Είκοσι χρόνια έχουν πλέον περάσει από μία από τις μεγαλύτερες τρομοκρατικές επιθέσεις. Φυσικά, αναφερόμαστε στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 στις ΗΠΑ, που άλλαξαν σε τεράστιο βαθμό τις διεθνείς πολιτικές και διπλωματικές σχέσεις και τα πρωτόκολλα ασφαλείας. Οι περισσότεροι Αμερικανοί έχουν στιγματιστεί τόσο από αυτές, ώστε να θυμούνται ακριβώς τι έκαναν και πού βρίσκονταν την ώρα που συνέβαιναν. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι γνωρίζουμε ακριβώς τον χρόνο πού όλα συνέβησαν. Η πτήση 11 της American Airlines συνετρίβη στον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στις 8:46. Σχεδόν 17 λεπτά μετά, η πτήση 175 της United Airlines συνετρίβη στον Νότιο Πύργο, ενώ στις 9:37 η πτήση 77 της American Airlines έπεσε στο Πεντάγωνο. Ο Νότιος Πύργος κατέρρευσε στις 9:59 και ο Βόρειος Πύργος στις 10:28. Στο μεταξύ, στις 10:03 η πτήση 93 της United Airlines έπεσε σε ανοιχτή περιοχή της Πενσυλβάνια. Η πτήση είχε αρχικό προορισμό την Ουάσινγκτον και οι αρχές εικάζουν ότι οι αεροπειρατές είχαν στόχο το Καπιτώλιο ή τον Λευκό Οικό, αλλά οι επιβάτες προσπάθησαν να ανακτήσουν τον έλεγχο της πτήσης. Ο τελικός απολογισμός των επιθέσεων ήταν 2.996 νεκροί άνθρωποι, 25.000 τραυματίες και 24 αγνοούμενοι.

Από τους ανθρώπους, που παρακολούθησαν από κοντά κάθε στιγμή των επιθέσεων, ήταν προφανώς οι δημοσιογράφοι της εποχής. Έχει, λοιπόν, τεράστιο ενδιαφέρον να διαβάσουμε πώς θυμούνται εκείνη τη μέρα πέντε από αυτούς, όπως την αφηγούνται στο αμερικανικό Marie Claire.

Nancy Gibbs (TIME)

Η μέρα των τρομοκρατικών επιθέσεων ήταν από τις ελάχιστες φορές που η δημοσιογράφος δεν βρισκόταν στον δρόμο για τη δουλειά της. Ο άντρας της είχε σπασει κάποιο κόκαλο, οπότε έμεινε σπίτι για να τον πάει στον γιατρό. Έτσι, ήταν στο σαλόνι της στη Νέα Υόρκη, όταν γύρω στις 9 το πρωί το τηλέφωνο χτύπησε και ο διευθυντής του γραφείου της Ουάσινγκτον της είπε να ανοίξει την τηλεόρασή της.

Μέσα σε περίπου μία ώρα, της είχε τηλεφωνήσει και ο διευθυντής όλου του περιοδικού. Είχε αποφασιστεί να βγάλουν πρόωρα τεύχος, μιας και ήταν Τρίτη και το TIME κυκλοφορεί κανονικά Δευτέρα πρωί. Για να τα καταφέρουν, έπρεπε να έχουν κλείσει τεύχος μέχρι τις 6 το απόγευμα της επόμενης μέρας, ώστε να βγει την Πέμπτη το βράδυ. Πώς αποφάσισαν να το κάνουν αυτό; Περιλαμβάνοντας μόνο μία ιστορία σε όλο το περιοδικό, την οποία ανέλαβε να γράψει αποκλειστικά η Gibbs.

Βέβαια, δεν τα έκανε όλα μόνη της. Περισσότεροι από 100 άνθρωποι έκαναν ρεπορτάζ και της έδιναν πληροφορίες. Από πολεμικούς ανταποκριτές, που έσπευσαν να τραβήξουν φωτογραφίες από τα απομεινάρια των επιθέσεων, μέχρι ανταποκριτές στην Ουάσινγκτον, που έτυχε εκείνη τη μέρα να βρίσκονται στο Air Force One, μαζί με τον τότε πρόεδρο George W. Bush. Έλαβε κυριολεκτικά γύρω στα 1.000 emails, που έπρεπε να αξιολογήσει και να βάλει σε μία τάξη, ενώ συγχρόνως παρακολουθούσε τι έδειχνε η τηλεόραση και τι πληροφορίες μεταδίδονταν σε εθνικές και τοπικές ιστοσελίδες. Τελικά, τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο αγχωτικά για την ίδια, όταν ο διευθυντής την πήρε έξι ώρες πριν τελειώσει η προθεσμία, λέγοντάς της ότι μπορούν να βγάλουν τεύχος ακόμα πιο νωρίς και να αρχίσει να του στέλνει κομμάτια, για να περάσουν σταδιακά από έλεγχο.

