς τον αξιόλογο αγαπημένο της που οι γονείς της δεν έχουν καταλάβει πως ανήκει σε “άλλη φυλή”. Αν και προκειται για τον αντιπροσωπευτικότερο ρόλο της καριέρας του, ο Poitier, δεν έπαιξε μόνο τον γαμπρό που τελικά γίνεται αποδεκτός αλλά η ιστορία, που σε κάποιες περιπτώσεις μοιάζει να διαλέγει  προσωπικότητες, στον Poitier ανέθεσε να είναι αυτό το σύμβολο: ένα πρόσωπο κατάλληλο για πολλές υποθετικές συζητήσεις εκείνες τις εποχές . “Αν η κόρη σου σου έφερνε  γαμπρό άλλη φυλής αλλά ήταν σαν τον Sidney  Poitier;”

Όλοι χρειάζονται παραδείγματα για να δεχτούν αυτό που μέχρι στιγμής δεν περνάει από το μυαλό τους.

Ο ίδιος ο Poitier παντρεύτηκε μια Καναδή και το ζευγάρι ήταν παραδειγματικά ευτυχισμένο για πενήντα σχεδόν χρόνια.

Αν και οι διαφυλετικές σχέσεις είναι πλέον συνηθισμένες, οι περισσότεροι ανεξαρτήτως φυλής εξακολουθούμε να ερωτευόμαστε με μεγαλύτερη συχνότητα ανθρώπους με το ίδιο χρώμα δέρματος με το δικό μας, το γεγονός μου προκαλούσε πάντα απορίες-άραγε συμβαίνει γιατί  είμαστε όλοι κρυφορατσιστές ;

Μια αφροαμερικανή  συμφοιτήτρια, μου το τοποθετήσει  καλύτερα από όλες τις σελίδες κοινωνιολογίας που διάβασα:”Κοιτά, αν δω έναν λευκό που είναι ωραίος, θα πω ωραίο παιδί, άλλα δεν θα δώσω σημασία. Εκτός αν είναι πολύ ωραίος !”

Και είχε  δίκιο. Μας αρέσει συνήθως αυτό που έχουμε συνηθίσει αλλά είμαστε προγραμματισμένοι να βγούμε από  το πλαίσιο: ο Sidney Poitier ήταν  απλώς ο  κατάλληλος, έτσι του φορτώθηκε ένας γενικευμένος  ρόλος χωρίς ο ίδιος να το ζητήσει: έγινε ο πρωταγωνιστής του οποίου η ύπαρξη στο σινεμά αφιερώθηκε τουλάχιστον για ένα διάστημα της καριέρας του στη βελτίωση του πρότυπου της φυλής του. Όλα αυτά την εποχή που η λέξη “νέγρος” ήταν ο επικρατέστερος ορός πολύ πριν τον διαδεχθεί ο πολιτικά ορθότερος “μαύρος”, που τις τελευταίες δεκαετίες  έδωσε την θέση του στο “Αφροαμερικάνος”. Δεν ήταν αφροαμερικανός ωστόσο ο Poitier αλλά ένας Αμερικανός γεννημένος στην Καραϊβική που ξεχώριζε λόγω ενός διαφορετικού είδους star quality. Δεν προκάλεσε κουτσομπολιά, δεν είχε κακές κριτικές, πέρα από το ότι πρωταγωνίστησε σε ανάλαφρες σε σχέση με τις υποκριτικές του ικανότητες ταινίες. Η μόνη επίμονη κακή κριτική για τον Poitier προήλθε περιέργως  από τους αφροαμερικανούς, καθώς δεν άρεσε το οτι  φορούσε κοστούμι και συμπεριφερόταν σαν λευκός. Το ειρωνικό είναι πως την ίδια στιγμή ο Poitier, πάρα την επιτυχία του, τις βραβεύσεις για τη δουλειά και το έργο του, δεν είχε ποτέ τις καλλιτεχνικές επιλογές που θα είχε αν ήταν λευκός.

File:Sidney Poitier (cropped).jpg - Wikimedia Commons

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!