Πριν λίγες μέρες, η συμπαθέστατη ηθοποιός και μία από τις πρώτες γυναίκες που βοήθησαν στην ορατότητα του #MeToo στη χώρα μας, καθώς μοιράστηκε δημόσια τη δική της τραυματική εμπειρία, Τζένη Μπότση, έδωσε συνέντευξη στο περιοδικό “Εγώ” αποσπάσματα της οποίας αναπαρήχθησαν στον ηλεκτρονικό Τύπο. Μεταξύ άλλων, η Τζένη Μπότση μίλησε για τη διατροφή της και πιο συγκεκριμένα για τον τρόπο με τον οποίο χάνει κιλά. Δεν γνωρίζουμε αν ρωτήθηκε η ηθοποιός για το “πώς κρατιέται σε φόρμα” (Από πότε είναι αυτή η εφημερίδα;) ή αν προχώρησε από μόνη της σε σχετική δήλωση, όμως σε κάθε περίπτωση κάπως θα πήγε η συζήτηση στα κιλά, κάποια αφορμή θα της δόθηκε για να μας ενημερώσει πως “Δεν τρώω… Υποφέρω και δεν τρώω. Προσπαθώ να μην τρώω”.
Την αναπαραγωγή του άρθρου σε διάφορα sites συνοδεύουν βαρύγδουπες λέξεις κι εκφράσεις όπως “αποκάλυψε”, “Τα αγαθά κόποις κτώνται” κι άλλες τέτοιες δημοσιογραφικές κοινοτοπίες. Τέτοιες λέξεις που φέρουν μια βαρύτητα, όπως η λέξη “αποκάλυψη” κάνουν το θέμα να ακούγεται πιο σημαντικό απ’ ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Είναι λες και η κ. Μπότση, μας κρατούσε τόσα χρόνια κάποιο μυστικό. Είναι το “Τι κάνει αυτή κι είναι έτσι;” που συνοδεύεται από ένα λοξό βλέμμα γεμάτο από εσωτερικευμένο μισογυνισμό. Αυτό, όχι μόνο ωθεί κάθε αναγνώστρια να πιστεύει ότι οι διάσημοι ή επιδραστικοί άνθρωποι κάνουν κάτι που εκείνη δεν μπορεί να καταφέρει, αλλά διαιωνίζει όλα τα στρεβλά πρότυπα σε σχέση με την εικόνα που το body positive κίνημα προσπαθεί τόσα χρόνια να καταρρίψει και υπονομεύει τον φεμινισμό.
Πώς γίνεται να θεωρούμε ακόμη και σήμερα εν έτει 2022, ότι έχει “ζουμί” μια τέτοια ερώτηση ή η προτροπή του συνεντευξιαζόμενου σε μια τέτοια δήλωση. Γιατί ρωτάμε ακόμα μία γυναίκα πώς χάνει κιλά; Γιατί θεωρούμε δεδομένο ότι κάνει κάτι για να τα χάσει; Ότι την απασχολούν; Γιατί δίνουμε χώρο να ακούγονται εντελώς λανθασμένες πρακτικές για την απώλεια κιλών;
Η ηθοποιός δήλωσε πως δεν τρώει και υποφέρει φλερτάροντας – αδιαμφισβήτητα από αφέλεια – με την ενθάρρυνση διατροφικών διαταραχών και την προώθηση μη υγιών πρακτικών για την απώλεια βάρους. Καθώς η πρόσβασή μας στην πληροφορία είναι πια απρόσκοπτη και (ευτυχώς) δεν χρειάζεται πια να ακολουθούμε καταστροφικές δίαιτες που τυπώνονταν στα γυναικεία περιοδικά απλώς και μόνο για γεμίσουν την ύλη, οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε καλά ότι δεν χρειάζεται να “υποφέρεις” για να χάσεις κιλά και κυρίως δεν χρειάζεται να μην τρως. Αυτή η διατύπωση ενισχύει πρότυπα περασμένων δεκαετιών που θα έπρεπε να θεωρούνται απαρχαιωμένα και προσβάλει την επιστήμη.