Στο μεταξύ, ήταν αρκετά τυχερή ώστε να μην χρειάζεται να ανησυχεί για την ασφάλεια του άντρα της, αφού ήταν μαζί του εκείνη την ώρα, ούτε των κορών της, αφού η μία ήταν ήδη σπίτι και η άλλη βρισκόταν στο σχολείο και την πήραν αμέσως. Ουσιαστικά εξηγεί ότι δεν θυμάται ακριβώς τον εαυτό της να γράφει το τελικό κείμενο. Θυμάται τον άντρα της να της φέρνει συνεχώς καφέ και να την ρωτάει αν χρειάζεται κάτι, ενώ έχει την αίσθηση ότι όλοι οι ρεπόρτερ έγραψαν μαζί της το τελικό άρθρο.

Το τεύχος, που τελικά βραβεύτηκε με National Magazine Award, κατάφερε να κυκλοφορήσει το πρωί της Πέμπτης. Τους επόμενους μήνες η Gibbs δεν πήγε σχεδόν καθόλου στα γραφεία του περιοδικού. Ασχολούταν αρκετά με τις τρομοκρατικές επιθέσεις και της ήταν πιο εύκολο να το κάνει στο σπίτι της στα προάστια, παρά σε έναν ουρανοξύστη μέσα στη Νέα Υόρκη. Το βραβείο ήρθε περίπου έναν χρόνο μετά, αλλά της άφησε μία γλυκόπικρη αίσθηση. Ναι, χαιρόταν που αναγνωρίστηκε η αξία της ιστορίας. Ωστόσο, θα προτιμούσε να μην είχε χρειαστεί ποτέ να την γράψει και παράλληλα βραβεύτηκε μόνο εκείνη για τη δουλειά που είχαν βγάλει πολλοί περισσότεροι άνθρωποι.

Μπορείς να διαβάσεις το άρθρο της Nancy Gibbs για το TIME εδώ.

Ann Curry (NBC News)

Για την Ann Curry, η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 είναι μία αρκετά θολή μέρα. Ξεκίνησε με εκείνη να βρίσκεται στο στούντιο, ολοκληρώντας την τελευταία της πρωινή αναμετάδοση ειδήσεων γύρω στις 8:30. Μερικά λεπτά αργότερα, ένα αεροπλάνο έπεσε στον Βόρειο Πύργο. Μόλις το έμαθαν άρχισαν να αναζητούν όσες περισσότερες πληροφορίες και εικόνες ήταν δυνατόν. Ακόμα πίστευαν ότι επρόκειτο για ατύχημα και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι έχει συμβεί. Μέσα σε λεπτά, όμως, είδαν σε live μετάδοση ένα δεύτερο αεροπλάνο να πέφτει στον Νότιο Πύργο. Αυτή ήταν η στιγμή που όλοι κατάλαβαν ότι οι ΗΠΑ δέχονταν επίθεση και ο πανικός ξεκίνησε.

Όπως συνέβαινε με όλα τα κανάλια, έτσι και το NBC ξεκίνησε μία συνεχή ροή ειδήσεων γύρω από τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Ωστόσο, για ώρες ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βρουν πληροφορίες. Σε μέρος της Νέας Υόρκης δεν είχε καθόλου ρεύμα, οι τηλεφωνικές γραμμές κόβονταν και οι αυτόπτες μάρτυρες στην αρχή ήταν υπερβολικά σοκαρισμένοι και τρομοκρατημένοι, για να μιλήσουν. Βασικές πηγές πληροφοριών στην αρχή ήταν οι αρχές και ένας συνεργάτης τους, που έμενε κοντά στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και έτρεξε να τους μεταδώσει πληροφορίες.

