Ήμουν γύρω στα 19, όταν μία μέρα συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ πλέον να τρώω κρέας. Γιατί χρησιμοποιώ το ρήμα “μπορώ”, αντί του “θέλω”; Διότι σε καμία φάση δεν είπα “εντάξει, τώρα γίνομαι χορτοφάγος γι’ αυτόν και  αυτόν τον λόγο”. Δεν ήταν μία διατροφική ή ηθική επιλογή, όπως είναι για τους περισσότερους χορτοφάγους. Ήταν μία περισσότερο συναισθηματική. 

Είχα διαβάσει βιβλία και είχα δει αρκετά βίντεο -όχι αυτά με τα σφαγεία- που προσωποποιούσαν υπερβολικά πολύ τα ζώα. Σού σχημάτιζαν την εικόνα του πλάσματος με αισθήματα και προσωπικότητα, αντί του όντος που έχει έρθει σε αυτόν τον πλανήτη μόνο για να το φας. Το αποτέλεσμα; Κάποιο υποσυνείδητο κομμάτι μου άρχισε να αισθάνεται σαν κανίβαλος κάθε φορά που έτρωγα ζώο και μου δημιουργούσε αναγούλα. Κάπως έτσι λοιπόν έδιωξα από τη ζωή μου το χοιρινό και το μοσχάρι, μετά το κοτόπουλο και στο τέλος τα θαλασσινά.  

Η πρώτη μπουκιά κρέας 

Παρέμεινα χορτοφάγος για τρεισήμισι χρόνια, μέχρι που τον Νοέμβριο του 2019 αποφάσισα να φάω μοσχαρίσιο σνίτσελ. Δεν ήταν εύκολο. Στην πραγματικότητα, φλέρταρα μήνες με την ιδέα, αλλά δεν έκανα το τελικό βήμα. Ήξερα ότι ήθελα να φάω ξανά κρέας, αλλά φοβόμουν τρομερά την πιθανότητα να το μετανιώσω το επόμενο δευτερόλεπτο. Έτρεμα στην ιδέα των τύψεων που θα ένιωθα.  

Τελικά, προς μεγάλη μου έκπληξη, δεν αισθάνθηκα άσχημα. Ούτε η υφή του φαγητού μου φάνηκε περίεργη ή αηδιαστική αλλά ούτε ο οργανισμός μου δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί, όπως κάποιοι υποστηρίζουν ότι συμβαίνει. Η αντίδραση τόσο του σώματος, όσο και του μυαλού μου ήταν απλά σαν να μην είχα σταματήσει ποτέ να είμαι κρεατοφάγος. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που μέσα μου απόρησα αν τελικά όλο αυτό άξιζε. 

Γιατί έφαγα ξανά κρέας 

Οι λόγοι που σταμάτησα δεν ξέρω αν είναι οι συνηθισμένοι, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να δώσουν βήμα σε κανέναν να “κράξει” τη χορτοφαγία. Δεν έπαθα καμία αβιταμίνωση, δεν πέθανα από έλλειψη πρωτεΐνης, δεν ένιωθα πιο αδύναμη και γενικώς δεν ήρθε καμιά καταστροφή. Σε επίπεδο υγείας δεν άλλαξε σχεδόν τίποτα, με εξαίρεση ότι έπαιρνα πιο εύκολα κιλά και ήταν σχεδόν αδύνατο να τα χάσω. Συν κάποιων σχολίων γνωστών μου πως το χρώμα του προσώπου μου “έφτιαξε” με το που ξαναέφαγα κρέας. Αυτό, βέβαια, ίσως σχετίζεται περισσότερο με την δική τους αρνητική προκατάληψη στην χορτοφαγία και λιγότερο με γεγονότα.  

