Ανάδυση κοινωνικών κινημάτων και κουλτούρα της ευαισθητοποίησης, τέταρτο κύμα φεμινισμού, επαναδιαπραγμάτευση της έννοιας της ταυτότητας φύλου. Όλα τα παραπάνω αποτελούν κομβικές αλλαγές στον κόσμο όπως των γνωρίζαμε και η σφοδρότητα με την οποία σαρώνουν την κοινωνία έχει φέρει στο φως, όπως ήταν αναμενόμενο, τις πιο σκοτεινές πτυχές της. Όσο τα άτομα ενδυναμώνονται και βρίσκουν τη φωνή τους σε έναν κόσμο που μέχρι χθες ήταν αόρατοι, όταν νιώθουν γύρω τους ένα δίκτυο αλληλοϋποστήριξης, μιλούν περισσότερα για όλα εκείνα που είχαν διδαχθεί να κρύβουν κάτω από το χαλί.
Κάπως έτσι οι καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση άρχισαν να διαδέχονται η μία την άλλη. Το ελληνικό #Metoo έγινε γεγονός, έπειτα από την θαρραλέα εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου. Τα ερωτήματα που προέκυψαν στην κοινωνία ήταν πολλά, ανάμεσά τους και το πώς γίνεται να έχουμε τέτοια αλλεπάλληλα κρούσματα βίας. Μερικοί το απέδωσαν στον εγκλεισμό εξαιτίας της πανδημίας, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως, δυστυχώς, αυτά τα νοσηρά πράγματα συνέβαιναν πάντα με την ίδια συχνότητα, απλώς τα θύματα δεν μιλούσαν μπροστά στο φόβο του στιγματισμού, ή επειδή είχαν πιστεί από την κοινωνία ότι, είτε κανείς δεν θα τα πιστέψει, είτε θα τα κατηγορήσει πως “πήγαιναν γυρεύοντας”. Έπειτα ήρθε και ένας πόλεμος μέσα στην ευρωπαϊκή γειτονιά, ο οποίος σόκαρε τον δυτικό κόσμο που “αναγκάστηκε” να θυμηθεί ότι ο βιασμός χρησιμοποιείται ως τακτική πολέμου από την αρχή των πολεμικών συρράξεων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γυναίκες και θηλυκότητες προσπαθούν να ανθίσουν, να βιώσουν τη σεξουαλικότητά τους, να διεκδικήσουν τους οργασμούς τους και την ικανοποίησή τους, να υπάρχουν χωρίς να θεωρείται αυτονόητη η συναίνεσή τους επειδή συμπεριφέρονται, ντύνονται, βάφονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Να διαθέτουν το σώμα τους όπως οι ίδιες επιθυμούν. Μουδιασμένες από την επικαιρότητα και τις κοινωνικές συγκρούσεις, είναι πολύ πιθανό, γυναίκες που απολαμβάνουν για παράδειγμα το υποτακτικό σεξ να νιώθουν ενοχικά ή να αναρωτιούνται αν κάτι “δεν πάει καλά” με αυτές. Όπως και τα άτομα που απολαμβάνουν να φαντασιώνονται τον εξαναγκασμό σε σεξ.
Οι φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ είναι, σύμφωνα με έρευνες, ανάμεσα στις πιο συχνές φαντασιώσεις γυναικών. Η πιο πρόσφατη διαθέσιμη έρευνα των ψυχολόγων Jenny Bivona & Joseph Critelli, “The Nature of Women’s Rape Fantasies: An Analysis of Prevalence, Frequency, and Contents”, Φεβρουάριος 2009, Πανεπιστήμιο του Β. Τέξας, αναφέρει ότι το 62% των γυναικών που έλαβαν μέρος στην έρευνα (δείγμα από 355 φοιτήτριες) είχαν φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ, ποσοστό κάπως υψηλότερο από προηγούμενες εκτιμήσεις. Για τις γυναίκες που είχαν φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ, η μέση συχνότητα αυτών των φαντασιώσεων ήταν περίπου 4 φορές το χρόνο, ενώ το 14% των συμμετεχουσών ανέφεραν ότι είχαν τέτοιες φαντασιώσεις τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Διαπιστώθηκε ότι οι φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ ήταν 45% εντελώς ερωτικές και 46% τόσο ερωτικές όσο και απεχθείς.
