Ο Παύλος Χαϊκάλης προ μηνός είχε ανακοινώσει ότι πλέον κατοικοεδρεύει στο μέρος που γεννήθηκε, το Κατάκολο, (προ διμήνου σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Πελοπόννησος” ανέφερε ως τόπο γέννησής του την Πάτρα) αλλά, επειδή παραμένει ηθοποιός εν ενεργεία, θα συμμετάσχει σε παράσταση τοπικού θιάσου, αντικαθιστώντας έναν ερασιτέχνη συνάδελφο του ο οποίος αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ρόλου. Έγιναν οι πρόβες, καθορίστηκε η πρεμιέρα για τις 5 Μαρτίου στο θέατρο Απόλλων του Πύργου, θα γινόταν και παράσταση στις 8 Μαρτίου όπου τιμάται η γυναίκα, αλλά τελικά ο Δήμος της περιοχής ανακάλεσε την παραχώρηση του χώρου, υποστηρίζοντας ότι “βρίσκεται απέναντι σε κάθε μορφή παρενόχλησης και κακοποιητική συμπεριφορά”.
Αντέδρασαν όλοι οι θιγόμενοι παράγοντες. Ο Χαϊκάλης φιλοξενήθηκε στην Super Κατερίνα και η θεατρική ομάδα “Δούρειος Ίππος” με την οποία συνεργάζεται, έβγαλε ανακοίνωση. Αρχίζουμε από τα σοβαρότερα, δηλαδή το δελτίο τύπου του θιάσου: “Έξοχο το σκεπτικό (της μη παραχώρηση του θεάτρου) αλλά πάσχει σε ένα σημείο: δεν μας λέει τι είναι το τόσο κατακριτέο που δικαιολογεί αυτή την απόφαση… Υπάρχει μήπως συντελεστής της παράστασης που έχει καταδίκη ή έστω εκκρεμεί δικαστική υπόθεση για θέματα έμφυλης βίας;”
Το επιχείρημα έχει ενδιαφέρον διότι, σχεδόν αυτούσιο, επαναλαμβάνεται και για τις παρόμοιες με τον Χαϊκάλη περιπτώσεις. Αυτοί που θέλουν τους εμπλεκόμενους να απολαμβάνουν τουλάχιστον κοινωνικής ανοχής, αναρωτιούνται “μα υπάρχει κάποια καταδίκη; Εφ’ όσον απουσιάζει, τότε με ποιο δικαίωμα αντιδρούν πρόσωπα και θεσμοί;” Πρόκειται για παραλογισμό διότι, για να υπάρχει καταδίκη από τα δικαστήρια, θα πρέπει κάποιος να έχει προσφύγει σε αυτά. Για την περίπτωση Χαϊκάλη το θύμα έκανε άλλες επιλογές, αλλά το γεγονός δεν μηδενίζεται για έναν απλούστατο λόγο: Ο ίδιος ο δράστης έχει παραδεχτεί την εμπλοκή του με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, δίνοντας δηλαδή τηλεοπτική συνέντευξη!
Το κουβάρι το κλώτσησε όταν κατά τις πρώτες ημέρες του ελληνικού Me Too, βγήκε να υπερασπιστεί τα θύματα. Τότε μία ηθοποιός, τέως μαθήτρια του, έγινε -κατά δήλωσή της- “΄έξαλλη με αγαπημένο κωμικό ηθοποιό που βγαίνει και υπερασπίζεται τις γυναίκες, τη στιγμή που ίδιος έχει προβεί σε ανάλογες πράξεις”. Εξήγησε με σαφήνεια τι εννοεί. Ενώ ήταν μόλις 17 ετών και μαθήτρια σε σχολή που δίδασκε ο “αγαπημένος κωμικός ηθοποιός”, ο σεβαστός καθηγητής «με πήρε τηλέφωνο ένα πρωί και αυνανιζόταν. Ήθελε να συμμετέχω και εγώ. Μου είχαν κοπεί τα πόδια. Μου μιλούσε πολύ πρόστυχα. Έκλεισα το τηλέφωνο, δεν ήξερα τι να κάνω, το είπα στους γονείς μου”.
Η καταγγελία δεν ανέφερε το όνομα του “αγαπημένου κωμικού ηθοποιού”, αλλά την επόμενη ανέλαβε ο ίδιος ο Χαϊκάλης να αποκαλύψει ότι η καταγγέλλουσα εννοούσε εκείνον: “Ήμουν ερωτευμένος μαζί της. Όταν είσαι ερωτευμένος ξεκινάς διακριτικά μία προσπάθεια προσέγγισης. Δεν αποδέχτηκε το ενδιαφέρον. Έπειδή όμως είμαι αρσενικό παλιάς κοπής, από τη μία πιστεύω ότι ξέρω να φέρομαι σε μία γυναίκα και από την άλλη όταν η γυναίκα μου λέει όχι, όταν θέλω και με ενδιαφέρει δεν τα παρατάω εύκολα…Όσο για το τηλεφώνημα, της εξέφρασα τον έρωτα μου με έναν έντονο τρόπο. Ήταν μια δήλωση που εκφράστηκε υπέρμετρα… Λέει για πρόστυχα λόγια, αυτό είναι συζητήσιμο…Μπορεί να ξέφυγα…Κατανοώ απόλυτα ότι μπορεί να την έχει πειράξει, της ζητάω δημόσια συγγνώμη και σε εκείνη και στους γονείς της”.
Έχουμε επομένως παραδοχή μίας παρενόχλησης που μάλιστα συνοδεύεται από “δημόσια συγγνώμη” προς το θύμα και τους γονείς της. Βάσει αυτής της ομολογημένης πράξης, ο καθένας έχει δικαίωμα να διαμορφώσει άποψη, να διατηρήσει ή να απομακρύνει τον Χαϊκάλη από τον κατάλογο των καλλιτεχνών που θέλει να βλέπει και όταν αυτές οι απόψεις είναι πολλές, διαμορφώνουν κοινωνικό ρεύμα. Δεν μπορεί κανείς να επιβάλλει σιωπητήριο επειδή δεν υπάρχει απόφαση δικαστηρίου. Το γεγονός, όπως πολλά παρόμοια, δεν αμφισβητείται γιατί το ένα μέρος το έχει περιγράψει και το άλλο το έχει παραδεχτεί.
Όσο για την υπερασπιστική γραμμή που ανέπτυξε ο Παύλος Χαϊκάλης στην εκπομπή της Κατερίνας Καινούργιου, ότι δηλαδή όλα αποτελούν κουτσομπολιό, έχει την φερεγγυότητα των προηγούμενων παρεμβάσεων του. Σε εκπομπή του Τέρενς Κουίκ είχε αναγγείλει ότι θα προχωρήσει σε μηνύσεις προκειμένου να τιμωρηθεί το κορίτσι που ίδιος ομολόγησε ότι το παρενοχλούσε.