Από την επόμενη μέρα, η Curry πέρασε εβδομάδες στο σημείο των γεγονότων μεταδίδοντας ρεπορτάζ. Περιγράφει ότι ήταν το πιο απαίσιο σημείο, που είχε βρεθεί ποτέ, κι ας ήταν συνηθισμένη να καλύπτει καταστροφές. Όλα ήταν καλυμμένα από στάχτη και υπήρχε μία απόκοσμη σιωπή. Το μόνο που μπορούσε να ακούσει κανείς ήταν οι πυροσβέστες, που μετακινούσαν τεράστιες ποσότητες στάχτης, στην προσπάθειά τους να βρουν κάπου εγκλωβισμένα άτομα, που έχουν επιζήσει. Ανάμεσα σε αυτά, έψαχναν και τους πυροσβέστες που μπήκαν στους Πύργους όταν τα αεροπλάνα έπεσαν πάνω τους, για να σώσουν ανθρώπους, λίγο πριν οι ουρανοξύστες καταρρεύσουν.

Στο σπίτι προσπαθούσε να κρατήσει όλα όσα συνέβαιναν μακριά από τα δύο μικρά παιδιά της. Ήθελε να μην νιώσουν τον πόνο και το πένθος, που προκάλεσαν στις ΗΠΑ οι τρομοκρατικές επιθέσεις. Έτσι, επειδή έμεναν κοντά στην περιοχή, φρόντισε να καλύψουν τα παράθυρα με μονωτικές ταινίες, ώστε να μην περνάει η μυρωδιά των χημικών μες στο σπίτι και κράταγε κλειστή την τηλεόραση. Παράλληλα, με το που έμπαινε στο σπίτι τους, έβγαζε τα ρούχα της, που είχαν μποτιστεί με τις μυρωδιές του σημείου, τα πέταγε στα σκουπίδια και έκανε αμέσως μπάνιο. Ωστόσο, δεν κατάφερε να μην συνειδητοποιήσουν τι έχει συμβεί και το κατάλαβε όταν είδε τον γιο της να χτίζει πύργους με τουβλάκια και να τους γκρεμίζει.

Σήμερα, εν μέρει αισθάνεται ότι ο χρόνος έχει παγώσει στο 2001. Εξάλλου, η ίδια αναγνωρίζει ότι τόσο εκείνη όσο κι άλλοι δημοσιογράφοι τραυματίστηκαν βαθιά απ’ όσα είδαν και κάλυψαν μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Αν μπορούσε, θα γύρναγε πίσω τον χρόνο για να μην ασχοληθεί με την κάλυψη των γεγονότων; Όχι, γιατί θεωρεί προνόμιο ότι μπόρεσε να γίνει η φωνή των ανθρώπων που χάθηκαν, αλλά και εκείνων που με θάρρος προσπάθησαν να βοηθήσουν όσο μπορούσαν μετά.

Sonya Ross (Associated Press)

Το Associated Press στέλνει πάντα δύο ρεπόρτερ στα προεδρικά ταξίδια. Ο ένας είναι ανάμεσα σε εκείνους που ακολουθούν τον πρόεδρο. Ο άλλος μένει πίσω, σε έναν χώρο όπου παρακολουθεί συνεχώς τις ειδήσεις, σε ετοιμότητα να τηλεφωνήσει στον πρώτο αν κάτι προκύψει. Στις 11 Σεπτεμβρίου, η Sonya Ross ακολουθούσε τον George W. Bush στην Φλόριντα, καθώς κατευθύνονταν προς ένα σχολείο για την ανακοίνωση μιας εκπαιδευτικής καινοτομίας. Ήταν στο βαν με άλλους δημοσιογράφους λίγο μετά τις 8 το πρωί, όταν το τηλέφωνό της χτύπησε. Στην άλλη γραμμή ήταν ο συνεργάτης της, για να της πει ότι έχουν γίνει αναφορές για αεροπλάνο που έπεσε στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου. Δεν είχαν καμία παραπάνω πληροφορίες και ήθελε εκείνη να μιλήσει με τα άτομα του Λευκού Οίκου.

Φτάνοντας στο σχολείο, όλοι προσπαθούσαν να βρουν κάποιον από τους βοηθούς του προέδρου, για να μάθουν τι έχει συμβεί. Ωστόσο, κανένας δεν ήταν διαθέσιμος. Μέσα στο σχολείο, είδαν τον Υπεύθυνο Προσωπικού του Λευκού Οίκου να πλησιάζει τον πρόεδρο. Όλοι υπέθεταν ότι επρόκειτο για ατύχημα και περίμεναν εκείνον να τελειώσει ό,τι έλεγε, για να τον ρωτήσουν. Καθώς είδαν, όμως, το πρόσωπο του Bush να χλωμιάζει, άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι κάτι άλλο έχει συμβεί. Τους έβγαλαν έξω και ο πρόεδρος άρχισε να τους μιλάει. Η Ross απ’ όσα είπε συγκράτησε μόνο τη λέξη “τρομοκρατία” και ότι έπρεπε να φύγουν.