Γιατί όμως πολλές γυναίκες έχουμε φαντασιώσεις μη συναινετικού σεξ;
Ποια είναι η αιτία που πολλές από εμάς απολαμβάνουμε να έχουμε φαντασιώσεις τέτοιας φύσης; Σύμφωνα με νέα έρευνα των Bivona & Critelli, στην οποία συμμετείχε επίσης ο ακαδημαϊκός ψυχολόγος Michael J Clark, “Women’s rape fantasies: an empirical evaluation of the major explanations” του 2012, δόθηκαν τρεις πιθανές εξηγήσεις για αυτού του είδους τις σεξουαλικές φαντασιώσεις: το ότι οι γυναίκες που τις έχουν είναι ανοιχτές σε σεξουαλικές εμπειρίες, η σεξουαλική επιθυμητότητα (δηλαδή γυναίκες με υψηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης που είναι πολύ άνετες με τη σεξουαλικότητά τους και νιώθουν επιθυμητές) και η αποφυγή σεξουαλικής ευθύνης, η οποία υποστηρίζει ότι καθώς οι γυναίκες έχουν μάθει μέσα από το πατριαρχικό σύστημα ότι δεν πρέπει να εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους γιατί θα θεωρηθούν “εύκολες” και “ελαφρών ηθών”, μια τέτοια φαντασίωση παίρνει από πάνω τους την ευθύνη της ερωτικής επιθυμίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η θεωρία της αποφυγής σεξουαλικής ευθύνης δεν υποστηρίχθηκε, η θεωρία της σεξουαλικής επιθυμητότητας υποστηρίχθηκε μέτρια, ενώ η θεωρία της ανοιχτότητας σε σεξουαλικές εμπειρίες θεωρείται η πιο πιθανή.
Ο ψυχολόγος και συγγραφέας του βιβλίου “How Sexual Desire Works:The Enigmatic Urge”, Frederick Toates, υποστηρίζει ότι οι φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ είναι ένας τρόπος για να αντλήσει μια γυναίκα ικανοποίηση και ηδονή από μια τέτοια βίαιη πράξη, αλλά υπό ελεγχόμενες συνθήκες. “Στον κόσμο της φαντασίωσης’, λεει ο Dr. Toates, “η γυναίκα έχει τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης. Είναι μια περιπέτεια, στρετσάρει τα όριά της μέχρι εκεί που νομίζει ότι δεν παίρνει άλλο, το δοκιμάζει, αλλά μέσα από μια ασφαλή θέση”, ενώ σημειώνει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Ο Toates υποστηρίζει πως οι γυναίκες μεγαλώνουν με το φόβο του βιασμού, αφιερώνουν διαρκώς χρόνο και ενέργεια στο πώς να τον αποφύγουν, από το πώς θα συμπεριφερθούν έτσι ώστε να μη θεωρηθεί ότι συναινούν σε κάτι που δεν θέλουν, από το πώς θα ντυθούν, από το αν πρέπει να πουν “όχι” αν σταματήσει να τους αρέσει κάτι στο οποίο στην αρχή ανταποκρίθηκαν θετικά, συνεπώς “Ποιοι είμαστε εμείς που θα πούμε ότι δεν επιτρέπεται να παίζουν με τις ιδέες της συναίνεσης και των σεξουαλικών ορίων στο μυαλό τους;”, καταλήγει ο συγγραφέας.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι οι γυναίκες που έχουν τέτοιες φαντασιώσεις έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και προσπαθούν να επανικοιποιηθούν την εμπειρία αποκτώντας τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης. Ωστόσο, ο κοινωνικός ψυχολόγος και ερευνητής του σεξ Justin Lehmiller, ο οποίος έχει μελετήσει αυτές τις φαντασιώσεις, στο βιβλίο του “Tell me what you want” αναφέρει πως η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων με φαντασιώσεις εξαναγκαστικού σεξ δεν έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι είναι άμεσες αντανακλάσεις της κουλτούρας του βιασμού, εσωτερικευμένες ως δικές μας επιθυμίες – μια πατριαρχική πλύση εγκεφάλου στην οποία πρωτοστατούσαν για χρόνια τα βίπερ νόρα, καθώς το μη συναινετικό σεξ αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους και μετέπειτα η υπόλοιπη ποπ κουλτούρα με κυριότερους πομπούς της το σινεμά, την τηλεόραση και φυσικά τα ΜΜΕ.
