Το αφήγημα της ανατροπής τοξικών αφεντικών που βιώνουν μία αποκαλυπτική στιγμή και εν τέλει λυτρώνονται μέσα από κάποιον υπάλληλο που αποφάσισε να “επαναστατήσει” μοιάζει με την τέλεια συνταγή για μία κομεντί που μπορεί να σου κρατήσει συντροφιά ένα Σάββατο ή μια Κυριακή μεσημέρι, αλλά πόση σχέση έχει με την πραγματικότητα;
Το περασμένο Σάββατο, εντελώς απρόθυμη να χρησιμοποιήσω τον κωδικό 6 για οποιοδήποτε σκοπό αποφάσισα να βουλιάξω στον καναπέ μου και να στριμάρω εύπεπτες κομεντί. Η ταινία “Late Night” μόλις είχε γίνει διαθέσιμη και έμοιαζε ιδανική για ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι γεμάτο σκόνη και σχετική ζέστη που δεν σε προκαλούσε με τίποτα να βγεις έξω.
Η Emma (fucking) Thompson υποδύεται την Katherine Newbury μία stand up – comedian/ σιδηρά κυρία της τηλεόρασης στην late night ζώνη με ένα talk show το οποίο εδώ και δέκα χρόνια βαλτώνει ασταμάτητα, καθώς η Katherine, βουτηγμένη μέσα στις προσωπικές εμμονές, αλλά και τη συνήθεια, αδυνατεί να ακολουθήσει την εποχή της και να δώσει παράλληλα το προσωπικό στίγμα που την καθιέρωσε στην εκπομπή. Επίσης, δεν πολυσυμπαθεί τις γυναίκες. Όλα αυτά έρχεται να τα ανατρέψει μία νέα σεναριογράφος που προστείθεται στην ανδροκρατούμενη ομάδα της, η Molly, την οποία υποδύεται η φοβερή Mindy Kaling. Η Molly, με μηδενική πείρα στην κωμωδία, αλλά με πολύ πάθος και ένα θράσος που προκύπτει από άγνοια κινδύνου, φέρει σταδιακά την Katherine προ των ευθυνών της. Σε συνδυασμό με μερικές κρίσεις στην επαγγελματική, αλλά και προσωπική ζωή της τελευταίας, το σκληρό αφεντικό αφυπνίζεται λίγο πριν την πτώση και μεταξύ άλλων αναγνωρίζει την αξία της νεοφερμένης υπαλλήλου σε μία εντελώς “Devil Wears Prada” δομή. (Μικρή παρένθεση, στην κορυφή του πάνθεον των ταινιών με αυτή τη θεματολογία βρίσκεται φυσικα το “Horrible Bosses” – το πρώτο, δεν τα ρωτάμε αυτά -, για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως επειδή βάζει επιτέλους στους άντρες στη θέση που παραδοσιακά βλέπουμε γυναίκες, δηλαδή να υφίστανται εργασιακό bullying. Όμως σήμερα δεν θα συζητήσουμε για εκείνη τη στιγμή που θέλουμε να σκοτώσουμε τα αφεντικά μας.)Η ταινία είναι απολαυστική, η Emma Thompson ακόμη περισσότερο. Και φυσικά δεν είναι αρκετή. Για αυτό και αμέσως μετά πάτησα το play στην ιταλική ταινία “Scusate se esisto!” (Θα τη βρείτε ως “Συγγνώμη που υπάρχω”) της οποίας η περιγραφή με έπεισε απόλυτα ότι είναι η κατάλληλη συνέχεια στο ανελέητο σαββατιάτικο binge κομεντί. Η εκπληκτική Ιταλίδα ηθοποίος Paola Cortellesi υποδύεται τη Serena Bruno μία επιτυχημένη αρχιτέκτονα με σπουδές στο εξωτερικό, που όμως ο νόστος την οδηγεί να γυρίσει πίσω στην Ιταλία της οικονομικής κρίση. Εκεί συνειδητοποιεί ότι το φύλο της περιορίζει τις επαγγελματικές της προοπτικές και αναγκάζεται να καταστρώσει ένα περίεργο σχέδιο (αυτό που καταλαβαίνετε), έχοντας στο πλευρό της τον επίσης εξαιρετικό Raoul Bova (με ευχαριστείτε αργότερα). Η Serena έρχεται αντιμέτωπη με ένα άλλου είδους αφεντικό, διαφορετικό από αυτό του “Late Night”. Ο διευθυντής του αρχιτεκτονικού γραφείου όπου θα καταλήξει να εργάζεται έχει το προφίλ του “χωρατατζή” – ευχάριστου αφεντικού. Σύντομα αποδεικνύεται ωστόσο ότι όλοι του οι υπάλληλοι αποκρύπτουν σημαντικές πληροφορίες για τη ζωή τους έτσι ώστε να μπορούν να κρατήσουν τη θέση τους. Επίσης, εξαρτάται πλήρως από τη γραμματέα του, η οποία κάθε πρωί τον περιμένει με το εσπρεσάκι του δίπλα από το ασανσέρ και ο ίδιος δεν γνωρίζει τίποτα για οποιοδήποτε έργο αναλαμβάνει το γραφείο, αλλά ούτε και για την οικογένειά του (η γραμματέας είναι εκείνη π.