Συνεχίζοντας, η Τζένη Μπότση ανέφερε, “Όταν αποφασίζω να κάνω διατροφή, τρώω κάθε τρεις ώρες και κόβω τα γλυκά. Πρώτα απ’ όλα, περιορίζω αρκετά την ποσότητα λαδιού που θα προσθέσω στο φαγητό και στη σαλάτα. Εμπλουτίζω τη διατροφή μου με περισσότερα λαχανικά και φρούτα, όπως ακτινίδιο και μπανάνα. Ωστόσο, δεν παραλείπω κανένα γεύμα. Τρώω μόνο μαύρο ψωμί και πίνω πολύ νερό. Δεν πέφτω να κοιμηθώ νηστική. Αλλά το βραδινό είναι ελαφρύ, συνήθως γιαούρτι με μέλι”. Η ηθοποιός έχει δικαίωμα να ακολουθεί όποιου είδους διατροφή θέλει, ωστόσο άθελά της, προτρέπει τις αναγνώστριες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή της και τις γυναίκες που τη θαυμάζουν να μιμηθούν μία διατροφή αρκετά παλιακή, η οποία δεν συμβαδίζει με τις πληροφορίες που έχουμε πλέον για διάφορα τρόφιμα και διαιωνίζει μύθους γύρω από αυτά. Για παράδειγμα, είναι πλέον γνωστό πως τα φρούτα είναι πηγή ζάχαρης και καθόλου δεν βοηθούν στην απώλεια βάρους. Η πρόσληψη γευμάτων ανά 3 ώρες είναι ανούσια, αν όχι καταστροφική, γνωρίζουμε πια για τα οφέλη του intermittent fasting, τη θεωρία του Yoshinori Ohsumi που κατέκτησε το Νόμπελ Ιατρικής το 2016. Το ελαιόλαδο δεν είναι παρά ο σύμμαχός μας σε μία σωστά δομημένη πρωτεϊνική διατροφή.
Θα έπρεπε να έχει όλα αυτά υπόψη της η Τζένη Μπότση; Και ναι και όχι. Αρχικά δεν έπρεπε να έχει ερωτηθεί σχετικά, εφόσον όμως αυτό συνέβη θα μπορούσε, σκεπτόμενη ότι ενδέχεται για μια μερίδα γυναικών να αποτελεί πρότυπο (είναι μια πολύ όμορφη και σέξι γυναίκα η Τζένη Μπότση και είμαι σίγουρη ότι πολλές την θαυμάζουν), να αποφύγει ευγενικά το θέμα κι έτσι να βάλει ένα σημαντικό λιθαράκι στην εξάλειψη τέτοιων ερωτήσεων προς πετυχημένες και δημιουργικές γυναίκες (ερωτήματα που, ας θυμίσουμε, δεν γίνονται σε κάνεναν πετυχημένο και δημιουργικό άντρα). Με αυτό τον τρόπο θα προστατεύονταν η ίδια και οι συναδέλφισσές της, αλλά και οι αναγνώστριες. Η ηθοποιός δεν οφείλει να λογοδοτήσει για το είδος της διατροφής που ακολουθεί, κι αν η ίδια τη θεωρεί σωστή ή της δουλεύει, είναι λογικό να μην την απασχόλησε το αν θα βρει μιμητές.
Και δεν είναι τα παραπάνω τα μόνα πράγματα που πήγαν στραβά. Σε μια ανάρτηση άρθρου που αναπαρήγαγε τη δήλωση της ηθοποιού στο Facebook, κάναμε το σφάλμα να ανοίξουμε το section με τα σχόλια. Τα μισά ήταν απίστευτα τοξικά σχόλια body shaming τα οποία υπονοούσαν ή και ανέφεραν ευθέως πως αποκλείεται η κ. Μπότση να μην τρώει με το σώμα που έχει και τα υπόλοιπα υπογράμμιζαν τον τίτλο του άρθρου, ο οποίος φυσικά δεν ήταν άλλος από το επίμαχο “Υποφέρω, δεν τρώω”, σχολιάζοντας “Ε, βέβαια, μόνο με ράψιμο χάνεις κιλά”. Το “ράψιμο” υπονοεί “ξεχείλωμα” και φέρνει στο μυαλό εκείνο το αλησμόνητο “Σούζυ τρως! Και ψεύδεσαι και τρως” που λέει η μοδίστρα Ρένα Βλαχοπούλου στην πελάτισσά της για να προκαλέσει το γέλιο στην πλατεία. Μόνο που πια, δεν γελάμε. Το πιο λυπηρό απ’ όλα; Στην πλειονότητά τους αυτά τα σχόλια προέρχονταν από γυναίκες.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να κατανοήσουμε ότι τα κιλά κάποιου δεν γίνεται να αποτελούν ακόμα “juicy είδηση”. Εμείς οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι μπορούμε πραγματικά σε μία στιγμή να το τελειώνουμε. Να μην ρωτήσουμε ξανά καμία γυναίκα πώς και γιατί χάνει ή παίρνει κιλά. Να σταματήσουμε τα άρθρα με τίτλους “Η διατροφή που κρατά την Τάδε σε φόρμα”. Να αποσυνδεθεί επιτέλους η “ιδανική” εικόνα σώματος από έννοιες όπως “βασανιστήριο”, “υποφέρω”, “μπρος στα κάλλη τι ‘ναι ο πόνος”. Το φαγητό είναι ζωή και χαρά. Ένα καλό βάρος, υγεία, που είναι και το πιο σημαντικό κι όχι ένα ακόμα κλισέ.