Και τελικά; Είναι λάθος αυτού του είδους οι φαντασιώσεις;
Όχι, δεν είναι. Είναι απόλυτα οκ επειδή είναι πολύ διαφορετικές από τον ίδιο τον βιασμό. Η πλειονότητα των φαντασιώσεων εξαναγκασμού σε σεξ περιλαμβάνει άτομα που επιθυμούμε πραγματικά ερωτικά. Και όχι, αυτό δεν σημαίνει ότι θα θέλαμε να υλοποιήσουμε αυτές τις φαντασιώσεις μαζί τους απαραίτητα, αλλά αν θελήσουμε να το κάνουμε θα είναι και πάλι σε ένα ελεγχόμενο πλαίσιο σύμφωνα με τους άγραφους κανόνες του υποτακτικού σεξ, με λέξεις ασφαλείας, σαφείς οδηγίες και συναίνεση. Η συνθήκη που χτίζουμε στην φαντασίωση μη συναινετικού, βίαιου και εξαναγκαστικού σεξ είναι απόλυτα στον δικό μας έλεγχο. Σκηνοθετούμε και την παραμικρή λεπτομέρεια. Το αίσθημα ενθουσιασμού και ηδονής που μας δίνει η συγκεκριμένη παραβίαση δεν έχει να κάνει σε καμία περίπτωση με την πράξη του βιασμού. Υπάρχει μια πολύ ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή μεταξύ τους και μια γυναίκα που έχει τέτοιες φαντασιώσεις δεν επιθυμεί τον βιασμό της.
Ο προβληματικός όρος
Τι δεν έχει βοηθήσει στον σαφή διαχωρισμό της φαντασίωσης τέτοιου είδους σεξ, από την πραγματική πράξη του βιασμού; Μέχρι και το 2012 περίπου τέτοιου είδους φαντασιώσεις, αποκαλούνταν “φαντασιώσεις βιασμού”. Το αρνητικό φορτίο της λέξης “βιασμός” είναι ικανό όχι μόνο να δημιουργήσει τεράστιες ενοχές στη γυναίκα που έχει φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξ και να ενισχύσει το αίσθημα ντροπής που νιώθουν για αυτές, αλλά και να τη θέσει σε κίνδυνο. Είναι δύσκολο να υπάρξουν επικαιροποιημένα στατιστικά αναφορικά με το πόσο συχνές είναι οι φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε σεξουαλική πράξη στις γυναίκες, καθώς τους είναι πολύ δύσκολο να μιλήσουν ανοιχτά για αυτές και να τις αποδομήσουν, όχι μόνο από φόβο ότι θα θεωρηθούν κακές φεμινίστριες και οι φαντασιώσεις τους από τρομακτικές έως και μισογυνικές, αλλά περισσότερο τρέμουν να τις μοιραστούν, ειδικότερα με έναν σύντροφο, στην περίπτωση που μπορεί κάτι τέτοιο να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους.
Αν υποθέσουμε ότι μια γυναίκα με φαντασιώσεις εξαναγκαστικού σεξ έπεφτε θύμα βιασμού από κάποιον στον οποίο είχε εκμυστηρευτεί αυτές τις φαντασιώσεις, δηλαδή είτε έναν περιστασιακό ή μόνιμο σύντροφο, είτε έναν φίλο του αντίθετου φύλου. Οι πιθανότητες, αν αποφασίσει να καταγγείλει το περιστατικό, να μην χρησιμοποιηθούν οι φαντασιώσεις της εναντίον της στο δικαστήριο είναι μηδαμινές. Αυτή η θλιβερή πραγματικότητα μας απομακρύνει όλο και πιο πολύ από την άρση των ενοχών και του αισθήματος ντροπής για τις σεξουαλικές φαντασιώσεις εξαναγκασμού σε συνουσία.
Έτσι, εδώ και κάποια χρόνια έχει προταθεί από ψυχολόγους και σεξογολόγους, ο όρος “φαντασιώσεις βιασμού” να αντικατασταθεί είτε από τον όρο “συναινετική μη συναίνεση” (CNC – consensual non-consent), είτε από τον όρο “φαντασιώσεις βίαιης υποταγής” ο οποίος χρησιμοποιείται στους κύκλους του BDSM. Αυτό θα βοηθήσει τις γυναίκες που αντλούν ικανοποίηση από τις φαντασιώσεις εξανγκαστικού σεξ να μη βιώνουν σύγχυση ή να “αυτομαστιγώνονται”, αλλά αντίθετα, να μάθουν να εξερευνούν τις σκέψεις τους με ασφάλεια και εποικοδομητικά.
Είναι πολύ σημαντικό όσες γυναίκες έχουμε τέτοιες φαντασιώσεις να κατανοήσουμε ότι δεν έχουν καμία σχέση με την πράξη του βιασμού και ότι όχι μόνο είναι συχνές, αλλά και έγκυρες.