Ο λόγος που ξεκίνησα να είμαι vegetarian δεν βασιζόταν σε λογικά δεδομένα. Αντίστοιχα ο λόγος που την σταμάτησα είχε και πάλι βάση το συναίσθημα. Όπως είπα πριν, μήνες φλέρταρα με την ιδέα να ξαναφάω κρέας. Επί μισό περίπου χρόνο, πήγαινα διακοπές, πέρναγα έξω από ταβέρνες και έμπαινα στην κουζίνα της μαμάς μου και συμπεριφερόμουν σαν έγκυος. Τα πάντα μου μύριζαν και τα πάντα τα λιγουρευόμουν. Ζήλευα ακόμα και φαγητά που πριν την χορτοφαγία δεν ακουμπούσα, όπως την τηγανιά και το λουκάνικο. Ωστόσο, ο μεγάλος μου καημός ήταν τα τηγανιτά καλαμαράκια.  

Ήμουν πλέον σε μία μόνιμη φάση καταπίεσης. Ήθελα να φάω, αλλά την ίδια στιγμή αγχωνόμουν για το μετά. Τις τύψεις που θα νιώσω, τους χορτοφάγους γνωστούς μου με τα επικριτικά βλέμματα, τον κομπασμό όσων ήταν κατά της αρχικής απόφασης από την πρώτη στιγμή. Και στο τέλος τέλος, τι θα γινόταν με την εικόνα που έχω χτίσει για τον εαυτό μου; Κάπου στην πορεία όλου αυτού φαίνεται ότι έπεσα στην εξής παγίδα: έκανα τη διατροφή μου μέρος της ταυτότητάς μου. Τι σήμαινε, λοιπόν, για εμένα το να σταματήσω να είμαι χορτοφάγος; Θα ήμουν πλέον λιγότερο εγώ; Ξεκίνησα συναισθηματικά, οπότε τι σημαίνει αυτό για τον σημερινό εαυτό μου; Εξελίχθηκα με κάποιον τρόπο σε μία αναίσθητη ύπαρξη; 

Βασικά, ο πραγματικός λόγος είναι η χαρά 

Έναν χρόνο αργότερα, κοιτώντας πίσω σε εκείνη την περίοδο μπορώ να ψυχολογήσω καλύτερα το τι συνέβη. Ένιωθα χαρούμενη. Τα πράγματα σε διαφορετικούς τομείς της ζωής μου έδειχναν να πηγαίνουν καλά. Αισθανόμουν πιο χαλαρή και πιο δεκτική στο να κάνω και να ζήσω πράγματα που θα με κάνουν χαρούμενη ή θα μου δώσουν έστω κάποια ευχαρίστηση. Η χορτοφαγία δεν μου επέτρεπε να το κάνω αυτό.  

Το φαγητό είναι από τις βασικές ανάγκες, αλλά είναι και από τις βασικές απολαύσεις. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, εγώ δεν μπόρεσα να βρω την απόλαυση στην χορτοφαγική κουζίνα. Το φαγητό είχε καταντήσει περισσότερο αγγαρεία. Έτρωγα πιάτα που μου φαινόντουσαν άνοστα και αδιάφορα. Ή ακόμα και αηδιαστικά ή περίεργα -με την κακή έννοια-. Και έπρεπε να τρώω μεγάλες ποσότητες από αυτά, γιατί αλλιώς δεν θα χόρταινα και θα έπεφτα ξερή.  

Να το διευκρινίσω, βέβαια. Μπορεί να έχει περάσει μόλις ένας χρόνος από τις τελευταίες μέρες μου ως χορτοφάγος, αλλά μέσα σε αυτόν προέκυψε μία σημαντική διαφορά. Αυξήθηκαν τρομαχτικά πολύ τα μαγαζιά με vegan και vegetarian πιάτα. Οι επιλογές που δίνουν, μάλιστα, είναι αρκετά νόστιμες -ναι, δεν χρειάζεται να είσαι χορτοφάγος για να τα δοκιμάσεις- και οικονομικές. Στα τρεισήμισι χρόνια της δικιάς μου χορτοφαγίας έβρισκες κυρίως χορτοφαγικά πιάτα μικρά, συχνά με περίεργη γεύση και εξαιρετικά ακριβά. 