Όλοι έτρεξαν στο Air Force One, θεωρώντας ότι επιστρέφουν στην Ουάσινγκτον. Παρά το γεγονός ότι είχαν δίπλα τους τον πρόεδρο, είχαν πολύ λιγότερη πληροφόρηση ακόμα και σε σχέση με όσους απλά έβλεπαν τα γεγονότα από την τηλεόρασή τους. Κάποια στιγμή απλά έμαθαν ότι έγινε επίθεση και στο Πεντάγωνο, ότι ο Bush υπέγραψε αναδρομική διακήρυξη εθνικής έκτακτης ανάγκης και συνειδητοποίησαν πως το αεροπλάνο απλά έκανε κύκλους. Τελικά, κάποια στιγμή άκουσαν την ανακοίνωση ότι οι Δίδυμοι Πύργοι κατέρρευσαν.

Λίγο πριν προσγειωθούν, τους είπαν ότι φτάνουν σε κρυφή τοποθεσία και ότι θέλουν να κρατήσουν κλειστά τα κινητά τους, για να μην μπορούν να τους εντοπίσουν τρομοκράτες. Μόλις προσγειώθηκαν, τους έδωσαν λιγότερα από 10 λεπτά, για να επικοινωνήσουν με τα μέσα που εργάζονταν και για να τους προετοιμάσουν ότι σε λίγο μία μαγνητοσκοπημένη δήλωση του Bush θα κυκλοφορούσε σχετικά με τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Μετά από αυτό, επιλέχθηκαν ελάχιστα άτομα που θα συνέχιζαν να τους ακολουθούν. Η Ross ήταν ανάμεσά τους.

Εκείνη θεωρούσε ότι πάνε σε καταφύγιο. Τελικά, όμως, κατευθύνονταν προς την ενημέρωση ασφαλείας του προέδρου. Δύο ώρες αργότερα βρίσκονταν ξανά μέσα στο αεροπλάνο και επέστρεφαν στην Ουάσινγκτον. Από το σημείο προσγείωσης, ένα ελικόπτερο τους μετέφερε στον Λευκό Οίκο. Εκεί έδωσε τις τελευταίες πληροφορίες σε μερικούς ρεπόρτερ, ενώ ο πρόεδρος ετοιμαζόταν να απευθυνθεί σε όλους τους Αμερικανούς σε live μετάδοση.

Μπορείς να διαβάσεις μαρτυρίες όσων βρίσκονταν στο Air Force One την 11η Σεπτεμβρίου εδώ.

Susan Miller (USA Today)

Η Susan Miller μένει στην Ουάσινγκτον, μερικά τετράγωνα μακριά από το τότε κτήριο της USA Today. Κάθε πρωί άνοιγε την τηλεόραση, για να ενημερωθεί για τα νέα της ημέρας. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001, δεν πρόλαβε να το κάνει μόνη της. Ένας φίλος της τηλεφώνησε και της είπε να δει τις ειδήσεις. Τότε έμαθε τι είχε συμβεί στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου. Πριν προλάβει να χωνέψει αυτή την τραγωδία, σε λιγότερο από μία ώρα αργότερα, η καταστροφή είχε έρθει και στη δική της πόλη, όταν η πτήση 77 έπεσε στο Πεντάγωνο.

Όταν βγήκε από το σπίτι, για να πάει στη δουλειά της, τα πράγματα έμοιαζαν σουρρεαλιστικά. Οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι της Ουάσινγκτον είχαν λάβει εντολή να εκκενώσουν τα γραφεία τους, με το που έγινε η τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη. Τους έβλεπε, λοιπόν, να βγαίνουν σαν σμήνος από το μετρό, χαμένοι, μη γνωρίζοντας τι πρέπει να κάνουν και πού να κατευθυνθούν. Όταν έφτασε στο κτήριο της USA Today, οι φύλακες δεν άφηναν πολλούς δημοσιογράφους και ρεπόρτερ να μπουν, ενώ από την στιγμή που έφτασε στο γραφείο της και μετά ξεκίνησε ένα νέος χάος. Η USA Today είχε ένα κτήριο 31 ορόφων, το οποίο στα πλάγια είχε ένα τεράστιο “USA”. Ακριβώς δίπλα βρισκόταν ένα παρόμοιο κτήριο, της θηγατρικής εταιρείας της, και μαζί κάποιοι τα αποκαλούσαν δίδυμους πύργους. Έτσι, πολλοί πίστευαν ότι θα μπορούσε να είναι ο επόμενος στόχος των τρομοκρατών. Ραδιοφωνικοί σταθμοί μετέδιδαν εσφαλμένα ότι ήδη τους είχε γίνει επίθεση, φίλοι και συγγενείς τηλεφωνούσαν και της έλεγαν να φύγει από το κτήριο και πυροσβέστες έφτασαν, λέγοντας ότι πιστεύουν ότι κι άλλα αεροπλάνα κατευθύνονται στην Ουάσινγκτον και ότι πρέπει να φύγουν από το κτήριο. Τελικά, έφυγαν σχεδόν όλοι, εκτός από τους ρεπόρτερ και τους συντάκτες, που αρνήθηκαν.