χ που θυμάται τα γενέθλια του γιου του και φροντίζει να αγοράσει δώρο). Ένα ξέσπασμα της Serena είναι αρκετό για να αποκαλύψει την ηλιθιότητα του αφεντικού και να παρασύρει όλους τους υπόλοιπους υπαλλήλους να “επαναστατήσουν”, με το αφεντικό να μένει άφωνο και να αποδέχεται σιωπηλά την κατάσταση.
Τελικά αντί για χαλάρωση, μετά από τη θέαση των δύο αυτών ταινιών, κατέληξα προβληματισμένη. Η δομή τους είναι ανακουφιστική για κάθε εργαζόμενο εκεί έξω. Είναι εξίσου ηδονική και relatable με τα meme της σελίδας “Η ζωή στο γραφείο“. Τα ξεσπάσματα των υπαλλήλων είναι η νούμερο ένα φαντασίωση όλων των μισθωτών προτού πέσουν για ύπνο (Ναι, αλήθεια, δεν φαντασιωνόμαστε τον Henry Cavill, απλά ξαναπαίζουμε στο μυαλό μας δυσάρεστες στιγμές από την εβδομάδα μας στη δουλειά και νικάμε σε υποθετικές διενέξεις με τα αφεντικά μας, ενώ όλο το γραφείο παραδομένο σε ένα αυθόρμητο standing ovation μας αποθεώνει). Η πραγματική ζωή όμως δεν είναι ταινία. Ένα ξέσπασμά μας, όσο δίκιο κι αν έχουμε, ενδεχομένως να έχει καταστροφικές συνέπειες για την επαγγελματική μας πορεία. Και όχι δεν είναι μονάχα η απόλυση αυτό που τρέμει κάθε εργαζόμενος και δεν μιλάει. Είναι και η φήμη του στο χώρο. Ειδικά σε συγκεκριμένους κλάδους που είναι ιδιαίτερα κλειστοί, ποιος θα προσλάβει έναν υπάλληλο που αποχώρησε από μια εταιρία μετά από ένα (δίκαιο) tantrum με στόχο το αφεντικό του; Κανείς. Είτε είσαι η Anne Hathaway, είτε όχι.Φυσικά, ούτε και τα αφεντικα – ειδικότερα στην Ελλάδα που η αξιοκρατία είναι μία άγνωστη λέξη – είναι όπως στις ταινίες. Καμία προσωπική μας διεκδίκηση δεν μπορεί να αλλάξει το mindset του “αναλώσιμου υπαλλήλου”. “Ουδείς αναντικατάστατος”, μου είχε κάποια στιγμή ένα αφεντικό όταν ανακοίνωσα την παραίτησή μου. Χωρίς να συμπληρώσει την κλασική αγαπημένη φράση “Υπάρχουν εκεί έξω άλλοι 10 που περιμένουν για τη θέση σου” στην οποία εννοείται ασφαλώς η συνέχεια ότι είναι πρόθυμοι να τη δεχτούν με λιγότερα λεφτά, περισσότερες ακόμη αρμοδιότητες και ένα ακόμη πιο ρευστό job description από αυτό είχες διαβάσει κάποτε εσύ σε μία αγγελία. Κανένας έντονος καυγάς δεν θα καταλήξει σε κάποια ριζική αλλαγή στο εργασιακό περιβάλλον που θα ωφελήσει και τους συναδέλφους σου. Μία έκρηξή σου δεν θα θυμίσει στο αφεντικό σου ότι υπήρξε κάποτε και αυτός υπάλληλος (αν έχει υπάρξει), ούτε θα το κάνει να συνειδητοποιήσει ότι όσο μεγαλώνει και παγιώνεται στη θέση του οι προσωπικές του εμμονές παρασύρουν μία ολόκληρη εταιρεία στην απαρχαίωση και βάζουν την οποιαδήποτε δημιουργικότητα στο γύψο. Όχι, το αφεντικό θέλει απλά “να γίνει η δουλειά”. Όσο γίνεται η δουλειά και μοιάζει να αποδίδει, θα βρεθεί πάντα κάποιος να την κάνει. Χειρότερα από ‘σένα; Λίγη σημασία έχει. Αρκεί να γίνει. Θα μάθει με τον καιρό και ο αντικαταστάτης.