Δεν είχα τις σωστές βάσεις 

Αν και το 84% των χορτοφάγων κάποια στιγμή επιστρέφουν στο κρέας, εγώ νιώθω την ανάγκη να βάλω έναν “αστερίσκο” στη δική μου περίπτωση. Γιατί; Διότι το γεγονός ότι δεν ταίριαξε σε εμένα και ότι εγώ δεν άντεξα αυτή τη διατροφή, δεν σημαίνει ότι είναι μάταιο κάποιος άλλος να την ξεκινήσει. Στην τελική, η χορτοφαγία βοηθάει πράγματι το περιβάλλον, εξασφαλίζει μία ζωή χωρίς πόνο σε κάποια ζώα και αποτρέπει αρκετά προβλήματα υγείας.  

Εγώ, ωστόσο, δεν ήμουν ο κατάλληλος άνθρωπος για χορτοφάγος. Μέχρι τη μέρα που έκοψα το κρέας, δεν είχα φάει ποτέ στη ζωή μου όσπρια. Ή, μάλλον, είχα φάει κάποια στιγμή στην ηλικία των 6 ετών φακές, με αηδίασαν, τις παράτησα και δεν τις ξανακοίταξα. Επίσης δεν έτρωγα σχεδόν κανένα είδος σαλάτας. Από φρούτα, τιμούσα μόνο τα πορτοκάλια, τις μπανάνες και τις φράουλες. Στο κέφι, πλησίαζα και καρπούζια και μανταρίνια. Θέλεις να μάθεις και το άλλο; Με εξαίρεση το γάλα και τη sauce, δεν μου αρέσει καθόλου η γεύση των προϊόντων σόγιας. Και η αμέσως επόμενη καλύτερη επιλογή, τα μανιτάρια, είναι το χειρότερό μου.    

Είναι, λοιπόν, κατανοητό ότι δεν είχα πολλές πιθανότητες να μείνω χορτοφάγος εσαεί. Ίσως, βέβαια, αυτός να ήταν ο λόγος που έμεινα χορτοφάγος για μερικά χρόνια. Το γεγονός, δηλαδή, ότι όλα έδειχναν ότι δεν μπορώ να το κάνω.  

Τελικά άξιζε τον κόπο; 

Σε κάποιο σημείο, ανέφερα ότι όταν ξαναέφαγα κρέας για λίγο απόρησα: Άξιζαν τελικά τρεισήμισι χρόνια χορτοφαγίας; Άξιζαν τρεισήμισι χρόνια φαγητού, που στην καλύτερη περίπτωση μού φαινόταν μέτριο; Άξιζαν οι καβγάδες με όσους μου έκαναν κήρυγμα υπέρ της κρεατοφαγίας;  

Η προσωπική μου άποψη -η οποία μάλλον δεν θα αρέσει στους περισσότερους χορτοφάγους- είναι ότι άξιζε, αλλά θα μπορούσε να έχει κρατήσει λιγότερο. Ίσως θα έπρεπε να έχω σταματήσει στα δύο χρόνια, την στιγμή που άρχισα να αισθάνομαι μόνο καταπίεση από αυτό. Ωστόσο, δεν θα επέλεγα να μην την έχω ξεκινήσει ποτέ. Ήταν ένα τριετές διατροφικό ταξίδι, που -ακόμα και όταν μου έσπαγε τα νεύρα- κάτι μου πρόσφερε. Βγήκα από αυτό σίγουρα ένα τσακ περισσότερο πειθαρχημένη και αρκετά λιγότερο περίεργη στο φαγητό. Άσε που χάρη σε αυτήν, δοκίμασα και το φαλάφελ. Και πού θα ήμουν σήμερα χωρίς το φαλάφελ;

@oneofusgr

If you're here, you're one of us!