Όσοι έμειναν φαίνονταν αναστατωμένοι, αλλά δεν έμοιαζαν τρομαγμένοι. Είχαν μπει στη λογική ότι είχαν δουλειά να κάνουν, οπότε δεν είχαν αφήσει ακόμα τα γεγονότα να καταλαγιάσουν πραγματικά μέσα τους. Διπλοτσέκαραν και τριπλοτσέκαραν τα πάντα, από την γραμματική μέχρι την γραμματοσειρά που χρησιμοποιούσαν. Το τεύχος βγήκε τελικά στις 12 Σεπτεμβρίου και μέχρι σήμερα έχεις τις περισσότερες πωλήσεις στην ιστορία της εφημερίδας. Μετά από δύο 24ωρα, η Miller γύρισε σπίτι της και, συνειδητοποιώντας πραγματικά τι είχε συμβεί, έβαλε για πρώτη φορά μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις τα κλάματα.

Η δημοσιογράφος θεωρεί στενάχωρο ότι 20 χρόνια έχουν περάσει από εκείνη τη μέρα. Ο λόγος είναι πως αισθάνεται ότι δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα πολλά, ότι το μίσος που οδήγησε σε μία τέτοια καταστροφή ακόμα υπάρχει. Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν ξανά το Αφγανιστάν και ο φόβος ανάδυσης της Αλ Κάιντα μεγαλώνει. Παράλληλα, στις ΗΠΑ βλέπουμε συνεχή εσωτερική τρομοκρατία (ακόμα κι αν δεν την ονομάζουν επίσημα έτσι), με τους μαζικούς πυροβολισμούς όλο και να αυξάνονται.

© USA Today

Gulnara Samoilova (Associated Press)

Τότε έμενε μόλις μερικά τετράγωνα μακριά από το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και δίπλα σε ένα νοσοκομείο, ένα αστυνομικό τμήμα και έναν πυροσβεστικό σταθμό. Εκείνη τη μέρα δεν χρειαζόταν να πάει στη δουλειά πριν τις 12 το μεσημέρι. Οπότε κοιμόταν μέχρι που την ξύπνησε ο ήχος των σειρηνών, που ερχόταν από παντού. Κατάλαβε ότι κάτι έχει συμβεί και άνοιξε την τηλεόρασή της. Αμέσως είδε την είδηση για τον Βόρειο Πύργο και μέσα σε λεπτά είδε σε live μετάδοση την πτήση 175 να πέφτει στον Νότιο Πύργο.

Η άμεση αντίδρασή της ήταν αυτή της επαγγελματία φωτορεπόρτερ. Έριξε την κάμερα και φιλμ στην τσάντα της και έτρεξε στην σκηνή. Ακόμα δεν είχαν περιφράξει το σημείο, οπότε κατάφερε να φτάσει αρκετά κοντά. Εστίασε την κάμερά της στους ανθρώπους, που έβγαιναν τραυματισμένοι και καμμένοι από τους Πύργους και παρατηρούσε καθώς άνθρωποι από το δίπλα ξενοδοχείο ξεκόλλαγαν τις πόρτες τους και τις χρησιμοποιούσαν ως φορεία. Το μόνο που δεν κατάφερε ψυχολογικά να φωτογραφήσει ήταν οι άνθρωποι, που πήδαγαν από τα κτήρια για να σωθούν. Η εικόνα τους την στοιχειώνει μέχρι σήμερα και εξαιτίας της δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει ελεύθερη πτώση.