Όμως πρέπει να μπει κάποια στιγμή ένα τέλος στο εργασιακό bullying. Δυστυχώς δεν μπορούμε να το κάνουμε όπως οι ήρωες των ταινιών που προανέφερα, αν και θα ήταν εξαιρετικά λυτρωτικό και για εμάς και για κάθε είδους αφεντικό χαμένο σε ένα ασφυκτικά μικρό πια social bubble όπου όλα βγάζουν νόημα. Τι μπορεί να κάνει ο κάθε υπάλληλος; Η Molly, η Serena και η Andrea της πραγματικής ζωής; Δυστυχώς, έχει όλο το βάρος στους ώμους του και οι επιλογές είναι λίγες.Επιλογή 1η: Να μη σταματά να διεκδικεί έχοντας πάντα κατά νου ότι η σχέση είναι ιεραρχική και άρα να μην κατηγορεί τον εαυτό του αν κάποιες φορές δεν έχει το θάρρος να το κάνει, ή αν θέλει περισσότερο χρόνο για να ζητήσει για παράδειγμα εκείνη την πολυπόθητη αύξηση. Να διατηρεί την ψυχραιμία του και με μεθοδικότητα και νηφαλιότητα να προτεραιοποιεί τις διεκδικήσεις του. Το κατά πόσο θα τις καταφέρει είναι άγνωστο και είναι στις δικές του ψυχικές αντοχές να το διαχειριστεί.
Επιλογή 2η: Να επιστρατεύσει τετράγωνη λογική και ατσάλινα νεύρα και να καταφέρει να διαχωρήσει το 8ωρο (;;;) από την υπόλοιπη ζωή του. “Είμαι εδώ για τα λεφτά, κάνω ό,τι μου ζητείται, και όταν σχολάω κλείνω την πόρτα (ή το λάπτοπ τέλος πάντων) και τα αφήνω όλα πίσω μου”. Πιστέψτε με, έχω δει άνθρωπο να το κάνει. Δεν ξέρω πόσοι υπάρχουν στον κόσμο, αλλά έχω γνωρίσει τον ένα.
Επιλογή 3η: Να μη σταματά να αναζητά το καλύτερο δυνατό εργασιακό περιβάλλον. Πρόκειται για μια επίσης δύσκολη απόφαση, ειδικά για τα εργασιακά δεδομένα της χώρα μας. Κανένας δεν μπορεί να τα τινάξει όλα στον αέρα ή να φεύγει από μία αφόρητη δουλειά, πόσω μάλλον χωρίς να έχει βρει πρώτα άλλη. Αλλά για μερικούς από εμάς, που επιμένουν να πιστεύουν ότι η δουλειά μπορεί να γίνει χωρίς φωνές, χωρίς ειρωνείες, χωρίς πιεστικά deadlines, χωρίς επικρίσεις, χωρίς παραβίαση της ιδιωτικότητάς μας, χωρίς να σε μειώνουν διαρκώς με το να σου συμπεριφέρονται λες και σου έχουν κάνει λοβοτομή ενώ μετράς στην πλάτη σου χρόνια εμπειρίας, κάπου εκεί έξω υπάρχει η χρυσή τομή μιας δουλειάς που θα προσφέρει έναν μισθό αντάξιο της εμπειρίας και των ικανοτήτων μας που να μας εξασφαλίζει ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο και σχετική ψυχική ηρεμία. Και δεν θα σταματήσουμε, μέχρι να τη βρούμε, όσο ουτιπικό και αν φαίνεται στους περισσότερους.