Η στιγμή, που πραγματικά τρομοκρατήθηκε, ήταν στην κατάρρευση του πρώτου Πύργου. Άκουσε έναν δυνατό ήχο, σήκωσε το βλέμμα και την κάμερά της, είδε τον Νότιο Πύργο να καταρρέει και τον φωτογράφισε. Τότε άκουσε κάποιον να φωνάξει “τρέξτε”, οπότε άρχισε να τρέχει μακριά. Έπεσε και για λίγο φοβήθηκε ότι θα ποδοπατηθεί, αλλά τελικά κατάφερε να καλυφθεί πίσω από ένα παρκαρισμένο αμάξι. Είδαν ένα τεράστιο σύννεφο να έρχεται κατά πάνω τους, ο αέρας ήταν κοφτερός, δεν μπορούσε να αναπνεύσει καλά και για λίγο έχασε την ακοή της από τον θόρυβο της κατάρρευσης. Για λίγο, πίστευε ότι είχε θαφτεί κάτω από την σκόνη και ότι θα πέθαινε. Κάποια στιγμή -δεν είναι σίγουρη πόσο μετά-, άκουσε κάποιον να τη ρωτάει αν είναι καλά, είδε τα φώτα των διασωστικών αυτοκινήτων, σηκώθηκε και συνέχισε να φωτογραφίζει σαν τίποτα να μην είχε συμβεί. Το μυαλό και τα χέρια της είχαν μπει σε αυτόματο πιλότο.

Γύρισε σπίτι της και άρχισε να εμφανίζει τα φιλμ στον σκοτεινό της θάλαμο. Δύο από αυτά ήταν ασπρόμαυρα και ένα ήταν έγχρωμο. Ο Βόρειος Πύργος κατέρρευσε και τότε χτύπησε το τηλέφωνό της. Την έψαχναν από το AP, για να δουν αν είναι καλά, επειδή έμενε κοντά και εκείνη το μόνο που είπε είναι ότι φωτογράφισε το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και την κατάρρευση του Νότιου Πύργου. Όλα τα ΜΜΜ ήταν κλειστά, οπότε δεν μπορούσε να πάει απευθείας στα γραφεία, γι’ αυτό πήγε πρώτα στο σπίτι μίας συναδέλφου της, που είχε σκάνερ, και μετά στα γραφεία, για να εμφανίσει όλες τις δικές της φωτογραφίες, αλλά και άλλων φωτογράφων.

Το επόμενο πρωί το αφεντικό της τής τηλεφώνησε να πάει στο γραφείο. Εκείνη ζήτησε να πάρει άδεια, αλλά εκείνος επέμεινε. Όταν έφτασε, της έδειξε ότι έντυπα από όλο τον κόσμο είχαν χρησιμοποιήσει τις φωτογραφίες της. Το αξιοσημείωτο; Εκείνη την περίοδο όλες οι εφημερίδες επέλεγαν σταθερά έγχρωμες φωτογραφίες για τα εξώφυλλά τους. Οι περισσότεροι, ωστόσο, τώρα είχαν επιλέξει μία ασπρόμαυρη φωτογραφία της. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, οι συντάκτες το έκαναν κρυφά από τα αφεντικά τους. Τελικά, η συγκεκριμένη φωτογραφία, με τους ανθρώπους να βγαίνουν από το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο World Press Photo.

Για εκείνη, η 11η Σεπτεμβρίου δεν ήταν μόνο εκείνη η μέρα. Ήταν σχεδόν ένας χρόνος, στη διάρκεια του οποίου της είχαν αναθέσει να ελέγχει όλες τις φωτογραφίες σχετικά με τις τρομοκρατικές επιθέσεις για διάφορα projects. Τελικά, όλο αυτό της άφησε μετατραυματικό στρες. Χώρισε με τον αρραβωνιαστικό της, παραιτήθηκε από το AP, σταμάτησε για χρόνια να φωτογραφίζει, φοβόταν να μπει στο οποιοδήποτε ψηλό κτήριο και έβλεπε εφιάλτες του εαυτού της να είναι σε κτήρια που καταρρέουν και να αναγκάζεται να πηδάει από αυτά, για να σωθεί. Το 2012, μετά από πολλή δουλειά, αποφάσισε να προχωρήσει. Επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, μετακόμισε σε ένα σπίτι με θέα το νέο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και έπιασε ξανά την κάμερά της, κατευθυνόμενη πλέον σε δουλειές πιο πολύ προς το ντοκιμαντέρ. Όταν το σκέφτεται ξανά, αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω, εκείνη τη μέρα δεν θα έπαιρνε την κάμερα της και δεν θα πήγαινε στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου.

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!